Δράμα: Ένα ταξίδι στην ισλαμική τέχνη από το μουσείο Μπενάκη στο Σαντιρβάν τζαμί

Δράμα: Ένα ταξίδι στην ισλαμική τέχνη από το μουσείο Μπενάκη στο Σαντιρβάν τζαμί

Η ιστορία του αναστηλωμένου οθωμανικού τεμένους

Στην καρδιά της παλιάς πόλης της Δράμας, εκεί όπου ο χρόνος μοιάζει να κυλά διαφορετικά, το αναστηλωμένο οθωμανικό τέμενος Σαντιρβάν μεταμορφώνεται για ακόμη μια φορά σε κιβωτό πολιτισμού. Αυτήν την περίοδο, φιλοξενεί την έκτη κατά σειρά έκθεση του Μουσείου Μπενάκη, με τίτλο: «Χίλιες και μια μορφές, ζωγραφιές και σχήματα», που είναι ένα ταξίδι στην εκλεπτυσμένη πνευματική τέχνη του ισλαμικού κόσμου.

Καθώς ο επισκέπτης περνά το κατώφλι του τζαμιού, η δροσιά της πέτρας, το φιλτραρισμένο φως από τα παράθυρα με τα τοξωτά πλαίσια και η λιτή αλλά επιβλητική αρχιτεκτονική, δημιουργούν μια αίσθηση ιερής σιωπής. Σε αυτό το περιβάλλον, τα περίπου 60 αντικείμενα της έκθεσης δεν εκτίθενται απλώς, αλλά ταξιδεύουν τον επισκέπτη στην πλούσια ιστορία της ισλαμικής τέχνης σε πολλές χώρες του αραβικού κόσμου και όχι μόνο.

Καλλιγραφικά αποσπάσματα από το Κοράνι, περίτεχνα κεραμικά, μεταλλικά σκεύη με αραβουργήματα, κόσμημα από τον 9ο έως τον 19ο αιώνα, όλα αποκαλύπτουν τη βαθιά σχέση του ισλαμικού κόσμου με τη συμμετρία, τη γεωμετρία και τον πνευματικό στοχασμό. Δεν είναι μια τέχνη της αναπαράστασης, αλλά της γεωμετρικής απόδοσης. Κάθε σχέδιο, κάθε αραβική λέξη, κάθε επιφάνεια μεταφέρει μια αίσθηση απόλυτης τάξης και ιερότητας.

Η έκθεση, επιμελημένη με ιδιαίτερη φροντίδα από την ιστορικό τέχνης και επιμελήτρια ισλαμικής τέχνης του Μουσείου Μπενάκη Μίνα Μωραΐτου, αναδεικνύει τις κοινές αισθητικές και πολιτισμικές ρίζες περιοχών που εκτείνονται από την Περσία έως την Ανδαλουσία της Ισπανίας. Ο πραγματικά εντυπωσιακός αρχιτεκτονικός σχεδιασμός της έκθεσης ανήκει στην Ναταλία Μπούρα, ενώ η πρωτότυπη μουσική που ακούγεται στο Σαντιρβάν, στο πλαίσιο της έκθεσης, είναι του Ηλία Παντελιά.

Κατά τη διάρκεια ξενάγησης των δημοσιογράφων στην έκθεση, η κ. Μωραΐτου ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως «η βάση της ισλαμικής συλλογής του Μουσείου Μπενάκη προέρχεται από τον ίδιο τον ιδρυτή του μουσείου, τον Αντώνη Μπενάκη, ο οποίος συγκρότησε μια πολύ σημαντική συλλογή, αρχικά όσο ζούσε στην Αίγυπτο και όταν γύρισε και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, το 1927, συνέχισε και πολλά από τα αντικείμενα που υπάρχουν εδώ, εκτίθονταν στην Αθήνα, όταν άνοιξε το μουσείο το 1931».

