Η ερμηνεία των συμβάσεων

Τι λαμβάνουμε υπόψη

Πολλές φορές υπογράφουμε μία σύμβαση. Πολλές φορές μάλιστα δεν συνειδητοποιούμε καν ότι έχουμε υπογράψει μία σύμβαση, όπως, για παράδειγμα, όταν "κλείνουμε" ένα πακέτο διακοπών ή πατάμε το accept (Δέχομαι) σε ένα site, στο οποίο θέλουμε να πλοηγηθούμε.

Γενικά θα ήταν χρήσιμο να έχουμε υπόψη κάποια στοιχεία (γενικές αρχές) που πρέπει να έχουμε υπόψη όταν ερμηνεύουμε μία σύμβαση.

Έτσι, οι συμβάσεις ερμηνεύονται όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη.

Αν με τη σύμβαση τα αποτελέσματά της εξαρτήθηκαν από γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο (που ονομάζεται αίρεση  αναβλητική),  τα αποτελέσματα αυτά επέρχονται μόλις συμβεί το γεγονός (δηλαδή όταν γίνει η πλήρωση της αίρεσης ή πληρωθεί η αίρεση, όπως λέμε).

Αν με τη σύμβαση εξαρτήθηκε η ανατροπή των αποτελεσμάτων της από γεγονός  μελλοντικό και αβέβαιον (αίρεση διαλυτική), μόλις συμβεί το γεγονός αυτό (δηλαδή μόλις γίνει η πλήρωση της διαλυτικής αίρεσης) τότε  παύει η ενέργεια της σύμβασης και επανέρχεται αυτομάτως, η προηγούμενη κατάσταση που υπήρχε πριν την υπογραφή της σύμβασης.

Όποιος  έχει δικαίωμα που εξαρτάται από αίρεση, μπορεί, αν πληρώθηκε η αίρεση, να ζητήσει αποζημίωση από τον άλλο, εφόσον κατά τη διάρκεια της αβεβαιότητας –που ήταν δηλαδή σε εκκρεμότητα η πλήρωση ή μη της αίρεσης- ματαίωσε ή έβλαψε υπαίτια το δικαίωμα που εξαρτάται από την αίρεση.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΤΟ ΕΞΗΣ:

Μετά την πλήρωση της αίρεσης, κάθε διάθεση του αντικειμένου της σύμβασης,  που  επιχειρήθηκε όσο εκκρεμούσε η αίρεση, είναι αυτομάτως άκυρη, εφόσον ματαιώνει ή βλάπτει το αποτέλεσμα που εξαρτάται από την αίρεση. Το ίδιο ισχύει  και αν, όσο εκκρεμούσε η αίρεση, το αντικείμενο εκποιήθηκε με αναγκαστική εκτέλεση (δηλαδή με πλειστηριασμό).

Πότε έχουμε πλασματική πλήρωση ή μη πλήρωση της αίρεσης

Η αίρεση θεωρείται ότι πληρώθηκε, αν την πλήρωσή της εμπόδισε αντίθετα προς την καλή πίστη εκείνος που θα ζημιωνόταν από την πλήρωσή της.

Η αίρεση θεωρείται ότι  δεν πληρώθηκε, αν την πλήρωσή της προκάλεσε αντίθετα προς την καλή πίστη εκείνος που θα τον ωφελούσε η  πλήρωσή της.

Επισημαίνεται, επίσης, ότι:

- Αίρεση  ακατανόητη ή αντιφατική ή αίρεση, που προσδίνει παράνομο ή ανήθικο περιεχόμενο στη σύμβαση την καθιστά άκυρη.  

- Αίρεση αδύνατη ως αναβλητική καθιστά ακυρή τη δικαιοπραξία.

- Όταν πρόκειται για σύμβαση με αναβλητική αίρεση, τα στοιχεία της που αφορούν τον τύπο (π.χ τον συμβολαιογραφικό τύπο ή την μεταγραφή της στο Υποθηκοφυλακείο ή Κτηματολόγιο, εάν αντικείμενο της σύμβασης είναι ακίνητο) και το πρόσωπο κρίνονται με βάση το χρόνο της σύναψης της σύμβασης και τα  στοιχεία  που  αφορούν  το αντικείμενο της σύμβασης, κρίνονται με βάση το χρόνο της πλήρωσης της αίρεσης.

Τι συμβαίνει αν σε μία σύμβαση υπάρχει αναβλητική ή διαλυτική προθεσμία;                  

Αν με τη σύμβαση έχει οριστεί ότι τα αποτελέσματά της αρχίζουν από ορισμένο χρονικό σημείο (αναβλητική προθεσμία) ή παύουν από ορισμένο χρονικό σημείο (διαλυτική  προθεσμία), εφαρμόζονται αναλόγως όσα προαναφέρθηκαν για τις αναβλητικές και τις διαλυτικές αιρέσεις.

Bέβαια, εάν έχουμε έρθει στην κατάσταση να προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε μία σύμβαση, σημαίνει είτε ότι υπάρχει ασαφής, γενική και αόριστη διατύπωση των όρων της, οπότε έχουμε αμφιβολία ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εν λόγω σύμβαση είτε έχουμε να αντιμετωπίσουμε κάποια διαφορά έναντι του άλλου συμβαλλομένου, οπότε και πάλι μπαίνουμε στη διαδικασία ερμηνείας της σύμβασης.

Ειδικά τα σημεία που έχουν να κάνουν με αιρέσεις και προθεσμίες, ενδείκνυται να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής και μελέτης από τα συμβαλλόμενα μέρη.

Σαφέστατα, τα ως άνω προεκτεθέντα αποτελούν απλή παράθεση ορισμένων γενικών αρχών του αστικού δικαίου και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν νομική συμβουλή προς οιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Η κάθε περίπτωση είναι μοναδική και σε περίπτωση που παραστεί ανάγκη η επίλυση της εκάστοτε διαφοράς μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την συγκεκριμένη ανάθεση σε εξειδικευμένο νομικό σύμβουλο και νομικό παραστάτη.

Χρύσα Τσιώτση 
 
Δικηγόρος

[email protected]