Πώς δρούσε το κύκλωμα λαθρεμπορίου καυσίμων που εξάρθρωσε η ΕΛ.ΑΣ. – Πάνω από 3 εκατομμύρια ευρώ τα κέρδη του

Πώς δρούσε το κύκλωμα λαθρεμπορίου καυσίμων που εξάρθρωσε η ΕΛ.ΑΣ. – Πάνω από 3 εκατομμύρια ευρώ τα κέρδη του

Σφραγίστηκαν βενζινάδικα σε Αττική, Τρίκαλα, Ήπειρο και Λακωνία

Η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (ΔΑΟΕ), γνωστή ως και «ελληνικό FBI», προχώρησε στην εξάρθρωση διεθνούς εγκληματικής ομάδας τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στο εκτεταμένο λαθρεμπόριο και νοθεία καυσίμων, τη χρήση παράνομων λογισμικών για εξαπάτηση των καταναλωτών με ελλειμματικές παραδόσεις και τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

Για την αποδόμηση της οργάνωσης πραγματοποιήθηκε, την Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου και την Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2025, συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας από την Υποδιεύθυνση Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών, σε συνεργασία με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και τη συνδρομή της Υποδιεύθυνσης Πληροφοριών και Ειδικών Ομάδων, της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας, της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ναρκωτικών, της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, καθώς επίσης της Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας, της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ηγουμενίτσας, της Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, των Διευθύνσεων Αστυνομίας Τρικάλων, Μαγνησίας, Λακωνίας, Αρκαδίας και Άρτας, του Τμήματος Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Κιλκίς και υπαλλήλων των κατά τόπους Περιφερειών.

Στο πλαίσιο της επιχείρησης συνελήφθησαν συνολικά 22 μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και ο αρχηγός της, ενώ για την υπόθεση κατηγορούνται επιπλέον 8 άτομα. Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία -κατά περίπτωση- για εγκληματική οργάνωση, λαθρεμπορία, πλαστογραφία, απάτη, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και για παράβαση της νομοθεσίας περί όπλων, του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα και του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.

Παράλληλα, κατασχέθηκαν μεγάλα χρηματικά ποσά, οχήματα, ποσότητες καυσίμων και ειδικά λογισμικά που χρησιμοποιούνταν για την αλλοίωση των αντλιών και των συστημάτων παρακολούθησης.

Όπως τόνισε ο διευθυντής της ΔΑΟΕ υποστράτηγος Φώτης Ντουΐτσης, η ΕΛΑΣ κατάφερε ένα καίριο πλήγμα στα κυκλώματα διακίνησης λαθραίων και νοθευμένων καυσίμων, ενώ επισήμανε ότι «πρόκειται για μια υπόθεση που επηρεάζει άμεσα τόσο την εθνική οικονομία όσο και τους ίδιους τους καταναλωτές, οι οποίοι ζημιώνονται οικονομικά, ενώ παράλληλα θέτουν σε κίνδυνο τα οχήματά τους και τις καθημερινές τους μετακινήσεις».

Η αποκάλυψη της δράσης της οργάνωσης ήταν αποτέλεσμα συστηματικής και συνδυαστικής ανάλυσης πληροφοριών του Τμήματος Δίωξης Παράνομης Διακίνησης και Εμπορίας Αντικειμένων και της συνεχούς ανατροφοδότησης του Συντονιστικού Κέντρου Επιχειρήσεων, ενώ μετά από πολύμηνες έρευνες σε συνεργασία με την Α.Α.Δ.Ε. ταυτοποιήθηκαν τα στοιχεία των εμπλεκομένων.

Όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΛΑΣ, οι κατηγορούμενοι συγκρότησαν και εντάχθηκαν, τουλάχιστον από τις αρχές του 2025, σε εγκληματική οργάνωση, η οποία είχε συστηματική και διαρκή δράση και ιεραρχική δομή και επεδίωκε τη διάπραξη παράνομων δραστηριοτήτων, που σχετίζονται με το λαθρεμπόριο καυσίμων.

Η οργάνωση, υπό τη διεύθυνση και καθοδήγηση του 39χρονου αρχηγού, προς εξυπηρέτηση του παράνομου σκοπού της είχε αναπτύξει δύο κύριες υποομάδες δράσης, οι οποίες αλληλεπιδρούσαν με συνοχή και συντονισμό.

Η πρώτη υποομάδα, με υπαρχηγό 50χρονο, δραστηριοποιούνταν στη εισαγωγή και μεταφορά στη χώρα μας μεγάλων ποσοτήτων χημικών διαλυτών, μέσω βυτιοφόρων οχημάτων, οι οποίες χρησιμοποιούνταν για τη νόθευση καυσίμων που διοχετεύονταν στην ελληνική αγορά.

