28 Νοεμβρίου 1989, η νύχτα που δραπέτευσε η Κομανέτσι

28 Νοεμβρίου 1989, η νύχτα που δραπέτευσε η Κομανέτσι

Τα μετάλλια, η απόπειρα αυτοκτονίας η κακοποίηση από τον γιο του Τσαουσέσκου και η νύχτα της μεγάλης φυγής...

Ήταν 28 Νοεμβρίου 1989 και εκείνη την ημέρα στο αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης υπήρχε μια ιδιαίτερη άφιξη... Όχι μόνο λόγω της προσωπικότητας που έφτανε στην αμερικανική μητρόπολη, αλλά και του τρόπου με τον οποίο αυτή η προσωπικότητα είχε φύγει από την πατρίδα της.

Η Νάντια Κομανέτσι, η θρυλική Ολυμπιονίκης και κορυφαία αθλήτρια της ενόργανης γυμναστικής, το πρώτο «τέλειο δέκα» της ιστορίας, είχε αυτομολήσει από την Ρουμανία αναζητώντας διέξοδο στη Δύση, σε μια εποχή που ο Ψυχρός Πόλεμος έφτανε στο τέλος του, αλλά δεν είχε τελειώσει.

Στις ΗΠΑ έφτασε μια ημέρα σαν σήμερα. Ο πρώτος άνθρωπος που την υποδέχθηκε ήταν ο προπονητής της, Μπέλα Κάρολι, ο οποίος δήλωνε: «Είμαι ευτυχισμένος, γιατί τελικά έκανε το μεγάλο βήμα, που θα την οδηγήσει σε μια ελεύθερη ζωή».
Στην Αμερική συνάντησε κάποια στιγμή και τον πρώην γυμναστή Μπαρτ Κόνερ, με τον οποίο γνωρίζονταν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1976. Συνδέθηκε μαζί του και το 1996, όταν πλέον η Ρουμανία είχε απαλλαγεί από το καθεστώς Τσαουσέσκου και όλα αυτά ανήκαν στο παρελθόν, επέστρεψε για πρώτη φορά στην πατρίδα της και τέλεσε εκεί τον γάμο της. Με τον Κόνερ απέκτησαν έναν γιο, τον Ντίλαν.

Η απόπειρα αυτοκτονίας και η κακοποίηση από τον γιο του Τσαουσέσκου

Από τη στιγμή που η Κομανέτσι, σε ηλικία 14 ετών, «κατακτούσε» τον κόσμο με την τελειότητά της στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ, μέχρι εκείνη τη νύχτα που δραπέτευσε, η ζωή της υπήρξε μια ολόκληρη περιπέτεια.
Το «άστρο» της έλαμψε για πρώτη φορά το 1976 στο Μόντρεαλ και σχεδόν αμέσως ξεκίνησαν και τα προβλήματα. Οι γονείς της πήραν διαζύγιο, γεγονός που η ίδια έχει πει ότι την κλόνισε ψυχολογικά και λίγο καιρό μετά το αυταρχικό καθεστώς αποφάσισε να την υποχρεώσει να αλλάξει προπονητή κι έτσι να χάσει τον Μπέλα Κάρολι,δάσκαλο και μέντορά της, τον άνθρωπο στον οποίο ως αθλήτρια χρωστούσε τα πάντα, επειδή είχε τη φήμη του αντικαθεστωτικού.

Η ψυχολογία της Κομανέτσι διαλύθηκε και έκανε απόπειρα αυτοκτονίας, καταπίνοντας χλωρίνη. Οι γιατροί έδωσαν μάχη για να την επαναφέρουν, αν και η ίδια αργότερα το απέδωσε σε λάθος και όχι σε πρόθεσή της να πεθάνει.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας το 1980 η Κομανέτσι κατέκτησε κι άλλα χρυσά μετάλλια, όμως αυτή ήταν ουσιαστικά η τελευταία μεγάλη εμφάνισή της στα γυμναστήρια. Ήδη κυκλοφορούσαν κάποιες φήμες για τη σχέση της με τον γιο του Τσαουσέσκου. Τότε, ουδείς τολμούσε στη Ρουμανία να περιγράψει διαφορετικά αυτός το... είδος της «σχέσης».
Πολλά χρόνια αργότερα αποκαλύφθηκε πως η 17χρονη Νάντια ζούσε εκείνη την εποχή έναν διαρκή εφιάλτη, καθώς ο υιός Τσαουσέσκου, εκμεταλλευόμενος την εξουσία του, την κακοποιούσε συστηματικά χωρίς επιπτώσεις.

Η νύχτα της μεγάλης απόδρασης

Το 1981 ο προπονητής της Μπέλα Κάρολι, ενώ μετείχε σε περιοδεία μιας ομάδας γυμναστικής στις ΗΠΑ, διέφυγε και ζήτησε πολιτικό άσυλο μαζί με τη σύζυγό του. Το καθεστώς Τσαουσέσκου, φοβούμενο πως μπορεί και η Κομανέτσι να επιδιώξει κάτι ανάλογο και τον διεθνή θόρυβο που θα προκαλούσε ένα τέτοιο περιστατικό, την έθεσε υπό αυστηρή παρακολούθηση και της απαγόρευσε την έξοδο από τη χώρα.
Χρόνο με το χρόνο η Νάντια Κομανέτσι βίωνε μια ασφυκτική κατάσταση. Και το 1989, σε ηλικία 28 ετών, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Μαζί με άλλους έξι Ρουμάνους κατέφυγαν αρχικά σε ένα ορεινό σπιτάκι, περίπου 15 μίλια από τα σύνορα, και από εκεί την ίδια νύχτα, πέρασαν κρυφά στην Ουγγαρία. Τη φυγάδευσή της είχε αναλάβει ένας άλλος Ρουμάνος, ο Κονσταντίν Πανάιτ, ο οποίος ζούσε μόνιμα στην Αμερική.
Με τη βοήθειά του μετέβη στην Αυστρία, όπου αμέσως πήγε στην αμερικανική πρεσβεία και ζήτησε πολιτικό άσυλο. Η είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου και τα ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδιδαν με έκτακτα τηλεγραφήματα πως «η Νάντια Κομανέτσι άφησε πίσω της ένα πολυτελέστατο διαμέρισμα, ένα αυτοκίνητο και την οικονομική ασφάλεια, για χάρη της ελευθερίας»....

«Εκείνη την εποχή, το να έφευγε κάποιος κρυφά στο εξωτερικό σήμαινε ότι χανόταν για πάντα. Θα ήταν αδύνατον πλέον να επιστρέψει. Ήταν ταξίδι χωρίς γυρισμό. Ουδέποτε το είπα στη μητέρα μου, γιατί ήμουν σίγουρη πως θα πάθαινε καρδιακή προσβολή. Το είπα μόνο στον αδελφό μου. Ήταν μια σκληρή νύχτα που δεν θα ήθελα να θυμάμαι», θα αναφέρει σε συνέντευξή της πολλά χρόνια αργότερα η Νάντια Κομανέτσι.