Ιράκ: Η χώρα απέκτησε κυβέρνηση έπειτα από πέντε μήνες

Ιράκ: Η χώρα απέκτησε κυβέρνηση έπειτα από πέντε μήνες

Εν μέσω σοβαρής οκονομικής και κοινωνικής κρίσης

Έπειτα από πέντε μήνες το Ιράκ απέκτησε το βράδυ της Τετάρτης προς Πέμπτη νέα κυβέρνηση, η οποία κληρονόμησε μια κατεστραμμένη οικονομία, πολύ άσχημες διπλωματικές σχέσεις με τους βασικούς του συμμάχους και τον κίνδυνο να ξεσπάσουν νέες διαδηλώσεις κατά της λιτότητας.

Ενώπιον των βουλευτών που φορούσαν μάσκες και γάντα εξαιτίας της επιδημίας του κοροναϊού, ο Μουστάφα αλ Καζίμι, 53 ετών, πρώην επικεφαλής των υπηρεσιών Πληροφοριών που έχει σχέσεις τόσο με την Ουάσινγκτον όσο και με την Τεχεράνη, ορκίστηκε μαζί με τους 15 υπουργούς του.

Λίγες ώρες αργότερα δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ δίνουν περιθώριο στο Ιράκ 120 ημέρων να συνεχίσει να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από το Ιράν χωρίς να κινδυνεύει να του επιβληθούν κυρώσεις «για να επιδείξουμε την επιθυμία μας να βοηθήσουμε να δημιουργηθούν οι όροι για την επιτυχία» της νέας κυβέρνησης, σύμφωνα με ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ωστόσο κενές παραμένουν οι ηγεσίες των κρίσιμων υπουργείων Εξωτερικών και Πετρελαίου, όπως και άλλων πέντε υπουργείων.

Από σήμερα η κυβέρνηση θα χρειαστεί να καθησυχάσει τους Ιρακινούς πολλοί εκ των οποίων βρίσκονται σε τεχνική ανεργία λόγω της καραντίνας εξαιτίας της επιδημίας του κορονοϊού και να αντιμετωπίσει μια δύσκολη οικονομική κατάσταση μετά την κατακόρυφη πτώση των εσόδων της χώρας από τις εξαγωγές πετρελαίου.

Επίσης θα πρέπει να βρει έναν τρόπο να ενώσει ξανά την πολιτική τάξη της χώρας, που είναι πιο κατακερματισμένη από ποτέ μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσέιν το 2003, και να γυρίσει τη σελίδα στην διακυβέρνηση του Άντελ Άμπντελ Μάχντι.

Ουάσινγκτον και Βαγδάτη

Ο 77χρονος Άμπντελ Μάχντι, ένας ανεξάρτητος πολιτικός που δεν ήταν ιδιαίτερη δημοφιλής, ανέλαβε την πρωθυπουργία για να επικεντρωθεί στην ανοικοδόμηση της χώρας μετά τον πόλεμο εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.

Όμως η θητεία του τελικά όξυνε τα δεινά του Ιράκ: η οικονομία της χώρας που εξαρτάται πλήρως από το πετρέλαιο βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της, η κρίση εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών και των πολιτικών είναι στο απόγειό της μετά και τους περισσότερους από 550 νεκρούς λόγω της καταστολής της “εξέγερσης του Οκτωβρίου” και οι διπλωματικές της σχέσεις με τις ΗΠΑ και το Ιράν βρίσκονται σε άσχημο σημείο.

Ο Καμίζι θα πρέπει να αναθερμάνει τις σχέσεις της Βαγδάτης με την Ουάσινγκτον, αφού το ιρακινό κοινοβούλιο έχει ζητήσει από τα αμερικανικά στρατεύματα να αποχωρήσουν από το Ιράκ, μια απόφαση που δεν έχει εφαρμοστεί. Όμως οι επιθέσεις εναντίον των αμερικανικών δυνάμέων και συμφερόντων είναι τακτικές.

Ήδη έχει οριστεί για τον Ιούνιο μία συνάντηση “στρατηγικού διαλόγου” μεταξύ της ιρακινής κυβέρνησης και μιας αμερικανικής αντιπροσωπείας. Βασικό θέμα θα είναι η επαναδιαπραγμάτευση της εξαίρεσης που έχει λάβει η Βαγδάτη από τις αμερικανικές κυρώσεις για να μπορεί να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από το γειτονικό Ιράν.

Νέες διαδηλώσεις

Ο Καμίζι κληρονόμησε μία χώρα σε μαρασμό αλλά και έναν προϋπολογισμό για το 2020 που αν και ακόμη δεν έχει υιοθετηθεί και έχει ήδη μειωθεί κατά ένα τρίτο. Με την κατακόρυφη πτώση της τιμής του πετρελαίου, η κυβέρνησή του θα αναγκαστεί να ακολουθήσει πολιτική λιτότητας.

Την ίδια ώρα παραμένει η απειλή να ξεσπάσουν νέες διαδηλώσεις καθώς οι διαδηλωτές του Οκτωβρίου δεν είδαν τα αιτήματά τους να ικανοποιούνται. Ζητούσαν πλήρη αλλαγή του συστήματος και των πολιτικών. Ο Καζίμι έχει δεσμευθεί για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών, χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρος ορίζοντας για κάτι τέτοιο.

Και οι διαδηλωτές που ήταν επί μήνες στους δρόμους της Βαγδάτης και του νότιου Ιράκ ίσως δουν να ενώνονται μαζί τους μειονότητες που μέχρι πρότινος έμεναν στο περιθώριο.

Η Βαγδάτη δεν καταβάλει πλέον στο ημιαυτόνομο Ιρακινό Κουρδιστάν το μέρος του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού που του αναλογεί, περισσότερα από 400 εκ. δολάρια κάθε μήνα, για να πληρώσει τους πολλούς δημόσιους υπαλλήλους του. Η δυσαρέσκεια λοιπόν κινδυνεύει να επεκταθεί στο βόρειο Ιράκ, όπου ζει η πλειονότητα των Κούρδων, αλλά και στα δυτικά, όπου βρίσκονται οι περισσότεροι σουνίτες, στόχος εδώ και χρόνια διακρίσεων.

Προς το παρόν, το Ιράκ όπως και ο υπόλοιπος κόσμος πρέπει να αντιμετωπίσει την επιδημία του κορονοϊού από την οποία έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους 102 άνθρωποι, και προσπαθεί ακόμη να εξαρθρώσει και τους τελευταίους πυρήνες του ΙΚ που εξακολουθούν να εξαπολύουν επιθέσεις.