«Όχι» της Downing Street σε νέο δημοψήφισμα για το Brexit

«Όχι» της Downing Street σε νέο δημοψήφισμα για το Brexit

Απάντηση στη δωρεά του Σόρος σε οργάνωση κατά της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ

«Η κυβέρνηση της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι δεν θα διενεργήσει δεύτερο δημοψήφισμα για την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ», δήλωσε σήμερα ο εκπρόσωπός της μετά την οικονομική συνεισφορά του δισεκατομμυριούχου Τζορτζ Σόρος στην εκστρατεία κατά του Brexit.

«Υπάρχουν πολλές πολιτικές ομάδες και ομάδες εκστρατείας σε αυτή τη χώρα, αυτό είναι απολύτως σωστό και ό, τι θα περίμενε κανείς σε μια δημοκρατία», δήλωσε ο εκπρόσωπος σε δημοσιογράφους. Υπογράμμισε ωστόσο, ότι «η θέση της πρωθυπουργού σε αυτό το θέμα είναι ξεκάθαρη: Η χώρα ψήφισε υπέρ της αποχώρησης από την ΕΕ, αυτό είναι που θα τηρήσουμε και δεν θα υπάρξει δεύτερο δημοψήφισμα».

Σημειώνεται ότι ο αμερικανός δισεκατομμυριούχος έδωσε 400.000 στερλίνες σε φιλοευρωπαϊκή οργάνωση, που προσπαθεί να επηρεάσει την ψήφο των βρετανών βουλευτών επί της τελικής συμφωνίας για το Brexit, όπως δήλωσε ο πρόεδρος του Best for Britain Μαρκ Μάλοκ-Μπράουν. «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι απογοητευμένοι» από το Brexit δήλωσε ο Μάρκ Μάλοκ-Μπράουν σήμερα στο BBC και συμπλήρωσε ότι «αυτή η εκστρατεία έχει ως στόχο την κινητοποίηση της κοινής γνώμης υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ώστε να δηλωθεί στους βουλευτές αυτή η αλλαγή στην κοινή γνώμη, όταν το Κοινοβούλιο θα ψηφίσει» επί της τελικής συμφωνίας για το Brexit.

Από το βήμα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, ο Τζορτζ Σόρος προέβλεψε, ότι η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι δεν θα παραμείνει για πολύ στην εξουσία και δήλωσε, ότι οι Βρετανοί θέλουν να αγνοούν τις οικονομικές συνέπειες του Brexit. «Η σημερινή οικονομική κατάσταση δεν είναι τόσο κακή, όσο είχε προβλεφθεί, ζουν με την ελπίδα, αλλά στο μέτρο που το νόμισμα υποτιμάται και ο πληθωρισμός αποτελεί την κινητήρια δύναμη, αυτό θα προκαλέσει υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου» είπε ο Σόρος και συμπλήρωσε ότι «θα πάρει καιρό, αλλά όταν θα γίνει, θα καταλάβουν ότι κερδίζουν λιγότερα από πριν, διότι οι μισθοί δεν θα αυξάνονται με τους ρυθμούς της αύξησης του κόστους διαβίωσης».