Γιατί στα Γιάννενα ανάβουν την «Τζαμάλα» στις απόκριες

Γιατί στα Γιάννενα ανάβουν την «Τζαμάλα» στις απόκριες

Το έθιμο, αποτελεί μια ιεροτελεστία εξαγνισμού

Η νύχτα της Αποκριάς στα Γιάννενα, έχει τη δύναμη της φωτιάς, όπως «θέλει» το έθιμο της «Τζαμάλας», που έρχεται από το μακρινό παρελθόν με ιδιαίτερους συμβολισμούς. Στις γειτονιές της πόλης, θα ανάψουν 67 μεγάλες φωτιές και οι ετοιμασίες έχουν ήδη αρχίσει. Οι πολιτιστικοί σύλλογοι της κάθε γειτονιάς, σε συνεργασία με τον Δήμο, φροντίζουν για τα ξύλα, την άμμο και το κρασί.

Μεγάλοι κορμοί δένδρων και κούτσουρα τοποθετούνται στο κέντρο της πλατείας μέσα σε κύκλο από ψιλή άμμο και διάμετρο 6 τουλάχιστον μέτρα. Μόλις δύσει ο ήλιος, μετά τον εσπερινό της Κυριακής της Αποκριάς, ανάβουν οι φωτιές που καίνε μέχρι το πρωί της Καθαρής Δευτέρας.

Την παγερή χειμωνιάτικη νύχτα, οι φλόγες ζεσταίνουν τις καρδιές, φωτίζουν τα πρόσωπα, ενώ τα κλαρίνα δίνουν τον τόνο της διασκέδασης με το κρασί και το τσίπουρο να ρέουν με αφθονία. Μικροί, μεγάλοι, μασκαρεμένοι, παραδίδονται σε ένα ξενύχτι, που κρατάει μέχρι το ξημέρωμα. Είναι μια φυγή από τα προβλήματα της καθημερινότητας. Το γλέντι αρχίζει με χορούς αλλά και ζεστή φασολάδα. Από τις παρέες δεν λείπουν τα πειράγματα και οι ευρηματικές ατάκες, Παλιότερα γινόταν ένα άτυπος διαγωνισμός για το ποια γειτονιά θα ανάψει την μεγαλύτερη φωτιά.

Το έθιμο, αποτελεί μια ιεροτελεστία εξαγνισμού, στηρίζεται στην πίστη ότι η φωτιά έχει την δύναμη να διώχνει το κακό. Με την πάροδο του χρόνου και ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε εποχής, έχει τον δικό της συμβολισμό. Επί Τουρκοκρατίας, ο χορός γύρω από τη φωτιά, έβγαζε τον πόθο των σκλαβωμένων για τη λευτεριά. Τότε, οι Γιαννιώτες, έπαιρναν ειδική άδεια από τη διοίκηση της πόλης για την τέλεση του εθίμου.

Η λέξη «τζαμάλα», όπως υποστηρίζουν ειδικοί, για τους Γιαννιώτες μάλλον είναι ανερμήνευτη, ωστόσο, ορισμένοι λένε πως είναι αρβανίτικη ή τουρκική. Ο λογογράφος Θοδωρής Σαμαράς, σε έρευνα του για την ετυμολογία της λέξης μεταξύ άλλων αναφέρει: «... και η λέξη τζαμάλα, συνειρμικά συγγενεύει με τη δαμάλα, λέξη αρχαία ελληνική, δηλαδή χοντροκαμωμένη... Στα μάτια ενός σύγχρονου παρατηρητή, τα επίθετα αυτά δεν είναι διόλου άτοπα. Κάθε μια από αυτές τις συνοικιακές φωτιές, που καίνε τόσο πολλά και χοντρά κούτσουρα, είναι... δαμάλα -χοντροκαμωμένη! Πρόκειται για κούτσουρα με τέτοιες συνήθως διαστάσεις, που τα σηκώνουν δυο-δυο οι άντρες για να τα ρίξουν στη φωτιά...».