Διώτης: Συμφωνήσαμε με το Βενιζέλο ότι η λίστα δεν είναι αξιοποιήσιμη

Ακολουθώντας την ίδια υπερασπιστική γραμμή που χάραξε από την πρώτη στιγμή που ήρθε στο φως η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, ο πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ Ιωάννης Διώτης υπεραμύνθηκε, στην απολογία του ενώπιον των ανακριτών διαφθοράς, των επιλογών του, αρνούμενος κατηγορηματικά ότι έχει διαπράξει οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη. “Αυτά τα οποία υποτίθεται ότι παρέλειψα μου απαγορεύονταν από το νόμο και το Σύνταγμα να πράξω”, είπε χαρακτηριστικά.

Ο Ιωάννης Διώτης επέμεινε ότι η λίστα Λαγκάρντ ήταν ένα παράνομο υλικό, το οποίο ο ίδιος δεν μπορούσε να αξιοποιήσει. “Από την πρώτη στιγμή που ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου μου έστειλε εντελώς ατύπως ένα στικάκι με την υποτιθέμενη λίστα Ελλήνων καταθετών στη Γενεύη και με δεδομένο ότι αυτή ήταν προϊόν υποκλοπής από μέρους κάποιου άπιστου και αργυρώνητου υπαλλήλου, στη συνέχεια δε και παρέμβασης των μυστικών υπηρεσιών, διατύπωσα την άποψη ότι η λίστα αυτή δεν ήταν αποδεικτικά αξιοποιήσιμη”, ανέφερε.

Ο κατηγορούμενος πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ μίλησε αναλυτικά και για το ρόλο που είχαν στην υπόθεση οι Γιώργος Παπακωνσταντίνου και Ευάγγελος Βενιζέλος.

Μάλιστα, στην απολογία του, ο Ιωάννης Διώτης δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην πολύχρονη διαδρομή του στο χώρο της δικαιοσύνης. “Έχω πίσω μου μια ευφήμως γνωστή μακρά εισαγγελική πορεία σε θέσεις αιχμής και ιδιαίτερης ευθύνης (τις οποίες υπηρέτησα με αυταπάρνηση και με κίνδυνο εμού και των μελών της οικογενείας μου) και έχω μάθει να τηρώ απαρέγκλιτα τους νόμους χωρίς αβαρίες, εκπτώσεις και συμβιβασμούς”, υπογράμμισε λίγο πριν φύγει από το γραφείο των ανακριτών ελεύθερος, χωρίς κανέναν περιοριστικό όρο.

Διαβάστε αναλυτικά τα βασικά σημεία του υπομνήματος που κατέθεσε ο Ιωάννης Διώτης στους ανακριτές:

“Από την πρώτη στιγμή που ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου μου έστειλε εντελώς ατύπως ένα στικάκι με την υποτιθέμενη λίστα Ελλήνων καταθετών στην Γενεύη και με δεδομένο ότι αυτή ήταν προϊόν υποκλοπής από μέρους κάποιου άπιστου και αργυρώνητου υπαλλήλου στη συνέχεια δε και παρέμβασης των μυστικών υπηρεσιών διατύπωσα την άποψη ότι η λίστα αυτή δεν ήταν αποδεικτικά αξιοποιήσιμη...

Η κατηγορία την οποία αντιμετωπίζω δεν είναι σύννομη γιατί έγκειται ακριβώς στο ότι εγώ παρέλειψα να χρησιμοποιήσω τη "λίστα Λαγκάρντ" πράγματα που θα είχε υποτίθεται κατ ανάγκη ως αποτέλεσμα την είσπραξη σημαντικών ποσών από το ελληνικό δημόσιο. Όμως η λίστα δεν ήταν αξιοποιήσιμη και έλεγχος των εγγράφων της λίστας χωρίς την χρησιμοποίησή της είναι αδιανόητος. Κατά την αναφορά δε αυτή δεν στερείται ασφαλώς σημασίας και το γεγονός ότι ο τότε ΥΠ.ΟΙΚ, Ευαγ. Βενιζέλος στον οποίο παρέδωσα το στικάκι με κάποιες ενδεικτικές εκτυπώσεις διακεκριμένος συνταγματολόγος ο ίδιος συμφώνησε αμέσως μαζί μου για την ύπαρξη εν προκειμένω αποδεικτικής απαγόρευσης. ....

Αυτά τα οποία υποτίθεται ότι παρέλειψα μου απαγορεύονταν από το νόμο και το σύνταγμα να πράξω.

Έχω πίσω μου μια ευφήμως γνωστή μακρά εισαγγελική πορεία σε θέσεις αιχμής και ιδιαίτερης ευθύνης ( τις οποίες υπηρέτησα με αυταπάρνηση και με κίνδυνο εμού και των μελών της οικογενείας μου) και έχω μάθει να τηρώ απαρέγκλιτα τους νόμους χωρίς αβαρίες εκπτώσεις και συμβιβασμούς.

Εγώ σημειωτέον είχα τη βεβαιότητα ότι το στικάκι έφτασε ατύπως στην Ελλάδα, όπως και ατύπως μου δόθηκε από τον Γ. Παπακωνσταντίνου.

Έχοντας λοιπόν εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη και στους συγκριμένους φορείς της πιστεύω ότι αυτού του είδους η αυθαίρετη ενοχοποίησή μου δεν μπορεί να έχει συνέχεια και θα δοθεί τέλος στην παρούσα απίστευτη ταλαιπωρία μου.

Το στικάκι που ατύπως έστειλε προσωπικά σε μένα ο κ. Παπακωνσταντίνου ουδέποτε εισήχθη επισήμως στο ΣΔΟΕ, καμία καταστροφή εγγράφου δεν έλαβε χώρα στην υπό κρίση περίπτωση, την επίμαχη λίστα (στικάκι) η οποία ήταν προδήλως προϊόν ηλεκτρονικής αναπαραγωγής την αναπαρήγαγα και το αντίτυπο της παρέδωσα στο νέο υπουργό κ. Βενιζέλο. Διέγραψα το άλλο αντίτυπο που είχα στα χέρια μου μη έχοντας κανένα λόγο να διατηρώ στην κατοχή μου απαγορευμένο και άχρηστο αντικείμενο”.