Ελαστικότερα κριτήρια για τον τραπεζικό δανεισμό ζητούν οι επιχειρήσεις

Ελαστικότερα κριτήρια για τον τραπεζικό δανεισμό ζητούν οι επιχειρήσεις

Τι απάντησε στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών

Το πρόβλημα πρόσβασης των επιχειρήσεων στην ρευστότητα, περιέγραψαν οι εκπρόσωποι των παραγωγικών φορέων οι οποίοι μετέχουν στη συζήτηση που εξελίσσεται σήμερα στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής και ζήτησαν «ελαστικοποίηση» των αυστηρών τραπεζικών κριτηρίων δανεισμού των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Ο Ιωάνης Μπρατάκος, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, είπε ότι σήμερα το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι η ρευστότητα. Όπως επισήμανε ο κ. Μπρατάκος, οι επιπτώσεις της πανδημίας, η μείωση των εισοδημάτων, η πτώση του τζίρου, η μείωση των εξαγωγών, συνδυαστικά με το υψηλό κόστος του τραπεζικού δανεισμού, με το υψηλό κόστος των ασφαλιστικών και των φορολογικών επιβαρύνσεων, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, καθιστούν την ελληνική μικρομεσαία επιχειρηματικότητα σε πολύ δύσκολη θέση. Ανέφερε εξάλλου, ότι «οι αστρονομικές αυξήσεις στο κόστος της ενέργειας, στο φυσικό αέριο και στις τιμές του πετρελαίου, εάν δεν είναι παρωδικές, θα δημιουργήσουν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα στην επιχειρηματικότητα».

Ο κ. Μπρατάκος επισήμανε ότι το μέσο μέγεθος της ελληνικής επιχείρησης είναι κατά πολύ χαμηλότερο σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης και το μικρό τους μέγεθος κάνει τις επιχειρήσεις μη ανταγωνιστικές και απαιτούνται κεφάλαια για να αυξηθεί το μέγεθος τους, απαιτείται να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση. «Οι τράπεζες δεν έχουν αναλάβει τον πολύ σημαντικό ρόλο που τους αναλογεί, παρά την απαιτούμενη ρευστότητα που έχουν ήδη λάβει», είπε και πρόσθεσε ότι οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από τις επιχειρήσεις για να είναι αξιόχρεες και να λάβουν χρηματοδότηση, είναι αδύνατο να πληρούνται από τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων.

«Οι τράπεζες καλούνται να αναλάβουν σημαντικό ρόλο έτσι ώστε να βοηθήσουν στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας και μάλιστα τώρα που είναι και απελευθερωμένες από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Πρέπει να μειώσουν τη γραφειοκρατία, να περιορίσουν τους απαγορευτικούς όρους και να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Πρέπει να διαβάζουν σωστά τους ισολογισμούς, να μελετούν τα επιχειρηματικά σχέδια των επιχειρήσεων και να εξετάσουν τη βιωσιμότητα και την προοπτική των επιχειρήσεων και των κλάδων τους», είπε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και υπογράμμισε ότι είναι ανάγκη σήμερα οι τράπεζες να έρθουν σε συνεννόηση με τον ιδιωτικό τομέα και να διαδραματίσουν το ρόλο του σημαντικού αρωγού.

Ο Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου, πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, επισήμανε ότι το 85% των επιχειρήσεων είναι εκτός δανεισμού. «Όταν η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, στις συναντήσεις που κάναμε, αναγνωρίζει ότι το 85% των επιχειρήσεων είναι εκτός κάθε δανεισμού, ουσιαστικά αποδέχεται ότι δεν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα τραπεζική στήριξη στις επιχειρήσεις», είπε ο κ. Χατζηθεοδοσίου και επισήμανε ότι «40.000 επιχειρήσεις, το έτος 2020, πήραν κάποια μορφή δανεισμού, δηλαδή πήρε μόλις το 7% ενώ το 93% των επιχειρήσεων δεν είχε καμία μορφή δανεισμού».

Στο κλίμα αυτό, ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος εκτίμησε πως «όταν λέμε ότι τα προγράμματα ΕΣΠΑ και τα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης, θα προχωρήσουν μέσω των Τραπεζών, είναι σαν να λέμε, εκ προοιμίου, ότι θα εξαιρεθεί το 85% των επιχειρήσεων». Ο κ. Χατζηθεοδοσίου προειδοποίησε για αφελληνισμό των επιχειρήσεων και ζήτησε σχέδιο για το χρέος των επιχειρήσεων, ιδίως αυτό που δημιουργήθηκε στην πανδημία, και σχέδιο εκσυγχρονισμού των επιχειρήσεων. «Είναι θέμα πολιτικής βούλησης ποια οικονομία θέλουμε στο μέλλον. Εμείς θα υπερασπίσουμε τις μικρές επιχειρήσεις γιατί το κέρδος και για την Πολιτεία θα είναι μεγαλύτερο με τη σωτηρία τους παρά με το κλείσιμο τους», είπε ο κ. Χατζηθεοδοσίου.

