Εσωκομματικές “μονομαχίες” με παρασκήνιο στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ

Το θέμα της συμμετοχής του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση ήταν εκείνο που κυριάρχησε στις τοποθετήσεις των συνέδρων, την πρώτη ημέρα των τριήμερων εργασιών του 9ου Συντακτικού Συνεδρίου του Κινήματος. Το κλίμα των τοποθετήσεων των περισσότερων συνέδρων ήταν το ΠΑΣΟΚ να παρέχει στήριξη στην κυβέρνηση και όχι να συμμετέχει σε αυτήν με στελέχη. Παράλληλα, εξέφραζαν αγωνία για τη φθορά που υφίσταται το ΠΑΣΟΚ από τη συνεργασία με τη ΝΔ. Ωστόσο, σύμφωνα με κεντρικά στελέχη του Κινήματος, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός συνέδρων που δεν συμφωνεί με αυτή την προσέγγιση, αλλά δεν έχουν τοποθετηθεί, τουλάχιστον κατά την πρώτη ημέρα, κινούμενοι περίπου ως “σιωπηλή πλειοψηφία”.

Μάλιστα, στην αυριανή συνεδρίαση και με την ολοκλήρωση των τοποθετήσεων, έχει προαναγγελθεί από τον Γιώργο Παναγιωτακόπουλο και τον Χάρη Τσιόκα ότι θα τεθεί σε ψηφοφορία το ζήτημα της παραμονής ή της αποχώρησης του ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση.

Ο επικεφαλής της Αριστερής Πρωτοβουλίας ζήτησε στην ομιλία του “αποχώρηση από την κυβέρνηση του κ. Σαμαρά εδώ και τώρα, οριοθέτηση πολιτικών, ξεκαθάρισμα επιλογών και στροφή και πάλι στο λαό τώρα”. Παράλληλα, υποστήριξε ότι στις διπλές εκλογές ο λαός “έταξε” το ΠΑΣΟΚ στη θέση της αντιπολίτευσης και πως από αυτή τη θέση θα μπορούσε “να αξιοποιήσει όλα τα προσφερόμενα από το Σύνταγμα μέσα για να προχωρήσουν τα πράγματα προς όφελος της πατρίδας, της οικονομίας και της κοινωνίας”. Σημείωσε, μάλιστα, ότι “η ψήφος ανοχής, η ψήφος περιστασιακής στήριξης είναι μεταξύ των προσφερόμενων αυτών μέσων”.

Από την πλευρά του, ο κ. Τσιόκας τάχθηκε υπέρ της αποχώρησης του ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση, δίνοντας όμως ψήφο ανοχής.

Την άποψη ότι το ΠΑΣΟΚ τάχθηκε από το λαό στην αντιπολίτευση στις διπλές εκλογές, εξέφρασε και ο Παντελής Οικονόμου, ωστόσο, όπως είπε, “εγκλωβίστηκε στη συγκυβέρνηση με τη ΝΔ”, “η οποία προκαλεί με τον κομματισμό της”. Εκτίμησε, επίσης, ότι “η επιλογή της συγκυβέρνησης δε βοήθησε το ΠΑΣΟΚ” και είχε ως αποτέλεσμα “ο κόσμος να μας βλέπει σαν "ουρά" της κακής ΝΔ και να μας εγκαταλείπει”. Επιπλέον, τάχθηκε υπέρ της αναδιαπραγμάτευσης του προγράμματος και πρόσθεσε ότι χρειαζόμαστε χρηματοδότηση με άλλη λογική και άλλους όρους. Ακόμα, διαφώνησε με όσους περιμένουν τις γερμανικές εκλογές, τονίζοντας ότι έως τότε δεν αντέχει ο λαός.

Ο Χρήστος Παπουτσής, αναφερόμενος στο θέμα της συμμετοχής ή όχι του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, υπογράμμισε αρχικά ότι η “λανθασμένη” πολιτική επιλογή του Νοεμβρίου του 2011 να αποδεχτεί το ΠΑΣΟΚ την παραίτηση του τότε πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου και τον σχηματισμό της κυβέρνησης του Λουκά Παπαδήμου, δεσμεύει και σήμερα τις επιλογές του Κινήματος. Τόνισε, ωστόσο, ότι η συμμετοχή στην κυβέρνηση δεν είναι αυτοσκοπός, ότι το ΠΑΣΟΚ πρέπει να θέσει “κόκκινες γραμμές”, να ζητήσει αλλαγή πολιτικής, να επιμείνει στον επανακαθορισμό της κυβερνητικής συνεργασίας και να ζητήσει τη διαρκή επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου, η οποία, όπως υποστήριξε, “δεν έγινε ποτέ μετά τις εκλογές”. Το ΠΑΣΟΚ, τόνισε, πρέπει να έχει καθαρό πολιτικό, ιδεολογικό και κοινωνικό στίγμα καθώς, όπως υποστήριξε, δεν υπάρχει μέλλον για ένα άνευρο, μικρό κόμμα, με συμπληρωματικό κόμμα σε κυβέρνηση παντός καιρού, το οποίο βάζει διαχωριστικές γραμμές προς τα άλλα κόμματα της Αριστεράς, με το βλέμμα στραμμένο προς τα Δεξιά.

