Δοκιμάζουμε την BMW 320 d GT

Αν και κάπως αργά –μια και το συγκεκριμένο μοντέλο κυκλοφορεί εδώ και λίγους μήνες- θα προσπαθήσουμε να σας δώσουμε τη δική μας εμπειρία από τη συμβίωση με ένα από τα μεγάλα (στην εποχή της κρίσης) μοντέλα της ελληνικής αγοράς.

Πρόκειται για την πετρελαιοκίνητη BMW σειράς 3 με τα διακριτικά GT (Gran Turismo), που χωρίς να είναι μεγάλη (μήκος 4,8 μ.) δύσκολα περνά απαρατήρητη, καθώς μάλιστα έχει μια υπερυψωμένη «προκλητική» ουρά, ελαφρώς ανασηκωμένη από το έδαφος. Από τα ξεχωριστά στοιχεία του αμαξώματος είναι, οι πόρτες δίχως πλαίσιο γύρω από τα κρύσταλλα όπως σε ένα κουπέ και η πτυσσόμενη πίσω αεροτομή -ανασηκώνεται πάνω από τα 110 km/h και μαζεύεται κάτω από τα 70 km/h.

Το αυξημένο μεταξόνιο (2,92μ.) εξασφαλίζει άφθονους χώρους, τόσο για επιβάτες, όσο και για αποσκευές (520 έως 1600 λτ με διπλωμένα τα πίσω καθίσματα), ενώ δε θα είναι υπερβολή να πούμε πως η καλύτερη θέση στο συγκεκριμένο αυτοκίνητο, είναι μια από τις πίσω θέσεις!

Αυτό όμως που εντυπωσιάζει είναι οι δυνατότητες του κινητήρα σε σχέση με την κατανάλωση και την αθόρυβη λειτουργία του. Κάτω λοιπόν από το μεγάλο καπό της 320 d GT, ζει ο 2λιτρος πετρελαιοκινητήρας με απόδοση 184 ίππων στις 4.000 σ.α.λ. και ροπή 38,7 χγρμ. στις 1750-2.750 σ.α.λ.

Η παραπάνω απόδοση σε συνδυασμό με το 8τάχυτο αυτόματο κιβώτιο, μετακινούν σαν «πούπουλο» το 1.650 κιλών αμάξωμα, επιταχύνοντάς το από 0-100 σε 7.9'' και στη συνέχεια στην τελική των 226 χλμ./ώρα.

Ο οδηγός έχει τρεις επιλογές οδηγικών χαρακτηριστικών (normal, comfort, sport), αλλά θα πρέπει να ομολογήσουμε πως και στη sport επιλογή το χαρακτηριστικό που επικρατεί είναι η άνεση.

Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την υψηλή ποιότητα κύλισης και την άριστη ηχομόνωση, κάνουν την 320 d GT ταξιδιωτικό όπλο, κάτι στο οποίο συνηγορεί και η ελάχιστη (τηρουμένων των αναλογιών) κατανάλωση, που στον ανοικτό δρόμο εύκολα συγκρατείται ακόμα και κάτω από τα 6λτ/100 χλμ., ενώ η μεικτή της δοκιμής μας που ξεπέρασε τα 1000 χλμ. δεν πέρασε τα 7 λτ./100 χλμ. Η κατανάλωση αυτή με βάση τα 57 λίτρα χωρητικότητας του ρεζερβουάρ, επιτρέπουν περισσότερα από 800 χλμ. αυτονομίας, που μπορούν να αγγίξουν και τα 1000 αν αυτά γίνουν στον ανοικτό δρόμο.

Τελευταία αφήσαμε τα φρένα, που αντέχουν ακόμα και στις πιο σκληρές δοκιμασίες, ενώ ή οδική συμπεριφορά (χάρη και στα ελαστικά 225/55/17 της Continental) είναι υποδειγματική, εκτός της περίπτωσης που ο οδηγός αποφασίσει να βγάλει εντελώς off, το traction control.

Μοναδικό «μειονέκτημα» που πονάει οι τιμές, καθώς αυτές ξεκινούν από τα 46.500 (43.780 με απόσυρση) ευρώ, για την έκδοση με 6τάχυτο μηχανικό κιβώτιο. Πάντως όπως γράψαμε και πιο πάνω, με αυτή την επιλογή έχεις τα πλεονεκτήματα της 5άρας χωρίς την επιπλέον τιμή και την όποια «κοινωνική όχληση» προκαλούν πλέον τα μεγάλα μοντέλα της αυτοκινητοβιομηχανίας.