Ο ισχυρισμός του Ρουμάνου για το φόνο στην Κυπαρισσία: Δεν την σκότωσα, την αγαπούσα

Ο ισχυρισμός του Ρουμάνου για το φόνο στην Κυπαρισσία: Δεν την σκότωσα, την αγαπούσα

Ποιους... έδειξε ο 39χρονος, λίγο πριν παραδοθεί στην ολλανδική αστυνομία

Αμετακίνητος στη δική του εκδοχή είναι ο 39χρονος Ρουμάνος, που παραδόθηκε στην ολλανδική αστυνομία στο αεροδρόμιο του Αϊντχόφεν για το έγκλημα στην Κυπαρισσία, καθώς τονίζει ότι δεν έχει καμία σχέση με τη δολοφονία της Μόνικας Γκιους.

Μάλιστα, μιλώντας στο Mega, λίγη ώρα νωρίτερα είχε προαναγγείλει την πρόθεσή του να παραδοθεί, καθώς εκκρεμούσε διεθνές ένταλμα σύλληψής του, ενώ επισήμανε ότι ποτέ δεν θα έκανε κάτι τέτοιο γιατί την αγαπούσε. «Εγώ σήμερα θα παραδοθώ. Δεν έχω να κρύψω κάτι, δεν κρυβόμουν ποτέ και μακάρι να βρεθεί αυτός που τη σκότωσε και να πληρώσει για τα πάντα. Και ούτε πρόκειται να είχα κάνει ποτέ φόνο. Καταρχήν εγώ τρελαίνομαι που το ακούω ακόμα. Μου είπαν ότι την βρήκαν κιόλας μέσα στην αυλή μου… τρελάθηκα! Δεν το… δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω αυτό. Όχι ότι την βρήκανε. Ότι είναι πεθαμένη κιόλας. Δεν μπορείτε να καταλάβετε…να ‘ρθείτε εδώ κοντά μου και να βάλετε το χέρι στην καρδιά μου να δείτε πώς χτυπάει».

Ο 39χρονος στην αποκλειστική του συνέντευξη στην εκπομπή Live News αναφέρεται στη σχέση του με την άτυχη γυναίκα, επικαλείται την αγάπη του γι’ αυτήν και εμφανίζεται σοκαρισμένος για την δολοφονία της.

«Το τελευταίο χρόνο που ήμασταν μαζί, η Μόνικα χάθηκε τελείως. Είχε τέτοια κατάθλιψη… Μου έλεγαν «ρε φίλε, δεν είναι για σένα, δεν το βλέπεις; Η γυναίκα… πάει, τελείωσε. Έχει καταντήσει αλκοολική. Με εσένα δε θα κάνει σπίτι ποτέ». «Αφού την αγαπάω», τους έλεγα. Μετά από σχεδόν 8μηνο με ένα χρόνο… της έχω δώσει δαχτυλίδι, είπα αν θέλει να με παντρευτεί και μου είπε ναι. Κι εγώ, στο Θεό είχα φτάσει από την ευτυχία. Δεν πρόκειται να κρυφτώ, γιατί δεν έχω κάνει κάτι κακό. Ούτε πρόκειται να γίνω φονιάς. Ειδικά με μια γυναίκα που έχουμε ζήσει μαζί τρία χρόνια. Μαζί μου είχε μείνει έγκυος πέντε φορές. Τι λες τώρα; Τα είχε χάσει τα μωρά μας», είπε ο Ρουμάνος.

Ο 39χρονος ισχυρίζεται μάλιστα, ότι στον χρόνο που προσδιορίζεται η δολοφονία, όχι μόνο είχαν ήδη χωρίσει αλλά ο ίδιος δεν ήταν καν στην Ελλάδα αλλά στη Ρουμανία.

«Εγώ την έπιασα στα πράσα και της είπα έλα αύριο, μεθαύριο να πάρεις τα ρούχα. Και τελείωσε από τότε. Εγώ έφυγα Φεβρουάριο, Φεβρουάριο μήνα, 20 εκεί 25 τέτοιο, κάτι τέτοιο, για Ρουμανία πρώτη φορά. Πάω πέρα, έκατσα δυο βδομάδες, ξαναγύρισα Ελλάδα, έκατσα μια βδομάδα καραντίνα κι έφυγα. 15 του μηνός, 15 Μαρτίου, το θυμάμαι αυτό δε… αυτό δε θα το ξεχάσω ποτέ. Και τότε έμεινα εκεί, δεν ξαναγύρισα στην Ελλάδα».

Ποιους δείχνει ο Ρουμάνος

Ο δικηγόρος του, τονίζει ότι ο 39χρονος που αρνείται τις κατηγορίες, βρίσκεται στην διάθεση των αρχών και αναφέρει ένα ακόμα στοιχείο, το οποίο εκτιμά ότι είναι κρίσιμο στην υπόθεση.

«Αυτό που μου είπε και μου κάνει εντύπωση είναι ότι πριν τα Χριστούγεννα του 2020, είχε διακοπεί η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στη μονοκατοικία. Και διερωτάται. Πώς είναι δυνατόν να σπάσει ένα τσιμέντο, που χρειάζεται εργασία, τουλάχιστον τριών, τεσσάρων ωρών, χωρίς ένα κομπρεσέρ και τον απαραίτητο εξοπλισμό, ακόμη κι ένα φτυάρι. Που δεν υπήρχε ποτέ στο σπίτι του για να ανοίξει ένας τάφος και να θάψει μία γυναίκα»

Σύμφωνα με τον 39χρονο, δύο είναι οι βασικοί ύποπτοι για τη δολοφονία της Μόνικα και τονίζει ότι εκείνο το διάστημα, πληροφορήθηκε ότι κάποιοι είχαν διαρρήξει το σπίτι του στην Ελλάδα.

«Ο άντρας της ερχότανε κρυφά από την Αθήνα και την έδερνε. Είναι μία ο κουνιάδος της, που είχε απειλήσει τη γιαγιά της στη Ρουμανία ότι θα τη «φάει» αυτή, την Μόνικα, τη γυναίκα μου και… Τη γυναίκα μου…; Τώρα πια δεν είναι. Άλλη περίπτωση είναι οι γύφτοι που έμεινε μαζί τους. Βρήκανε σημείο επειδή ξέρανε ότι λείπω, μου σπάσανε και δυο φορές το σπίτι… Παίρνω τηλέφωνο τον…, του λέω «ρε πας μια στο το σπίτι να δεις αν έχουν βάλει κορδέλα όπως είπανε;» «Όχι ρε, καμία κορδέλα δεν είναι, αλλά όντως είναι σπασμένη η πόρτα», μου λέει. «Πού είσαι;» «Ρουμανία». «Και γιατί άφησες την πόρτα ανοιχτή;» μου λέει και ήταν τέρμα ανοιχτή η πόρτα. Λέω τώρα α καλά, δεν έχει μείνει ούτε τσιμπίδα ούτε κατσαβίδια ούτε τίποτα.»