Η παιδική εργασία στην Ελλάδα

 Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Παιδικής Εργασίας (12 Ιουνίου) η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ)τονίζει ορθά την ανάγκη αποτελεσματικής αντιμετώπισης του φαινόμενου σε εθνική και διεθνή κλίμακα. Οι Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας αρ. 138 και αρ.189 με τις αντίστοιχες συστάσεις της ΔΟΕ επιχειρούν να εμπλουτίσουν το νομικό πλαίσιο που ισχύει σε κάθε κράτος- μέλος της ΔΟΕ. Κατά κανόνα, απαγορεύεται η εργασία των ανηλίκων κάτω των 15 ετών , ενώ η εργασία ανηλίκων άνω των 15 ετών και έως την ενηλικίωσή τους προβλέπεται υπό προυποθέσεις. Όμως η διεθνής οικονομική κρίση επηρεάζει σημαντικά την λειτουργία της αγοράς εργασίας. Αναπόφευκτα οι ανήλικοι αποτελούν ευάλωτη κοινωνική ομάδα που έχει ανάγκη πρόσθετης προστασίας. Και τούτο διότι η αύξηση της ανεργίας , ιδίως των νέων, αλλά και η αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης με μείωση του μισθολογικού κόστους συνεπάγονται δυσμενείς συνέπειες για πολλές οικογένειες και οδηγούν ανήλικους στην εγκατάλειψη των σπουδών τους και στην δυσχερή αναζήτηση εργασίας, συχνά υπό δυσμενείς συνθήκες , τόσο μισθολογικά όσο και ως προς τους όρους εργασίας.

Στο θέμα αυτό ο θεσμός του Βοηθού Συνήγορου του Παιδιού στη χώρα μας είναι σημαντικός. Η χώρα μας έχει κυρώσει με νόμο την από έτους 1989 ψηφισμένη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (με ν. 2101/1992, βλ. ιδίως εν προκειμένω αρθρ. 32). Υπολογίζεται ότι περίπου 70.000 παιδιά εγκατέλειψαν τις υποχρεωτικές σπουδές τους εντός του 2012.Βέβαια ο αριθμός των αδειοδοτημένων εργαζόμενων ανήλικων μειώθηκε σημαντικά την τριετία 2010-2012 .Αυτό όμως δεν συνεπάγεται αυτόματα μείωση της εργασίας ανηλίκων, αλλά πιθανότατα σημαίνει ότι σημαντικός αριθμός ανηλίκων (απροσδιόριστων ως προς τον ακριβή αριθμό τους) εργάζονται υπό αντίξοες εργασιακές συνθήκες , ενδεχομένως και ανασφάλιστοι. Γι αυτό είναι αναγκαίο να ενταθούν οι συστηματικοί έλεγχοι αδήλωτης εργασίας, αλλά και πραγματικών όρων εργασίας ( ωράρια, τόπος εργασίας, συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας κλπ.) και στο ευαίσθητο πεδίο των ανηλίκων. Πράγματι, η ανακοίνωση εντατικοποίησης των ελέγχων αδήλωτης εν γένει εργασίας και η αυστηροποίηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου είναι βήματα προς την ορθή κατεύθυνση.

Στο πλαίσιο αυτό η συμβολή διεθνών οργανισμών, όπως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας μπορεί να καταστεί ιδιαίτερα χρήσιμη και σε επίπεδο τεχνογνωσίας, αλλά και σε επίπεδο διεθνούς συνεργασίας .Ασφαλώς η βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου σε διεθνή κλίμακα είναι δεδομένη, αλλά δεν αρκεί. Απαιτείται η αξιοποίηση μηχανισμών συνεργασίας ως προς την ακριβή καταγραφή των ανήλικων εργαζόμενων ανά επαγγελματική κατηγορία, ανά φύλο, ανά ηλικιακή κατηγορία, και με κοινωνικά κριτήρια (π.χ. ανήλικοι ΑΜΕΑ). Επιπλέον, η συστηματοποίηση των ελέγχων , ιδίως στην πρόληψη, με ανάπτυξη και διάδοση σχετικών καλών πρακτικών αποτελεί εξίσου σημαντική προτεραιότητα. Πάντως η αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου διεθνώς απαιτεί διεπιστημονική συνεργασία με κοινωνική ευαισθησία , αλλά και συστηματική συνεργασία φορέων της δημόσιας διοίκησης (ιδίως, αλλά όχι μόνο, στους τομείς της εργασίας και της εκπαίδευσης), της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και της κοινωνίας των πολιτών. Μεγάλο ζητούμενο είναι να στηριχθούν ιδίως οι ανήλικοι που προέρχονται από οικογενειακό περιβάλλον με μεγάλα οικονομικά ή άλλα προβλήματα , ώστε να συνεχίζουν τις σπουδές τους , αλλά και να προστατεύονται επαρκώς κατά την μετέπειτα είσοδό τους στην αγορά εργασίας με διασφάλιση αξιοπρεπούς ,από κάθε άποψη, εργασίας.

*Ο Γεώργιος Βλασόπουλος είναι Διδάκτωρ Νομικής