Ο Γιώργος Καββαθάς από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων, ζήτησε να προσαρμοστούν τα τραπεζικά κριτήρια στα ελληνικά δεδομένα. Όπως τόνισε, τα στοιχεία δείχνουν ότι το 93% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα αποκλείονται από τον τραπεζικό δανεισμό και συνεπώς «το μεγάλο πρόβλημα είναι να προσαρμόσουμε τα τραπεζικά κριτήρια στα ελληνικά δεδομένα ή τουλάχιστον να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για την αύξηση των επιχειρήσεων στον δανεισμό».

Ο κ. Καββαθάς ζήτησε δημιουργία οδηγού χρηματοδότησης ώστε ο κάθε επαγγελματίας να ξέρει τους κανόνες πρόσβασης στο τραπεζικό σύστημα, τις προϋποθέσεις και τους όρους που πρέπει να πληροί μια επιχείρηση για να έχει πρόσβαση. Ζήτησε επίσης δημιουργία χρηματοδοτικών εργαλείων εξειδικευμένων για τις μικρές επιχειρήσεις που χρειάζονται συμβουλευτική στήριξη για να λάβουν δάνειο και για να το εξυπηρετήσουν. Αναγκαίο χαρακτήρισε και τον ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων, με αντίστοιχη χρηματοδοτική στήριξη, ώστε να μην εξαφανιστούν οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις.

Ο Γιώργος Καρανίκας, πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, ανέφερε ότι ο αποκλεισμός των επιχειρήσεων από τον τραπεζικό δανεισμό εξαιτίας των αυστηρών τραπεζικών κριτηρίων, είναι σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα του επιχειρηματικού κόσμου και απαιτούνται δραστικές και άμεσες αποφάσεις. Το τοπίο αυτό, όπως τόνισε έχει δημιουργηθεί αν και οι τράπεζες έχουν αντλήσει φθηνή ρευστότητα από τα έκτακτα προγράμματα της ΕΚΤ με μηδενικά ακόμα και με αρνητικά επιτόκια αλλά δυστυχώς μέχρι και σήμερα δεν έχουν ανταποκριθεί, σε μεγάλο βαθμό, στις ανάγκες της αγοράς.

Σε όλα αυτά, ο κ. Καρανίκας ζήτησε να ληφθεί υπόψη και η κατακόρυφη ενίσχυση των καταθέσεων, κατά περίπου 29 δισ. ευρώ, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για να τονίσει πως «με αυτά τα δεδομένα, είναι απορίας άξιο γιατί υπάρχει αυτή η αρνητική στάση του πιστωτικού συστήματος στη διοχέτευση περισσότερων πόρων στις μικρότερες επιχειρήσεις και κυρίως γιατί δεν προβαίνουν στην ελαστικοποίηση των υφιστάμενων τραπεζικών κριτήριων».

Η Αθηνά Χατζηπέτρου, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, ανέφερε ότι πρωταρχικός στόχος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας ήταν να δράσει με ταχύτητα στην πανδημία. Ανασχεδιάστηκαν και μέχρι στιγμής λειτουργούν 8 προϊόντα, όπως ανέφερε και πρόσθεσε ότι η εκταμίευση το 2020 και το 2021 υπερβαίνει τα 7,8 δισ. ευρώ. Το δημόσιο χρήμα που χρησιμοποιήθηκε για τα 7,8 δισ. ήταν, όπως είπε η κ. Χατζηπέτρου ήταν 2,3 δισ.

«Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα είναι συνεπώς φορέας άσκησης πολιτικής και δόθηκε συντελεστής μόχλευσης που υπερβαίνει το 3 για να μπουν στην αγορά δάνεια 7,8 δισ.», είπε και πρόσθεσε ότι τα 34.000 ΑΦΜ που στηρίχθηκαν από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα μέσω δανείων, το 2019 είχαν αθροιστικό τζίρο που υπερέβαινε τα 160 δισ. και άρα στηρίχθηκαν επιχειρήσεις που συμμετείχαν σε ποσοστό άνω του 60% στο παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας.

Η στήριξη αφορούσε σε ποσοστό 72% επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερα από 10 άτομα και με τζίρο κάτω των 2 εκατομμυρίων. Από το σύνολο των 7,8 δισ. ευρώ, τα 6,1 δισ. απευθύνθηκαν σε πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η πρόεδρος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας τάχθηκε υπέρ της ύπαρξης μόνιμου μηχανισμού προγραμμάτων επιμερισμού ρίσκου στο μέλλον, για να έχει συγκεκριμένη στόχευση και επιλεξιμότητα, κατά εποχές.

