Το ξενοδοχείο και η τυρόπιτα

Της Βίκης Βαμιεδάκη

Ξυπνάς το πρωί και πεινάς. Φυσικά ως γνήσιος έλληνας δεν παίρνεις πρωινό στο σπίτι, πίνεις ένα καφέ «κουταλάτο» στα όρθια και φεύγεις. Στο δρόμο συναντάς το αγαπημένο σου τυροπιτάδικο, κάνεις στάση και μπαίνεις μέσα...

Ξεκινά η περιπέτεια. Κοιτάς τη βιτρίνα, πάνω κάτω 7-8 φορές, περνάς το βλέμμα σου απ’ τις λουκανόπιτες, ζαμπονόπιτες, πεινιρλί, πατατόπιτες, κλπ. αλλά σταματάς στη γωνία με τη συλλογή από τυρόπιτες. Η περιπέτεια συνεχίζεται, καθώς έρχεται και ο υπάλληλος από πάνω και ξεκινάει η κουβέντα. Χωριάτικη στο ταψί, σφολιάτα, κουρού, κασερόπιτα, στριφτή, με φέτα, με τέσσερα τυριά, με χαλούμι, με γάλα γαϊδούρας που είναι και θρεπτικό.

Αφού τις έχεις μελετήσει σε βάθος, με πλήρη ανάλυση της ζύμης, του φύλου και της γέμισης, διαλέγεις μια. Κοιτάς την τιμή, σου φαίνεται ακριβή – η διπλανή ήταν φτηνότερη - την αγοράζεις όμως, γιατί ήδη ο υπάλληλος την έχει βάλει στο σακουλάκι. Την επόμενη φορά σκέφτεσαι ότι θα πάρεις άλλη. Την τρως στο δρόμο, σε πιάνουν και οι τύψεις γιατί έχει λιπαρά και σκέφτεσαι ότι δεν φταις εσύ, η χώρα φταίει που δεν έχει υγιεινά σνακ. Γεγονός παραμένει όμως ότι η τυρόπιτα είναι το εθνικό μας σνακ και είναι νόστιμη.

Πας επιτέλους στο γραφείο και έχεις αναλάβει εκ μέρους και του αμόρε σου, να βρεις ξενοδοχείο για το επόμενο τριήμερο, που έχετε προγραμματίσει ρομαντική απόδραση. Ρωτάς κάνα δυο συναδέλφους να σου πουν καμιά ιδέα και μπαίνεις στο internet να ψάξεις. Και ανοίγουν τα παράθυρα με τα ταξιδιωτικά sites και με τις μηχανές αναζήτησης, ξεπηδάνε οι τιμές, παθαίνεις μια ταραχή (και δύο), αλλά τι να κάνεις το έχεις υποσχεθεί και το θέλεις και εσύ. Ξαφνικά βλέπεις ένα ξενοδοχείο, σου κάνει κλικ, διαβάζεις τις κριτικές όλα καλά και καθαρά και αποφασίζεις να το παίξεις ανατολίτης. Σηκώνεις το τηλέφωνο παίρνεις τον ξενοδόχο και ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος – παζάρι: «Ναι, γεια σας, για ένα δωμάτιο ενδιαφέρομαι από τότε μέχρι τότε», «Μάλιστα έχουμε διαθέσιμο», «Πόσο κάνει;», «120 ευρώ η βραδιά», «Α, πολύ ακριβό, κάντε μου καμιά έκπτωση», «Να σας κάνω, τι λέτε για 90 ευρώ;», «Α, ωραία, το κλείνω, το όνομα μου είναι….». Μπαμ μπαμ, κλείνεις το δωμάτιο, παίρνεις και το αμόρε τηλέφωνο, το ενημερώνεις και το βράδυ μπαίνετε μαζί στο site του ξενοδοχείου και σχεδιάζετε πόσο ωραίο είναι και τι τέλεια που θα περάσετε.

Φτάνει η χαρούμενη ώρα, ξεκινάτε για την πολυπόθητη εκδρομή, φτάνετε στο ξενοδοχείο και διαπιστώνετε ότι το δωμάτιο σας είναι στην πίσω πτέρυγα, δεν έχει θέα και είναι μικρό και κάτω από το παράθυρο έχει παιδική χαρά, όπου τα παιδάκια των διπλανών ενοίκων παίζουν χαρωπά από τις 8.30 το πρωί… Αρχίζει η γκρίνια με το αμόρε, σε κατηγορεί για την επιλογή σου, εσύ βρίσκεις τον ξενοδόχο του λες τα παράπονα, εκείνος θέλει να σε βοηθήσει αλλά δεν έχει άλλο διαθέσιμο δωμάτιο. Ωρύεσαι εσύ, ότι άλλα είδες στο site και ότι σε παραπλάνησαν, το δίκιο σου δεν το βρίσκεις, χαλάει το κέφι, πάει η εκδρομή.
Φτάνεις να καταριέσαι εκείνο το πρωί με την τυρόπιτα, που έκλεισες το ξενοδοχείο.

Για σκέψου όμως λίγο τι έγινε το μοιραίο πρωινό. Μετά από μια εξονυχιστική μελέτη και συζήτηση και ανάλυση, αγόρασες και έφαγες μια τυρόπιτα που γκρίνιαξες λίγο για την τιμή της. Αμέσως μετά έψαξες, βρήκες ένα ξενοδοχείο και μετά από διάλογο ενός λεπτού έκλεισες δωμάτιο στην τιμή που ήθελες. Που είναι το λάθος;

Όταν σχεδιάζουμε την πολύτιμη και ακριβή απόδραση μας, οφείλουμε στους εαυτούς μας να είμαστε πιο σχολαστικοί. Η επιλογή του ξενοδοχείου πρέπει να ταιριάζει με την παρέα και τα γούστα μας. Το δωμάτιο πρέπει να είναι αυτό που ονειρευόμαστε. Γι’ αυτό και πιάνουμε την κουβέντα με τον ξενοδόχο, όπως και με τον υπάλληλο του τυροπιτάδικου. Ρωτάμε αν είναι οικογενειακό ξενοδοχείο, ζητάμε λεπτομέρειες για τα δωμάτια. Τι θέα έχουν, πόσο μεγάλα είναι, αν έχουν διπλό κρεβάτι ή μονά, αν έχει θέρμανση, αν έχει σεσουάρ για τις κυρίες, μέχρι τι ώρα είναι το πρωινό, αν μπορούμε να κρατήσουμε το δωμάτιο λίγο παραπάνω κατά την αναχώρηση χωρίς να χρεωθούμε. Όλα τα ρωτάμε. Ότι μας κατέβει στο νου. Μετά, κλείνουμε ακριβώς το δωμάτιο που μας αρέσει περισσότερο η περιγραφή του, κάνουμε και αλληλογραφία με τον ξενοδόχο (γιατί τα γραπτά μένουν) και πάμε την εκδρομή μας και περνάμε τέλεια.

Άρα την επόμενη φορά που θα κλείσουμε δωμάτιο σε κάποιο ξενοδοχείο, ακολουθούμε την ίδια τακτική όπως όταν διαλέγουμε μια τυρόπιτα…