Ειδικότερα, τα μέλη, σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, έχοντας ως έδρα εικονική εταιρεία μεταφορών στη Θεσσαλονίκη, η οποία δεν διέθετε σχετική άδεια ως εγκεκριμένος μεταφορέας χημικών προϊόντων, καθώς και δήθεν προμηθεύτρια εταιρεία που εδρεύει στη Βουλγαρία, εισήγαγαν τους διαλύτες στη χώρα και στη συνέχεια τους μετάγγιζαν προσωρινά σε υπόγειες δεξαμενές εγκατάστασης σε περιοχή των Τρικάλων, όπου κατά το παρελθόν λειτουργούσε πρατήριο υγρών καυσίμων, λαμβάνοντας αυστηρά μέτρα αυτοπροστασίας, κυρίως βραδινές ώρες.

Στη συνέχεια, οι ποσότητες παραλαμβάνονταν από βυτιοφόρα που διαχειριζόταν ο 39χρονος αρχηγός της οργάνωσης και κατέληγαν σε υπόγειες δεξαμενές πρατηρίων, όπου αναμειγνύονταν με καύσιμα.

Όπως σημειώνεται από την Αστυνομία από τα μέσα Αυγούστου, γινόταν απευθείας μετάγγιση-παραλαβή των διαλυτών σε βυτία που διαχειριζόταν ο 39χρονος, σε περιοχή πλησίον της Λάρισας, λόγω παύσης της χρήσης του χώρου στην περιοχή των Τρικάλων.

Με αυτό τον τρόπο, το μίγμα των χημικών διαλυτών και των καυσίμων κατέληγε σε πελάτες των πρατηρίων, ενώ ο εκάστοτε ανεφοδιασμός δεν δηλωνόταν στο σύστημα εισροών-εκροών της Α.Α.Δ.Ε, εξαπατώντας με αυτό τον τρόπο καταναλωτές και Δημόσιο.

Κεντρικό ρόλο στη λειτουργία της οργάνωσης, όπως τόνισε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛΑΣ, αστυνόμος Β΄ Κωσταντία Δημογλίδου, κατείχε και η δεύτερη υποομάδα, η οποία είχε αναλάβει τη συστηματική προμήθεια και διάθεση στην ελληνική επικράτεια μεγάλων ποσοτήτων αμόλυβδης βενζίνης, οι οποίες προέρχονταν από χώρες του εξωτερικού (Ρουμανία και Βουλγαρία).

Η δράση της βασιζόταν σε ένα σύνθετο σχήμα εικονικών εξαγωγών προς την Αλβανία, με κατάχρηση τελωνειακών διαδικασιών (παραποιημένα τελωνειακά έγγραφα) και ψευδείς δηλώσεις.

Ειδικότερα, στις τελωνειακές αρχές της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας δηλωνόταν ότι τα φορτία προορίζονταν για αλβανική εταιρεία, όμως στην πράξη η βενζίνη παρέμενε στην Ελλάδα για παράνομη διάθεση και οι εξαγωγές εμφανίζονταν τυπικά ως ολοκληρωμένες.

Ως προς τον τρόπο δράσης τους (modus operandi), τα μέλη, υπό τις οδηγίες του αρχηγού της υποομάδας, προμηθεύονταν από την Ιταλία ποσότητες ελαίων πετρελαίου, τα οποία ήταν διαφορετικής δασμοφορολογικής κλάσης και είδους από το δηλωμένο στην εκάστοτε διασάφηση εξαγωγής φορτίο. Τα προϊόντα αυτά, τα οποία δεν υπάγονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, δηλώνονταν προσχηματικά ότι προορίζονταν για ελληνική εταιρεία, με τόπο παράδοσης περιοχή της Θεσσαλονίκης, δήθεν έδρα ανύπαρκτης νομικής οντότητας, ενώ στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνταν για να «κλείνουν» οι εκκρεμείς διασαφήσεις εξαγωγής βενζίνης προς την Αλβανία.

Έτσι, κατά τις διελεύσεις από το αρμόδιο Τελωνείο εξόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα βυτιοφόρα οχήματα ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών, παρουσίαζαν διαφορετικό φορτίο από το δηλωθέν, και συγκεκριμένα το ιταλικό φορτίο αντί της βενζίνης, δίνοντας την εντύπωση ότι είχαν πράγματι εξαχθεί ποσότητες αμόλυβδης βενζίνης από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, ενώ στην ουσία η πραγματική βενζίνη είχε ήδη διοχετευθεί στην εγχώρια αγορά, χωρίς καταβολή των προβλεπόμενων φόρων και τελωνειακών επιβαρύνσεων.

Με τον τρόπο αυτό, το κύκλωμα επιτύγχανε διπλό όφελος: αφενός την αποφυγή καταβολής των νόμιμων φορολογικών επιβαρύνσεων και αφετέρου τη διασφάλιση της νομιμοφάνειας, μέσω παραπλανητικών εγγράφων και δηλώσεων.

Περαιτέρω, οι ποσότητες της βενζίνης που δεν εξάγονταν αποθηκεύονταν προσωρινά σε εγκαταστάσεις σε περιοχή της Θεσσαλονίκης, που μισθώνονταν από τον αρχηγό της υποομάδας και εν συνεχεία, με τη χρήση εικονικών παραστατικών μεταφέρονταν σε χώρους της Δυτικής Αττικής. Εκεί, διοχετεύονταν σε πρατήρια καυσίμων, τα οποία συνδέονταν με τον κεντρικό πυρήνα της οργάνωσης.

Για την κάλυψη της δράσης τους, τα μέλη της δεύτερης υποομάδας, είχαν αναπτύξει ένα ολόκληρο πλέγμα μεθοδεύσεων:

• εφοδίαζαν τους οδηγούς των βυτιοφόρων με εικονικά παραστατικά (τιμολόγια και φορτωτικές που εμφάνιζαν νόμιμες εταιρείες ως προμηθευτές και πρατήρια ως τόπους παράδοσης), προκειμένου να παραπλανούν τις ελεγκτικές Αρχές σε τυχόν ελέγχους,

• εγκαθιστούσαν παράνομα λογισμικά στις αντλίες και στα συστήματα εισροών-εκροών πρατηρίων καυσίμων, προκαλώντας ελλειμματικές παραδόσεις έως και 25% σε βάρος των καταναλωτών, οι οποίοι χρεώνονταν κανονικά για ποσότητες καυσίμων που δεν παραλάμβαναν και

• εφάρμοζαν προγράμματα και εφαρμογές παραποίησης δεδομένων, ώστε να μην καταγράφονται οι πραγματικές ποσότητες βενζίνης και να αποφεύγεται η διαβίβαση στοιχείων στην Α.Α.Δ.Ε., καθώς και προγράμματα που παρήγαγαν ψευδείς αναφορές πωλήσεων, με αποτέλεσμα να αποκρύπτεται σημαντικό μέρος των συναλλαγών.

Μέσω της πρακτικής αυτής, τα πρατήρια της οργάνωσης πωλούσαν νοθευμένα καύσιμα, εξαπατώντας τους καταναλωτές και παράλληλα αποκομίζοντας υπερκέρδη. Τα πρατήρια υγρών καυσίμων στα οποία κατέληγαν τα νοθευμένα καύσιμα βρίσκονταν σε περιοχές της Αττικής (Άνω Λιόσια, Καματερό, Άγιοι Ανάργυροι, Παλαιό Φάληρο) καθώς και σε περιοχές των Τρικάλων, της Ηπείρου και της Λακωνίας.

Τα παράνομα έσοδα που αποκόμιζε η οργάνωση από την εγκληματική της δραστηριότητα διοχετεύονταν σε εικονικές εταιρείες και επενδύονταν σε νέα πρατήρια καυσίμων, επιχειρήσεις εστίασης και άλλες εμπορικές δραστηριότητες, με σκοπό να προσδίδεται νομιμοφάνεια και να αποκρύπτεται η πραγματική πηγή των χρημάτων.

Όπως έγινε γνωστό από την ΕΛΑΣ, από τις αρχές του 2025 έως και την εξάρθρωση της οργάνωσης, έχουν καταγραφεί 38 περιπτώσεις προμήθειας, με τη συνολική ποσότητα που έχει διακινηθεί στην Ελλάδα να υπερβαίνει τα 1,3 εκατομμύρια λίτρα βενζίνης, προκαλώντας τεράστια οικονομική ζημία στο ελληνικό Δημόσιο.

Μάλιστα, κατά τις έρευνες που διενεργήθηκαν την Τρίτη, 2 Σεπτεμβρίου 2025, δεν ανευρέθησαν τα ισόποσα αποθέματα, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι η ποσότητα αυτή είχε ήδη διανεμηθεί στα μέλη του κεντρικού πυρήνα της οργάνωσης.

