Το δολοφονικό αμόκ του «Κανίβαλου που άκουγε… Τσαϊκόφκσι», Θεόφιλου Σεχίδη

Το δολοφονικό αμόκ του «Κανίβαλου που άκουγε… Τσαϊκόφκσι», Θεόφιλου Σεχίδη

Είχε δολοφονήσει με φρικτό τρόπο πέντε μέλη της οικογένειάς του - Βρέθηκε νεκρός στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού

Αύγουστος του 1996. Η καλοκαιρινή ραστώνη και η χωρίς ειδήσεις επικαιρότητα, διαταράσσονται  εκκωφαντικά με μια εξωφρενική για τα δεδομένα της χώρας μας εκείνη την εποχή, δολοφονία. Δράστης, ένας νέος φοιτητής, μόλις 24 ετών. Τόπος, το νησί της Θάσου.

Οι τίτλοι των εφημερίδων της εποχής εκείνης, τα λένε όλα: «Το έγκλημα του αιώνα στη Θάσο», «Ο γιος του Φρανκεστάιν», «Αμόκ αίματος στη Θάσο», «Ο κανίβαλος που άκουγε… Τσαϊκόφκσι».

Ο 24χρονος τότε φοιτητής Νομικής, Θεόφιλος Σεχίδης, συλλαμβάνεται και ομολογεί το αποτρόπαιο έγκλημα που διέπραξε τρεις μήνες πριν και συγκλόνισε όλη την Ελλάδα, όταν στις 19 και 20 Μαΐου 1996 σκότωσε πέντε μέλη της οικογένειάς του, το θείο του, τον πατέρα του, τη μητέρα του, την αδελφή του και τη γιαγιά του.

Σήμερα, βρέθηκε νεκρός στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού. Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, ο θάνατός του οφείλεται σε παθολογικά αίτια. Ήταν 46 ετών.

Η απολογία και η δικαστική απόφαση

Ο Θεόφιλος Σεχίδης οδηγήθηκε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Καβάλας για να του ασκηθεί δίωξη για ανθρωποκτονίες κατά συρροή, οπλοφορία, οπλοχρησία και οπλοκατοχή, όπως επίσης και για περιύβριση νεκρού. Παρόλο που ο Σεχίδης είχε υποβάλλει έφεση, στις 2 Ιουνίου 1998 την απέσυρε, δηλώνοντας: «Δεν έχω τίποτα καινούριο να παρουσιάσω στο δικαστήριο… Όταν υπάρχουν πέντε πτώματα από πίσω, τι ρόλο μπορεί να παίζει ο πρότερος έντιμος βίος; Ασφαλώς θα με ενδιέφερε να μειωθεί η ποινή. Αλίμονο. Αλλά, η υπόθεση είναι εσχάτως σοβαρή. Τι μπορεί να γίνουν οι πέντε φορές ισόβια; Είτε τρις, είτε δις ισόβια, μια ζωή στη φυλακή είναι πάλι».

Ο Σεχίδης αφού σκότωσε τα θύματά του, τεμάχισε τα πτώματά τους, τα έβαλε σε πλαστικές σακούλες και εν συνεχεία τις έθαψε στον σκουπιδότοπο της Καβάλας. Από ορισμένα μάλιστα είχε αφαιρέσει τμήματα του εγκεφάλου για να τα «μελετήσει αργότερα».

Στην απολογία του υποστήριξε ότι τους σκότωσε γιατί είχαν συνωμοτήσει εναντίον του για να τον σκοτώσουν.

«Σκότωσα τα θύματά μου αμυνόμενος. Υπήρξε οικογενειακή συνωμοσία. Μου έκαναν ψυχολογικό πόλεμο επειδή ήξερα ότι ήμουν άλλης μάνας παιδί και δε μου έλεγαν την αλήθεια».

Επί πέντε μήνες ο καθηγητής ψυχιατρικής Γιώργος Καπρίνης, μαζί με τον ψυχίατρο Χρήστο Σκαρόπουλο παρακολούθησαν το Θεόφιλο Σεχίδη και συνέταξαν σχετική πραγματογνωμοσύνη.

Σύμφωνα με αυτή, στον 24χρονο φοιτητή καταλογίστηκε πλήρης ευθύνη και επίγνωση των πράξεών του, καθώς ήταν «άτομο προσανατολισμένο στο χώρο, το χρόνο και τον εαυτό του και έχει καλά οργανωμένο λόγο, απαντά με ευθύτητα, έχει χιούμορ, απουσιάζει όμως το συναίσθημα». Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν ήταν πως δεν πάσχει από σχιζοφρένεια, αλλά από σχιζότυπη διαταραχή, η οποία θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε σχιζοφρένεια, όμως δεν συνέβη κάτι τέτοιο. «Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι στην περίπτωσή του είχε μειωμένες αντιστάσεις στην ιδέα διάπραξης των εγκλημάτων. Πάντως, δε χρήζει θεραπευτικής αγωγής. Στις συζητήσεις που κάναμε μάς είπε ότι είχε τη γνώμη πως είναι νόθο παιδί και γι’αυτό ήθελε να τους εξοντώσει».

Επιπλέον και ο ακτινολόγος-ειδικός νευρακτινολόγος Χρήστος Παπαγιάννης (τέως επιμελητής του Atkinson Norley’s Hospital του Λονδίνου) σε αξονική τομογραφία του εγκεφάλου του Θ. Σεχίδη, που έγινε στις 2 Ιουνίου 1992, γνωμάτευσε πως υπήρχαν κάποιες εγκεφαλικές ανωμαλίες. Ωστόσο, οι Γιώργος Καπρίνης και Χρήστος Σκαρόπουλος το διέψευσαν. «Προκειμένου να αποκλεισθεί κάθε συμμετοχή οργανικού παράγοντα έγινε πλήρης νευρολογική εξέταση. Παράλληλα, υπεβλήθη σε ηλεκτροεγκεφαλικό έλεγχο και χαρτογράφηση του εγκεφάλου, όπου δε διαπιστώθηκε τίποτε το παθολογικό, καθώς επίσης και σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, όπου επίσης τα ευρήματα ήταν φυσιολογικά». Παρόλα αυτά, όταν μεταφέρθηκε στον Κορυδαλλό, υποβλήθηκε σε νέα αξονική τομογραφία εγκεφάλου, στην οποία προέκυψαν κάποια μη φυσιολογικά ευρήματα, καθώς παρουσίασε κάποιες ψυχολογικές διαταραχές και δυσκολευόταν στην επικοινωνία με το περιβάλλον του.

Καταδικάστηκε στις 20 Ιουνίου του 1997 στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Δράμας σε πέντε φορές ισόβια. Μεταφέρθηκε στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων των Φυλακών Κορυδαλλού.

Ο Θεόφιλος Σεχίδης υπέβαλε αίτηση αποφυλάκισης το 2016 η οποία δεν έγινε δεκτή από το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο.