Άγνωστες πτυχές της πλούσιας ιστορίας του Παναθηναϊκού Σταδίου
«... Η εννεάκρουνος Καλλιρρόη σπανίως παρέχει ύδωρ επαρκές δια να πλύνωσι τ΄ ασπρόρουχά των εις τας οικοκυράς του Βατραχονησίου, ουδέ θα ηδύνατο σήμερον ο Σωκράτης να δροσίση τους πόδας του εις το ρείθρον του Ιλισσού, αλλά τον μεν χειμώνα, θα εβύθιζεν αυτούς εις κίτρινον πηλόν, το δε θέρος θα έκαιον τας πτέρνας του χάλικες πυρακτωμένοι».
Αθήνα, έτος 1896, λίγες μέρες πριν τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο Εμμανουήλ Ροΐδης, σε χρονογράφημά του με τίτλο «Αι εξοχαί των Αθηνών» σχολιάζει με τον γνωστό δηκτικό λόγο του το τοπίο που περιβάλλει το Παναθηναϊκό Στάδιο. Είναι αυτό το ίδιο τοπίο, όπου 23 αιώνες πριν, ο Πλάτωνας έβαζε τον Σωκράτη και τον μαθητή του Φαίδρο να κουβεντιάζουν υπό τη σκιά ενός πανύψηλου πλατάνου δροσίζοντας τα πόδια τους στο νερό της πηγής Καλλιρρόης στην όχθη του Ιλισού. Εκείνο το καυτό καλοκαιριάτικο μεσημέρι, ο Σωκράτης διατύπωνε στον Φαίδρο την ικανοποίησή του για την υπέροχη φύση στη χαράδρα ανάμεσα στον λόφο του Αρδηττού και το παρακείμενο ύψωμα, την Άγρα, έξω από τα τείχη της πόλης. «Μα την Ήρα, όμορφο μέρος! Και η πλατάνα αυτή εδώ έχει πυκνό ολόγυρα τον ίσκιο [...] Η πηγή πάλιν όλη χάρη αναβλύζει εδώ κάτω από την πλατάνα κατάκρυο νερό, που το νοιώθεις κιόλας στα πόδια [...] Μα την πιο πολλή χάρη την έχει η χλόη, που πάει τόσο απαλά προς τα πάνω και είναι τόσο πλούσια, που αν ξαπλωθείς κάτω θα έχεις θαυμάσιο προσκέφαλο...» έλεγε τότε εκστασιασμένος ο Σωκράτης.
Τώρα, ο Ροΐδης σ΄ αυτό το σημείο βλέπει πυρακτωμένα χαλίκια και μια στέρφα πηγή, που οι λιγοστές σταγόνες της δεν φτάνουν να δροσίσουν πόδια. Για δε τον χειμώνα, το ειδυλλιακό τοπίο του Σωκράτη, στα μάτια του Ροΐδη είναι περίπου παγίδα με κινούμενη άμμο. Έτσι περιγράφει ο σπουδαίος συγγραφέας, στην εκπνοή της δεύτερης χιλιετίας, τα πέριξ του Παναθηναϊκού Σταδίου, που σε λίγες μέρες θα υποδεχθεί τους αγωνιστικούς κόπους 241 αθλητών απ΄ όλον τον κόσμο. Αλλά στην πραγματικότητα, εκείνο που δεν γεννάει η φαντασία του είναι πώς θα είναι αυτό το ίδιο τοπίο τον 21ο αι...
Το μόνο που θα σώζεται τότε θα είναι το Στάδιο. Όλα τ΄ άλλα θα έχουν αλλάξει. Η Καλλιρρόη θα έχει στεγνώσει, ο Ιλισός θα έχει μπαζωθεί και όποιο ίχνος πρασινάδας υπάρχει, θα έχει περιοριστεί στον λόφο του Αρδηττού γιατί ο παρακείμενος, της Άγρας, θα έχει θυσιαστεί στον βωμό του τσιμέντου. Το Παναθηναϊκό Στάδιο θα επιζήσει, αλλαγμένο, εξωραϊσμένο, αλλά πάντως αναλλοίωτος μίτος σύνδεσης του μακρινού παρελθόντος με το παρόν και είθε, με το μέλλον.
