Nέο ρεκόρ για τις ελληνικές εξαγωγές

Nέο ρεκόρ για τις ελληνικές εξαγωγές

Ξεπέρασαν μέσα σε 7 μήνες τα 30 δισ. ευρώ - Εκτινάχθηκαν κατά 49% οι εισαγωγές

Με αμείωτο ρυθμό συνεχίστηκε η ανοδική πορεία των ελληνικών εξαγωγών και τον Ιούλιο του 2022, με αποτέλεσμα όχι μόνο να ξεπεράσουν τα 30 δισ. ευρώ, αλλά και να πλησιάσουν τα 31 δισ. ευρώ από το α’ επτάμηνο του έτους, επίδοση που συνιστά νέο ρεκόρ.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, πως στο σύνολο του 2020 η επίδοση ήταν χαμηλότερη από το α’ επτάμηνο 2022 (εξαγωγές έτους 2020: 30,7 δισ.), ενώ το 2021 ξεπεράσαμε τα 31 δισ. στο α’ δεκάμηνο του έτους, ήτοι τον Οκτώβριο (εξαγωγές Ιανουάριος-Οκτώβριος 2021: 32,4 δισ.). Τα στοιχεία αποδεικνύουν, πως οι προβλέψεις του ΣΕΒΕ για νέο ρεκόρ εξαγωγών το 2022 θα επιβεβαιωθούν πλήρως, με τις επιδόσεις να ξεπερνάνε κατά πολύ τα 45 δισ. και να επιτυγχάνεται ο στρατηγικός στόχος που έχει θέσει από το 2019 ο ΣΕΒΕ για ενίσχυση συμμετοχής των εξαγωγών αγαθών στο ΑΕΠ σε 25%.

Αντίστοιχη ανοδική πορεία κατέγραψαν και οι εισαγωγές, με αύξηση 37,3% τον Ιούλιο και 49% στο επτάμηνο, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να ξεπεράσουν τα 51,6 δισ. στο διάστημα Ιανουάριος-Ιούλιος και να διαμορφώσουν έλλειμμα ύψους 20,7 δισ. στο εμπορικό ισοζύγιο αγαθών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα η Ελληνική Στατιστική Αρχή και επεξεργάστηκε το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ, οι εξαγωγές για το μήνα Ιούλιο 2022 διαμορφώθηκαν σε 4.971,4 εκατ., έναντι 3.553,8 εκατ. τον Ιούλιο του 2021 και 2.929,1 εκατ. τον Ιούλιο του 2020, με τη διαφορά να ανέρχεται σε 1.417,6 εκατ. (δηλαδή 39,9%) και 2.042,3 εκατ. (δηλαδή 69,7%) αντίστοιχα. Οι ελληνικές εισαγωγές αγαθών πλησίασαν τα 8 δισ. και έφτασαν τα 7.967,9 εκατ. έναντι 5.801,5 εκατ. πέρυσι με την αύξηση να διαμορφώνεται σε 2.166,4 εκατ., δηλαδή 37,3%. Το εμπορικό ισοζύγιο παρουσίασε έλλειμμα ύψους 2.996,5 εκατ., υψηλότερο κατά 33,3% (ήτοι 748,8 εκατ.) συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα του 2021.

Χωρίς τα πετρελαιοειδή, οι ελληνικές εξαγωγές τον Ιούλιο ήταν αυξημένες κατά 468,7 εκατ., δηλαδή 17,8% και διαμορφώθηκαν σε 3.095,3 εκατ. έναντι 2.626,6 εκατ. τον Ιούλιο του 2021 και 2.360,3 εκατ. τον Ιούλιο του 2020. Ομοίως, οι εισαγωγές διαμορφώθηκαν σε 5.082,2 εκατ., όντας αυξημένες κατά 802 εκατ., δηλαδή 18,7% συγκριτικά με πέρυσι, ενώ το εμπορικό έλλειμμα ανήλθε σε 1.986,9 εκατ., αυξημένο κατά 333,3 εκατ., δηλαδή 20,2% συγκριτικά με τον Ιούλιο 2021.

Σε ό,τι αφορά στις εξαγωγικές μας επιδόσεις στο διάστημα Ιανουάριος-Ιούλιος 2022, αυτές σημείωσαν νέο ρεκόρ ξεπερνώντας ήδη τα 30 δισ. Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές ανήλθαν σε 30.977,2 εκατ. έναντι 22.168,4 εκατ. πέρυσι και 17.742,2 εκατ. πρόπερσι, με την αύξηση να διαμορφώνεται σε 8.808,8 εκατ. (δηλαδή 39,7%) και 13.235,0 εκατ. (δηλαδή 74,6%) αντίστοιχα.

Οι εισαγωγές εκτινάχθηκαν σε 51.644,0 εκατ. αυξημένες κατά 16.977,6 εκατ., δηλαδή 49% συγκριτικά με το α’ επτάμηνο 2021, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο παρουσίασε έλλειμμα ύψους 20.666,8 εκατ. Αφαιρώντας τα πετρελαιοειδή, οι εξαγωγές διαμορφώθηκαν σε 20.267,7 εκατ., αυξημένες κατά 3.816,3 εκατ., δηλαδή 23,2% συγκριτικά με πέρυσι, ενώ οι εισαγωγές ανήλθαν σε 35.213,5 εκατ., αυξημένες κατά 8.494,8 εκατ., δηλαδή 31,8% συγκριτικά με το α’ επτάμηνο του 2021.

Σημαντική αύξηση εξαγωγών κατέγραψαν όλοι οι κλάδοι στο α’ επτάμηνο του 2022 συγκριτικά με πέρυσι και συγκεκριμένα: τα βιομηχανικά κατά 1.408,9 εκατ., δηλαδή 40,8%, τα τρόφιμα κατά 644,6 εκατ., δηλαδή 18,9%, τα χημικά κατά 197,1 εκατ., δηλαδή 5,7%, τα μηχανήματα και οχήματα κατά 559,5 εκατ., δηλαδή 25,7%, τα διάφορα βιομηχανικά προϊόντα κατά 446,5 εκατ., δηλαδή 28,3%, οι πρώτες ύλες κατά 100,5 εκατ., δηλαδή 10,1%, τα ποτά και καπνά κατά 64,7 εκατ., δηλαδή 11,5%, τα λίπη και έλαια κατά 41,6 εκατ., δηλαδή 9,2% και τα μη ταξινομημένα προϊόντα κατά 133,5 εκατ., δηλαδή 45,9%.

Αναφορικά με τους σημαντικότερους εξαγωγικούς προορισμούς, τα κράτη-μέλη της ΕΕ (27) απορρόφησαν το 54,3% των ελληνικών εξαγωγών, ήτοι 16.817,4 εκατ., ενώ οι Τρίτες Χώρες το 45,7%, ήτοι 14.159,8 εκατ. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, στην ΕΕ (27) απεστάλη το 66% και στις Τρίτες Χώρες το 34%, ποσοστά τα οποία αντιστοιχούν σε 13.385,5 εκατ. και 6.882,2 εκατ. αντίστοιχα.