Η κ. Μωραΐτου επεσήμανε ακόμα πως «η ισλαμική τέχνη είναι η τέχνη που δημιουργήθηκε στους τόπους όπου κυριαρχεί η θρησκεία του Ισλάμ. Αυτό όμως δεν την καθιστά αναγκαστικά θρησκευτική, γιατί υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι κοσμικής τέχνης, το οποίο φαίνεται και από τα αντικείμενα».

«Η ισλαμική τέχνη, ως όρος, είναι κάτι δύσκολο», συνέχισε η κ. Μωραΐτου, «διότι καλύπτει χώρες και λαούς, οι οποίοι μεταξύ τους δεν έχουν άλλο κοινό στοιχείο, πέρα από τη θρησκεία. Είναι περίπου σαν να κάναμε μια έκθεση χριστιανικής τέχνης και να είχαμε έργα από την Ελλάδα, από τη Γαλλία, από την Αγγλία, από την Αμερική, από την Αιθιοπία. Έχουμε πολλούς λαούς, 'Αραβες, Πέρσες, Τούρκους, αλλά όταν μιλάμε για την τέχνη τους, υπάρχουν κάποια στοιχεία που είναι σταθερά και αυτά τα στοιχεία αναδεικνύουμε».

Οι ενότητες και τα εκθέματα της συλλογής

Από τα πιο εντυπωσιακά εκθέματα της της συλλογής είναι μια δίφυλλη πόρτα του 14ου αιώνα από την Αίγυπτο, διακοσμημένη με αραβουργήματα και επιγραφές που προέρχεται από κοπτική χριστιανική εκκλησία. Ωστόσο, το έκθεμα που δεσπόζει στο χώρο και συνδέεται άμεσα με τον ιδρυτή του Μουσείου Μπενάκη, είναι ένα κεντημένο βαμβακερό κάλυμμα, με πλούσια φυτική διακόσμηση και στίχους ποιήματος, το οποίο ονομάζεται Σουζάνι.

Η κ. Μωραΐτου ανέφερε ότι πρόκειται για ένα κάλυμμα κρεβατιού σημειώνοντας: «Τα πιο παλιά χρονολογούνται τον 18ο αιώνα. Τα περισσότερα τον 19ο αιώνα. Αυτό είναι από τα πρώτα αντικείμενα που αγόρασε ο Αντώνης Μπενάκης. Αγαπούσε πολύ τα υφάσματα». Όπως εξήγησε, το κάλυμμα αγοράστηκε στην Αλεξάνδρεια. Ήταν χωρισμένο σε τρία κομμάτια και κατασκευάστηκε από τρεις διαφορετικές γυναίκες. Κάθε μια έραψε ένα κομμάτι στο σπίτι της και όταν τελείωσαν, τα κομμάτια τοποθετήθηκαν το ένα δίπλα στο άλλο. Το κάλυμμα προέρχεται από την πόλη Μπουχάρα του Ουζμπεκιστάν και σε αυτό αναγράφονται στίχοι ποιήματος του Τζαλάλ ακ-ντίν Ρουμί, μυστικιστή και ποιητή του 13ου αιώνα. Οι στίχοι είναι οι εξής: «Εγώ, που ήρθα στη φωλιά σου… / Ήρθα με διψασμένα χείλη και φλογισμένη καρδιά προς το νερό της ζωής».

Η έκθεση χωρίζεται ουσιαστικά σε τέσσερεις ενότητες: Η πρώτη είναι αφιερωμένη στην καλλιγραφία, η δεύτερη στην γεωμετρία, η τρίτη στην αραβουργία και το φυτικό κόσμημα, ενώ η τέταρτη και τελευταία στην εικονογραφία.

Ανάμεσα στα εκθέματα της τελευταίας ενότητας περιλαμβάνεται μια κούπα με επίχρυση σμάλτινη διακόσμηση που φέρει θέματα εμπνευσμένα από τη δυτική ζωγραφική, όπως πορτραίτα Ευρωπαίων ευγενών και γυναικείες μορφές που κρατούν βρέφος, θυμίζοντας αντίστοιχες παραστάσεις της Παναγίας. Η κούπα προέρχεται από το Ιράν του 19ου αιώνα. Συχνά οι μορφές φορούν ευρωπαϊκές ενδυμασίες, στοιχείο που υπογραμμίζει τη στενή σχέση μεταξύ Ιράν και Ευρώπης τον 19ο αιώνα, όταν η τέχνη επηρεάζεται από την αυξανόμενη εισαγωγή ευρωπαϊκών αντικειμένων.