Το σίγουρο είναι πως ούτε ο Πλάτων ούτε βεβαίως ο προγενέστερός του, Σωκράτης, μπορούσαν να φανταστούν ότι κάποτε, όχι μακριά από τη δική τους εποχή, σ΄ εκείνον τον ονειρεμένο τόπο έμπνευσης, στο φυσικό κοίλωμα στην όχθη του Ιλισού, θα δέσποζε ένα ευρύ πεδίο, που δημιούργησε το 330 π.Χ. ο άρχοντας της Αθήνας Λυκούργος για να φιλοξενεί γυμνικούς αγώνες στο πλαίσιο της μεγάλης γιορτής των Παναθηναίων. Γι αυτό, άλλωστε, το πεδίο των αγώνων βαφτίστηκε Παναθηναϊκό. Όσο για το «στάδιο», ο όρος εγκαινιάστηκε εκείνη την εποχή εξαιτίας του μήκους του που ισοδυναμούσε με μία μετρική μονάδα (ένα στάδιο αντιστοιχεί σε περίπου 185 μέτρα). Ο τόπος ήταν ιδιωτικός. Ανήκε στον Δεινία, αλλά εκείνος τον παραχώρησε για την υλοποίηση του έργου. Ύστερα από χωματουργικές εργασίες κάμποσων μηνών, το πεδίο των γυμνικών αγώνων πήρε μορφή. Στην αρχή ήταν παραλληλόγραμμο και ο χώρος των θεατών εκτεινόταν στις δύο μακριές πλευρές του. Αμφιθεατρικός και χωμάτινος. Κάποια ξύλινα καθίσματα στην πρώτη σειρά είχαν προβλεφθεί για τους κριτές. Από μπροστά περνούσε ο Ιλισός. Η είσοδος των θεατών γινόταν από τρίτοξο γεφύρι, που ένωνε τις δύο όχθες του ποταμού. Η πρόσβαση αθλητών και κριτών στον αγωνιστικό στίβο γινόταν από υπόγεια δίοδο, της οποίας η είσοδος βρισκόταν στον λόφο της Άγρας. Το Στάδιο εγκαινιάστηκε με τους αγώνες της 112ης αρχαίας Ολυμπιάδας, στα μεγάλα Παναθήναια του 330 π.Χ.
Τα επόμενα χρόνια η Αθήνα χάνει την πολιτική δύναμή της, αλλά δεν παύει να λάμπει ως τόπος σπουδαίων πολιτιστικών γεγονότων. Τα Παναθήναια εξακολουθούν να συγκεντρώνουν πλήθος συμμετεχόντων και θεατών και το Στάδιο, που στο μεταξύ έχει εξωραϊστεί και διακοσμηθεί με την προσφορά γενναίων χορηγιών, εξακολουθεί να φιλοξενεί τους γυμνικούς αγώνες της διοργάνωσης, τονίστηκε στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Εντυπωσιακά προπύλαια στην είσοδο του Παναθηναϊκού Σταδίου (1906)
Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΘΗΡΙΟΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Σε μία νέα τροχιά αίγλης και δύναμης θα βάλουν την πόλη, τον 1ο αι. μ.Χ., ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός και ο βαθύπλουτος σύγχρονός του ρήτορας και σοφιστής Τιβέριος Κλαύδιος Αττικός Ηρώδης από τον Μαραθώνα. Ο αυτοκράτορας θα κατασκευάσει επιβλητικά κτήρια και μεγαλόπρεπους ναούς και θα διευρύνει την Αθήνα προς την πλευρά του Σταδίου, που θα δει και άλλη χρήση εκτός από τη φιλοξενία των γυμνικών αγώνων. Στο χώμα του πεδίου, όπου γυμνοί αθλητές άλλοτε έχυναν τον ιδρώτα τους στο πνεύμα τού «ευ αγωνίζεσθαι», θα δώσουν τη μάχη της ζωής τους 1.000 ζώα, σε μία θηριομαχία -τη μεγαλύτερη της ιστορίας- που θα οργανώσει Ρωμαίος αυτοκράτορας.
Ο Ηρώδης από την άλλη, ως κατέχων το αξίωμα του επώνυμου άρχοντα και επιμελητή των Παναθηναίων, διαθέτει ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του σε δύο λαμπρά έργα: στην ανέγερση Ωδείου στη μνήμη της συζύγου του Ρήγιλλας στην πλαγιά του λόφου της Ακρόπολης και στην ανακαίνιση και επένδυση με μάρμαρο του Παναθηναϊκού Σταδίου. «Θα σας καλωσορίσω, και εσάς, Αθηναίοι, και τους Έλληνες που θα παρευρεθούν και τους αθλητές που θα αγωνιστούν, σε ένα στάδιο από καθαρό λευκό μάρμαρο» («Και υμάς, ω Αθηναίοι, και των Ελλήνων τους ήξοντες και των αθλητών τους αγωνιουμένους αποδέξομαι σταδίω λίθου λευκού» - Βιογράφος Ηρώδη, Φιλόστρατος), ανακοινώνει ο Ηρώδης στους Αθηναίους και δεσμεύεται ότι το έργο θα έχει ολοκληρωθεί σε τέσσερα χρόνια και ότι θα είναι το λαμπρότερο όλων των αντίστοιχων. Κρατάει το όρκο του. Ο Παυσανίας, που βλέπει το Στάδιο μετά την αποπεράτωση των έργων, καταθέτει πως ουδείς μπορεί να συλλάβει αυτό το θαύμα από πεντελικό μάρμαρο, παρά μόνον όταν το δει με τα μάτια του («Το δε ακούσασι μεν ουχ ομοίως επαγωγόν, θαύμα δ΄ιδούσι, στάδιόν εστι λευκού λίθου»). Με μαρμάρινα αγάλματα και κίονες έχει διακοσμηθεί και η υπόγεια δίοδος των αθλητών.
