Πώς το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη

Η λειτουργία της ινσουλίνης στον οργανισμό των γυναικών με πολυκυστικές είναι εξασθενημένη

Εξασθενημένη λειτουργία έχει η ινσουλίνη στον οργανισμό των γυναικών που πάσχουν από σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, σύμφωνα με ιταλική ανασκόπηση ιατρικών μελετών. Σύμφωνα με την ανασκόπηση που δημοσιεύεται στο Current Pharmaceautical Design, η ινσουλινοαντίσταση αποτελεί μείζον ζήτημα υγείας στις νεαρές γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.

Όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της ανασκόπησης, η ινσουλινοαντίσταση αποτελεί βασικό μηχανισμό της παθογένεσης του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, επειδή κατά βάση η υπερινσουλιναιμία έχει έντονη αλληλεπίδραση με την περίσσεια ανδρογόνων που χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη γυναικολογική πάθηση.

Όπως έχουν δείξει πολλές μελέτες, παχύσαρκες πάσχουσες γυναίκες που έχουν αντίσταση στη δράση της ινσουλίνης διατρέχουν κίνδυνο έως και 20% να νοσήσουν στο μέλλον από Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου ΙΙ (μη ινσουλινο-εξαρτώμενος). Ακόμη και οι ασθενείς που δεν είναι παχύσαρκες, αλλά έχουν αυξημένο σωματικό βάρος (δείκτης σωματικής μάζας >27), έχουν αυξημένο ρίσκο εμφάνισης της νόσου.

Ωστόσο, δεν πρέπει να συγχέεται το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών με τις πολυκυστικές ωοθήκες. Οι πολυκυστικές ωοθήκες είναι ένα εύρημα με αυξανόμενη συχνότητα λόγω της χρήσης υπερήχων στην γυναικολογική εξέταση ρουτίνας. Υπολογίζεται πως περίπου 20% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας έχουν πολυκυστικές ωοθήκες, αλλά λιγότερες από τις μισές έχουν τα βιοχημικά και ορμονικά ευρήματα που συνιστούν το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, το οποίο αφορά τελικά στο 4-5% του γυναικείου πληθυσμού αναπαραγωγικής ηλικίας.

Μάλιστα, μελέτες για τα αίτια του συνδρόμου έχουν αναδείξει τον ρόλο ενός συγκεκριμένου γονιδίου, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να κληροδοτηθεί από τη μητέρα στην κόρη.