Ράπανος: Δεν μπορούμε να παραβούμε τα ευρωπαϊκά κριτήρια υγιούς χρηματοδότησης

«Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εισέρχεται σε μια νέα περίοδο» ανέφερε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Βασίλης Ράπανος κατά την εισηγητική ενημέρωση που έκανε στην Επιτροπή Οικονομικών σχετικά με τη τραπεζική ρευστότητα στην πραγματική αγορά. Επισήμανε πως οι τράπεζες έχουν καταβάλει μια μεγάλη προσπάθεια για την εξυγίανση των ισολογισμών τους και τη δραστική μείωση των κόκκινων δανείων σημείωσε ότι εκτιμάται πως αυτά στο τέλος του 2022 θα διαμορφωθούν σε μονοψήφιο ποσοστό.

Σχετικά με τη δανειοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων το 8μηνο του 2021, ο κ. Ράπανος είπε ότι δόθηκαν περί τα 5,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,6 δισ. ευρώ σε επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο των 5 εκατομμύριών και τα άλλα περίπου 3 δισ. ευρώ σε επιχειρήσεις που έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από 5 εκατ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος κατευθύνθηκε στους κλάδους της ενέργειας, των τροφίμων και ποτών, του χονδρικού και λιανικού εμπορίου, στις κατασκευές και στον αγροτικό τομέα. Εάν σε αυτά προστεθούν και αυτά που δόθηκαν σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις, σε ομολογιακά δάνεια και κοινοπρακτικά, το σύνολο της χρηματοδότησης συνολικά το 8μηνο ανήλθε στα 11,2 δισ. ευρώ από τα οποία τα 8,9 είναι από ίδια κεφάλαια των τραπεζών.

Ο πρόεδρος της ΕΕΤ παρατήρησε πως «παρά το γεγονός ότι επιδιώκουμε να αυξήσουμε την πελατεία μας, να διοχετεύσουμε την αυξημένη ρευστότητα, δεν μπορούμε να παραβούμε τους βασικούς κανόνες υγιούς χρηματοδότησης και τα κριτήρια τα οποία επιβάλλουν οι ρυθμιστικές αρχές, δηλαδή η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή».

Βασικά στοιχεία, όπως εξήγησε , που δεν μας επιτρέπει να δανειοδοτήσουμε μικρές επιχειρήσεις είναι ότι πολλές από αυτές δεν διαθέτουν οικονομικά στοιχεία, βαρύνονται με κόκκινα δάνεια, δεν έχουν φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα ή έχουν αρνητικά η ανεπαρκή κεφάλαια. Σημείωσε ότι ο κύκλος εργασιών ανά εργαζόμενο στις πολύ μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν έως 9 άτομα είναι ο μικρότερος στην ΕΕ όπως και ο δείκτης της παραγωγικότητας της εργασίας, ενώ στην Ελλάδα έχουμε το υψηλότερο ποσοστό αυτοαπασχολούμενων.

Ειδικά για τις χορηγήσεις δανείων σε ΜμΕ σε σχέση με το σύνολο των δανείων στον επιχειρηματικό τομέα είπε ότι αποτελούν το 53,7%, ποσοστό υψηλότερο από χώρες όπως η Ισπανία, Ιρλανδία, Ολλανδία , Γαλλία και Ιταλία, ενώ σε ό,τι αφορά τη διεθνοποίηση των επιχειρήσεων αυτών, μόλις το 5,3% εξάγουν και μόνο το 6,3% εισάγουν από την ΕΕ.

Ο πρόεδρος της ΕΕΤ προκειμένου να διευρυνθεί η δυνατότητα της τραπεζικής δανειοδότησης ζήτησε από την Πολιτεία να συνεχίσει τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις ώστε να έχουμε μόνιμη και υψηλή ανάπτυξη και να δοθούν κίνητρα για επιχειρηματικές συγχωνεύσεις και συνεργασίες για να βελτιώσουν τις δυνατότητές τους.

Αναφερόμενος στα παράπονα που υπάρχουν από τη συρρίκνωση του τραπεζικού δικτύου, ανέφερε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν 1.702 καταστήματα τραπεζών σε όλη την επικράτεια, τα ΑΤΜ είναι 6.000 ενώ οι ηλεκτρονικές συναλλαγές και λόγω της πανδημίας έχουν αυξηθεί κατά 200%, περίπου, τα τελευταία χρόνια.

Τέλος, ο κ. Ράπανος αναφέρθηκε στις δράσεις κοινωνικής ευθύνης που έχουν προχωρήσει οι τράπεζες τα τελευταία χρόνια σημειώνοντας πως και αυτές έχουν θετικό κοινωνικό πρόσημο όπως τα 3,5 εκατομμύρια ευρώ στο ΕΣΥ, τις αναστολές δόσεων σε δανειολήπτες περιοχών που επλήγησαν από φυσικές καταστροφές. Όπως και τα 6,1 εκατ. ευρώ που συνέδραμαν το ελληνικό Δημόσιο για τον εκσυγχρονισμό πλατφορμών των υπουργείων Οικονομικών και Ανάπτυξης.