Περιφερική αρτηριοπάθεια: η νόσος της βιτρίνας

Περιφερική αρτηριοπάθεια: η νόσος της βιτρίνας

Λίγες παθήσεις στην ιατρική έχουν τόσο χαρακτηριστική εκδήλωση όσο η περιφερική αγγειοπάθεια

Του Αναστάσιου Χρονόπουλου
Αγγειοχειρουργού, Διευθυντή Α΄ Αγγειοχειρουργικό Τμήμα, Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center

Λίγες παθήσεις στην ιατρική έχουν τόσο χαρακτηριστική εκδήλωση όσο η περιφερική αγγειοπάθεια. Η δυσκολία στο περπάτημα, που γλαφυρά περιγράφεται σαν «νόσος της βιτρίνας» (οι πάσχοντες αποκρύπτουν την δυσκολία στη βάδιση λέγοντας ότι σταματούν να δουν τις βιτρίνες!), είναι σχεδόν αποδεικτικό της περιφερικής αρτηριοπάθειας.

Με τον όρο αρτηριοπάθεια εννοούμε την εμφάνιση στενώσεων ή / και αποφράξεων κατά μήκος των αρτηριών των κάτω άκρων, που έχουν σαν αποτέλεσμα την μειωμένη ροή αίματος. Έτσι, όταν κατά την βάδιση αυξάνονται οι ανάγκες σε οξυγόνο στα πόδια, δεν επαρκεί η παροχή του μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι ο πόνος που εμφανίζεται μετά από άσκηση στην γάμπα ή / και σε ολόκληρο το σκέλος, ανάλογα με την εντόπιση και τον βαθμό της στένωσης.

Η πάθηση αυτή αφορά άνδρες (συχνότερα) και γυναίκες και η συχνότητά της αυξάνεται με την ηλικία, έτσι ώστε άτομα άνω των 70 ετών να έχουν περιφερική αρτηριοπάθεια σε ποσοστό 15-20%!

Επιβαρυντικοί παράγοντες είναι το κάπνισμα, το σάκχαρο, η υπερλιπιδαιμία, η υπέρταση και - ως ένα βαθμό - η κληρονομικότητα.

Η αγγειοπάθεια σε αρχικά στάδια δεν δίνει συμπτώματα. Όταν εμφανιστούν (με την μορφή της διαλείπουσας χωλότητας), η πρώτη γραμμή αντιμετώπισης είναι ο έλεγχος των επιβαρυντικών παραγόντων όπως του καπνίσματος, της αρτηριακής πίεσης, της υπελιπιδαιμίας και του σακχάρου.

Βασικό και αναντικατάστατο μέτρο είναι η συστηματική άσκηση. Παράλληλα, χορηγούμε φάρμακα, όπως αντιαιμοπεταλιακά (πχ. ασπιρίνη) και αγγειοδιασταλτικά. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, με αυτά τα μέτρα έχουμε βελτίωση των συμπτωμάτων.

Εάν έχουμε επιδείνωση και αφού προηγηθούν απεικονιστικές εξετάσεις (όπως έγχρωμο υπερηχογράφημα, αξονική / μαγνητική /κλασική αγγειογραφία) προχωράμε σε επεμβατική /χειρουργική αντιμετώπιση. Σε αυτή την περίπτωση και ανάλογα την βλάβη μπορεί να γίνει διάνοιξη με μπαλονάκι ή / και stent , παράκαμψη (bypass) με βιολογικό η συνθετικό μόσχευμα και, σε κάποιες περιπτώσεις, με συνδυασμό αυτών των τεχνικών.

Παρά την συχνότητά της, η αρτηριοπάθεια είναι σχετικά καλοήθης πάθηση, αφού, με τα κατάλληλα μέτρα, μόνο ένα μικρό ποσοστό των πασχόντων εμφανίζει κλινική επιδείνωση και, από όσους χρειαστούν επεμβατική αντιμετώπιση, ένα μικρό ποσοστό κινδυνεύει τελικά με ακρωτηριασμό (κυρίως οι διαβητικοί).

Αν και η περιφερική αρτηριοπάθεια μπορεί να εντοπιστεί από ιατρούς διάφορων ειδικοτήτων, ο κατάλληλος για την παρακολούθηση και την αντιμετώπιση του ασθενούς είναι ο αγγειοχειρουργός.

Αυτός έχει την γνώση και την εκπαίδευση να επιλέξει την κατάλληλη μέθοδο αντιμετώπισης ανάλογα την περίπτωση ώστε να υπάρξει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.