Παράλληλα, κατά την έρευνα της υπόθεσης προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, αξιοποιώντας την υποδομή που είχαν δημιουργήσει, λειτουργούσαν και εκτός των πλαισίων της εγκληματικής οργάνωσης. Ειδικότερα, προμηθεύονταν ποσότητες ναυτιλιακού πετρελαίου, χωρίς παραστατικά αγοράς και εν συνεχεία το διέθεταν με βυτιοφόρα οχήματα, σε οικίες πελατών σε διάφορες περιοχές της Αττικής, χωρίς φορολογικά στοιχεία σε χαμηλή τιμή, κατόπιν παραγγελιών που λάμβαναν για εφοδιασμό με πετρέλαιο θέρμανσης. Ενδεικτικά, σε διάστημα ενός μήνα έλαβαν 29 παραγγελίες για το εν λόγω προϊόν.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του αρμόδιου Τελωνείου, οι συνολικές δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που αντιστοιχούν στις ποσότητες λαθραίας και νοθευμένης αμόλυβδης βενζίνης και του πετρελαίου θέρμανσης και ναυτιλίας που διακίνησαν τα μέλη της οργάνωσης, κατά το ερευνώμενο χρονικό διάστημα ανέρχονται συνολικά σε 1.560.020 ευρώ, χωρίς τις χημικές ουσίες-διαλύτες, ενώ εκτιμάται ότι, από τη συνολική τους δράση, από τις αρχές του 2025, τα μέλη της οργάνωσης αποκόμισαν τουλάχιστον 3.000.000 ευρώ.

Από τις σωματικές έρευνες, αλλά και τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, πρατήρια υγρών καυσίμων και οχήματα, σε διάφορες περιοχές της επικράτειας, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:

• 154.037 λίτρα ναυτικού πετρελαίου,

• 88.760 λίτρα ελαίου,

• 3.500 λίτρα πετρελαίου κίνησης,

• 4.480 λίτρα άγνωστου καυσίμου προς προσδιορισμό από το Χημείο του Κράτους,

• το χρηματικό ποσό των 800.000 ευρώ,

• λογισμικά σε πρατήρια βενζίνης που παρενέβαιναν στο σύστημα εισροών-εκροών,

• 10 παλετοδεξαμενές,

• περίστροφο και 46 φυσίγγια,

• 5 Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα και 2 δίκυκλα,

• βαν,

• 15 φορτηγά διαφόρων μεγεθών,

• 10 επικαθήμενα,

• πλήθος εγγράφων και

• πλήθος κινητών τηλεφώνων.

Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο της επιχείρησης σφραγίστηκαν 7 πρατήρια υγρών καυσίμων, καθώς και ένα ακόμη το οποίο ήταν ήδη σφραγισμένο από προηγούμενο έλεγχο.

Οι κατασχεθείσες συσκευές, με τις οποίες πραγματοποιούνταν η μη εξουσιοδοτημένη παρέμβαση και η αλλοίωση των υποσυστημάτων εισροών-εκροών της Α.Α.Δ.Ε., θα αποσταλούν για εργαστηριακή εξέταση στο αρμόδιο Τμήμα της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, ενώ τα κατασχεθέντα χρηματικά ποσά θα παραδοθούν στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.

Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή και παραπέμφθηκαν σε ανάκριση, ενώ έχει ήδη αναπτυχθεί συνεργασία με ομόλογες Αρχές της Ρουμανίας, της Πολωνίας, της Βουλγαρίας και της Αλβανίας για την ταυτοποίηση και των λοιπών μελών της εγκληματικής οργάνωσης.

Δηλώσεις για την υπόθεση έκανε και ο γενικός διευθυντής Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης της ΑΑΔΕ, Δημήτρης Μπουρίκος, όπου μεταξύ άλλων τόνισε ότι ο σχεδιασμός και η επιχειρησιακή δράση για την εξάρθρωση του κυκλώματος στηρίχθηκε σε μια αναβαθμισμένη συνεργασία της ΑΑΔΕ με τη ΔΑΟΕ στο πεδίο της ανάλυσης ψηφιακών στοιχείων από το Σύστημα Εισροών Εκροών.

Αναλυτικότερα, όπως σημείωσε ο κ. Μπουρίκος, αξιοποιήθηκαν χιλιάδες ψηφιακά δεδομένα από αντλίες και δεξαμενές των πρατηρίων υγρών καυσίμων, χαρτογραφήθηκαν μοτίβα και αποκαλύφθηκαν μεθοδολογίες παράνομης παρέμβασης στο σύστημα εισροών εκροών, με σκοπό είτε τις ελλειμματικές παραδόσεις καυσίμων χωρίς την έκδοση απόδειξης, είτε την αλλοίωση των δεδομένων που αποστέλνονταν στο πληροφοριακό σύστημα της ΑΑΔΕ.

Παράλληλα ο Θάλαμος Επιχειρήσεων της ΑΑΔΕ, αναλαμβάνοντας τον συντονιστικό ρόλο των τελωνειακών ελεγκτικών κλιμακίων, διασφάλισε την αναγκαία προετοιμασία, ετοιμότητα και τελικά αποτελεσματική ανάπτυξη και επέμβαση των δυνάμεων στο πεδίο, εξοπλίζοντας τους ελεγκτές με πραγματικά δεδομένα, ακριβώς την ώρα της επιχείρησης, για τις κινήσεις των δεξαμενών και των αντλιών καυσίμων.