Το κάλεσμα… σπέρνει τρόμο και στο σπίτι

Ο Έντουαρντ Γουόρεν (1926-2006) υπήρξε βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα ασχολήθηκε με μεταφυσικά φαινόμενα, δηλώνοντας ειδικός στην παραψυχολογία, στους δαίμονες και σε στοιχειωμένα σπίτια. Η σύζυγος και συνεργάτιδά του, Λορέιν, ήταν επαγγελματίας μέντιουμ. Οι δυο τους έγραψαν πολλά βιβλία, ισχυριζόμενοι ότι ασχολήθηκαν με περισσότερες από 10.000 υποθέσεις. Η πιο διάσημη από αυτές, και παράλληλα αμφιλεγόμενη, έγινε ταινία το 1979 και το 2005, με τίτλο «The Amityville Horror». Τώρα, ο σκηνοθέτης που με την πρώτη του κιόλας δουλειά («Saw», 2004) άφησε πολύ καλές εντυπώσεις αφηγείται την πιο παράξενη και ανατριχιαστική από τις υποθέσεις που κλήθηκε να ερευνήσει το ζεύγος Γουόρεν. Ήταν το 1971 και αναφέρεται ως «η υπόθεση Περόν». Δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσα από αυτά που βλέπουμε στο έργο συνέβησαν στ’ αλήθεια. Αυτό που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι πως το «Κάλεσμα» είναι ταινία τρόμου παλαιάς κοπής∙ ένα φιλμ καλοφτιαγμένο και με πολύ πειστικές ερμηνείες, που στέκει άνετα πλάι στο «Amityville», στην «Προφητεία» και βέβαια πλάι στον «Εξορκιστή», τον οποίο αντιγράφει σε μεγάλο βαθμό, ειδικά προς το φινάλε. Είναι και τρομακτικό; Εξαρτάται από τις αντοχές του καθενός, αλλά και από τις… ώρες πτήσης με ταινίες του είδους. Πάντως, το σίγουρο είναι πως, με χαμηλωμένα τα φώτα και με την ένταση του ήχου «τσιμπημένη», δύσκολα αποφεύγεις τα ξαφνιάσματα ή έστω το γνώριμο σφίξιμο στο στομάχι.

Το transfer της Warner διατηρεί αυτούσια την ατμόσφαιρα που επιδίωξαν οι συντελεστές: Αισθητική των 70s σε όλα τα επίπεδα. Αν και στιλπνή, και με έντονη ψηφιακή υφή, η εικόνα δείχνει ηθελημένα «παλιά», με χρώματα γήινα, ρεαλιστικά, όχι ιδιαίτερα έντονα. Τα τοπία και τα εξωτερικά της αγροικίας έχουν κάτι από μόνιμη φθινοπωρινή «διάθεση», ενώ τα πρόσωπα των ηθοποιών δεν αποκτούν ποτέ ζωηρό τόνο σάρκας. Πίσω από αυτή την εκπληκτική απομίμηση κρύβεται η ψηφιακή κάμερα Arri Alexa και βέβαια ο διευθυντής φωτογραφίας Τζον Λεονέτι, μόνιμος συνεργάτης του Γουάν. Η λεπτομέρεια είναι εξαιρετική (προσέξτε τα σκασίματα στους τοίχους ή ραγίσματα στη λαδομπογιά) και διατηρείται ανέπαφη ακόμα και στις πλέον σκοτεινές σκηνές, στα υπόγεια του σπιτιού, στις ντουλάπες, στις νυχτερινές λήψεις. Τα επίπεδα του μαύρου κρίνονται άριστα και το βάθος ικανοποιητικό. Η μπάντα δημιουργεί την απαραίτητη ένταση, πότε εξαπολύοντας χαμηλές συχνότητες (η παρουσία του δαίμονα) και πότε αξιοποιώντας την πληροφορία στα πίσω κανάλια (αντήχηση και ψίθυροι κυρίως). Επιπλέον, οι διακυμάνσεις στη φωνή των ηθοποιών σε συνδυασμό με πόρτες που βροντάνε, σκάλες που τρίζουν ή κάδρα που πέφτουν και κομματιάζονται δημιουργούν μια ατμόσφαιρα τρόμου που, αν αφεθείς, βάζει σε δοκιμασία και τα πιο γερά νεύρα. Τα έξτρα περιλαμβάνουν τρία φιλμάκια μικρή διάρκειας (7, 8 και 16 λεπτά), χωρίς ελληνικούς υπότιτλους. Σε αυτά μιλούν, εκτός από τους βασικούς συντελεστές της ταινίας, μέλη της οικογένειας Περόν, καθώς και η Λορέιν Γουόρεν, 86 ετών σήμερα.

Από τον Μιλτιάδη Σαλβαρλή και το tvwars.gr