 

Η έκθεση αυτή δεν απευθύνεται μόνο σε ειδικούς ή λάτρεις της ισλαμικής τέχνης, αλλά σε κάθε επισκέπτη που αναζητά να δει τον κόσμο μέσα από διαφορετικά σχήματα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Είναι μια υπενθύμιση ότι η τέχνη, ακόμα και η πιο μακρινή χρονικά ή πολιτισμικά, μπορεί να μιλήσει στην καρδιά του σύγχρονου ανθρώπου.

Μέχρι τις 23 Νοεμβρίου 2025, το Σαντιρβάν τζαμί, στην καρδιά του αστικού κέντρου της Δράμας, καλεί τους περιηγητές της τέχνης να σταθούν για λίγο μπροστά σε μια κεραμική πλάκα, ένα κόσμημα, μια ενεπίγραφη λεκάνη και να αφεθούν στη σιωπηλή τους αφήγηση. Γιατί μέσα από «χίλιες και μια μορφές», αυτό που τελικά αποκαλύπτεται δεν είναι μόνο η ισλαμική τέχνη, αλλά η ανάγκη του ανθρώπου για ομορφιά και υπέρβαση.

Πρέπει να τονιστεί ότι σε όλους τους επισκέπτες δίνεται δωρεάν ένας ιδιαίτερα καλαίσθητος οδηγός με τη συνοπτική παρουσίαση των εκθεμάτων, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλες τις εκθέσεις που διοργανώνει η εταιρεία Raycap, που εδρεύει στην Δράμα, σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη και φιλοξενούνται στο Σαντιρβάν τζαμί.

Το Σαντιρβάν τζαμί, κιβωτός ιστορίας και πολιτισμού

Η επιλογή του Σαντιρβάν τζαμί ως τόπος φιλοξενίας της έκθεσης αποδείχθηκε για μια ακόμα φορά ιδανική. Ένας χώρος που κουβαλά την ιστορική πολύπολιτισμικότητα της περιοχής: Οθωμανοί, Βαλκάνιοι, χριστιανοί, μουσουλμάνοι, Εβραίοι. Το τζαμί, μετά την ευγενική χορηγία και την αναστήλωση από την εταιρεία υψηλής τεχνολογίας Raycap, λειτουργεί πλέον ως χώρος πολιτισμού, μία γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν, ανάμεσα στον ελληνικό και τον ευρύτερο ανατολικό πολιτισμό.

Το πετρόχτιστο αυτό κτίσμα, στο κέντρο της Δράμας που αποτελεί ένα παλίμψηστο της πρόσφατης ιστορίας της ακριτικής πόλης, ήταν οθωμανικό τέμενος, με τον μιναρέ να χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή της εισόδου, ανακαινίστηκε το 1806 και παρέμεινε ως τέμενος μέχρι το 1922, αναφερόμενο ως Σαντιρβάν τζαμί.

Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, από το 1922 μέχρι το 1927, φιλοξένησε οικογένειες προσφύγων, ενώ από το 1927 έως το 1981 αποτέλεσε το χώρο έκδοσης της ιστορικής τοπικής εφημερίδας «Θάρρος». Το 1983 κηρύχτηκε διατηρητέο μνημείο, όμως στην πορεία των χρόνων και με την κατάπτωση της στέγης, καταστράφηκε.

Το 2012 αγοράστηκε από την εταιρεία Raycap, η οποία αποκατέστησε πλήρως το μνημείο με τις εντυπωσιακές τοιχογραφίες μεταμορφώνοντάς του σε χώρο πολιτισμού και ψηφιοποίησε το αρχείο της εφημερίδας «Θάρρος» με ελεύθερη πρόσβαση για όλους στον ιστότοπο του αρχείου.