Ο κ. Παπουτσής αναφέρθηκε και στην κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ από το 2009, τονίζοντας ότι υπέστη ήττα στρατηγικού χαρακτήρα και “έπεσε υπονομευμένο”. Αυτό έγινε εφικτό, συνέχισε, αφότου το ΠΑΣΟΚ αποδέχτηκε ότι η κρίση πρέπει να γίνει ευκαιρία, με αποτέλεσμα να περάσουν οι πιο ακραίες πολιτικές νεοφιλελευθερισμού. Τόνισε επίσης, συμφωνώντας με τον κ. Βενιζέλο, ότι το ΔΝΤ στην Ελλάδα το έφερε η ανυπαρξία νομικού πλαισίου στην Ε.Ε. με ευθύνη της κ. Μέρκελ και του κ. Σαρκοζί. Ο ίδιος ανέφερε ότι είχε προτείνει να ακολουθήσει η κυβέρνηση αντικυκλική και όχι προκυκλική πολιτική, κάτι που, όπως είπε, δεν εισακούστηκε, ενώ υπήρξαν προτάσεις διαγραφής του για τον λόγο αυτό.

Επεσήμανε ακόμη ότι το ΠΑΣΟΚ αρνήθηκε να συζητήσει λανθασμένες αποφάσεις και επιλογές προσώπων και πολιτικών, καθώς και για την κατάσταση που παρέλαβε το 2009, όταν η χώρα “ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας”. Έκανε λόγο για “πρωτοφανείς εκβιασμούς” της κυβέρνησης Παπανδρέου “από εγχώρια και ξένα συμφέροντα”, αρνήθηκε να συζητήσει για την “ανατροπή” της κυβέρνησης Παπανδρέου, για τη διαγραφή 35 βουλευτών, καθώς και για το αίτημα για παραίτηση του κ. Παπανδρέου από την προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Αναφέρθηκε και στη μοναδική υποψηφιότητα για την ανάδειξη του νέου προέδρου του Κινήματος, τονίζοντας ότι αυτή η διαδικασία οδήγησε το ΠΑΣΟΚ σε μεγαλύτερη αποσυσπείρωση.

Για το θέμα της “κυβερνητικής συμμαχίας Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ” μίλησε και η πρώην υπουργός Γεωργίας, Κατερίνα Μπατζελή, η οποία τόνισε ότι “αυτή θα καρκινοβατεί όσο η χώρα βρίσκεται σε κρίση”. Επιπλέον, υποστήριξε ότι “αυτό το οποίο πρέπει να αποφασισθεί είναι ποιες είναι οι θέσεις του κόμματος για την έξοδο της χώρας από την κρίση”. Η κ. Μπατζελή επέμεινε αρκετά στο θέμα των συνεργασιών του ΠΑΣΟΚ με τον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο, λέγοντας ότι “δεν μπορεί να εγκλωβιζόμαστε στη μηχανιστική λογική του "ποιος θα απορροφήσει ποιον". Ποιανού το όνομα θα μπει ψηλά στην κορνίζα;”.

Παρασκηνιακά, ωστόσο, κυριάρχησε ένα άλλο θέμα, που αφορά στην εκλογή των καθοδηγητικών οργάνων και ειδικότερα αυτό του αριθμού των σταυρών που θα μπορεί να βάλει κάθε σύνεδρος, για την εκλογή των 120 μελών της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος. Επ' αυτού διαμορφώνονται δύο τάσεις: Η μία που υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρχει μικρός αριθμός σταυρών και η άλλη που επιθυμεί μεγαλύτερο, με το επιχείρημα ότι ο μικρός αριθμός δίνει απόλυτο έλεγχο των οργάνων στην ηγεσία του Κινήματος. Επίσης, υπήρξε σχετική δυσκολία στη συμφωνία των διάφορων πλευρών ως προς το πρόσωπο που θα αναλάβει την προεδρία του Συνεδρίου.

Το Συνέδριο σε αριθμούς

Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΚΑΠ, για την ανάδειξη των 3.132 συνέδρων ψήφισαν συνολικά 116.315 μέλη του ΠΑΣΟΚ.

Από το σύνολο των εκλεγμένων, 2.223 είναι άνδρες και 909 γυναίκες. Οι απόδημοι-μέλη του ΠΑΣΟΚ που ψήφισαν ήταν 1.810 και εξέλεξαν 63 συνέδρους. Από τον τομέα Επιστημόνων ψήφισαν 1.976, εκλέγοντας 59 και από τον τομέα Συνδικαλιστικού ψήφισαν 3.745, εκλέγοντας 119 συνέδρους. Οι αριστίδην σύνεδροι ανέρχονται στους 1069.