Οι πολίτες, για να τον τιμήσουν, τον στεφανώνουν μέσα στο Στάδιο και αργότερα εκπληρώνουν τη στερνή επιθυμία του να ταφεί σε θέση περίοπτη απ΄ όπου θα μπορεί να ατενίζει το έργο του. Τον θάβουν στην κορυφή υψώματος πλάι στο Στάδιο.
Από τον 4ο αι. και μετά, η πορεία του Παναθηναϊκου Σταδίου αχνοφαίνεται. Όχι μόνον επειδή βιώνει τους σκοτεινούς χρόνους του Βυζαντίου, οπότε οι πηγές σιγούν, αλλά πρωτίστως επειδή αυτό είναι συνδεδεμένο με το ειδωλολατρικό στοιχείο και το διάταγμα του Θεοδοσίου Α΄, που καθιερώνει τον χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του βυζαντινού κράτους, καθιστά απαγορευτική τη χρήση του, όπως άλλωστε και όλων των αρχαίων ιερών και χώρων τέλεσης αρχαίων διοργανώσεων.
Τους αιώνες που περνούν η προσφορά του Σταδίου περιορίζεται μάλλον στη φιλοξενία κάποιων αγώνων μεταξύ ιπποτών της φραγκοκρατίας και ενδεχομένως της περιόδου της τουρκοκρατίας. Το φωτεινό Στάδιο της αρχαιότητας έχει χάσει τη λάμψη του και εγκαταλείπεται στη λήθη. Το πεδίο του μετατρέπεται σε εργοτάξιο, όπου άνθρωποι και μηχανήματα παράγουν οικοδομικό υλικό για παρακείμενα κτίσματα και ναούς, ενώ το μάρμαρό του ξηλώνεται και «αξιοποιείται» προς τον ίδιο σκοπό...
ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΩΝ ΑΝΥΠΑΝΤΡΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ ΣΤΗ ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ
Το άλλοτε στολίδι της Αθήνας, το Παναθηναϊκό Στάδιο, δεν έχει πλέον θέση ούτε ανάμεσα στις αναφορές των αρχαίων μνημείων των Αθηνών από τους ξένους περιηγητές του 17ου και 18ου αι. Από εκείνους, που μνημονεύουν το άλλοτε μεγαλοπρεπές Στάδιο είναι ο Γάλλος Sieur de Loir, ο οποίος σε επιστολή του προς τον αβά Menage το αναφέρει ως «θέατρο δημοσίων θεαμάτων» και προσθέτει πως σ΄ αυτό υπήρχε «υπόγεια δίοδος απ΄ όπου περνούσαν οι ηττημένοι αθλητές, αποφεύγοντας έτσι από ντροπή να τους αντικρίσουν οι θεατές»! Το 1765 φτάνει στην Αθήνα ο Richard Chandler, μέλος αγγλικής αρχαιοφιλικής εταιρείας. Περιδιαβάζει τους γνωστούς από την αρχαιότητα χώρους και «στέκεται» και στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Αναφέρεται στην ιστορία του και για την υπόγεια δίοδο σημειώνει πως «διέσχιζε το ύψωμα (σσ: λόφος Άγρας) και περνούσε κάτω από τα εδώλια των θεατών. Ήταν ένα πέρασμα αποκλειστικά για τους ελλανοδίκες, τους αξιωματούχους και τους ιερείς στον χώρο του Σταδίου. Χρησιμοποιούνταν επίσης και από τους ηττημένους...».
Η πρώτη «επιστημονική» αποτύπωση του μνημείου στην μακρά ιστορία του θα γίνει το 1802 από τον Γάλλο σχεδιαστή και κατοπινό πρέσβη της χώρας του στην Αθήνα, L.F.S. Fauvel. Το σχέδιό του είναι αποτέλεσμα μικροανασκαφών και συστηματικών προσεκτικών μετρήσεων. Στην κάτοψη του Σταδίου αποτυπώνονται πληροφορίες που έχουν καταγραφεί στο βάθος του χρόνου. Στο κατώφλι του 19ου αι., υπάρχουν ακόμα ένας ναός, ο ναός της Τύχης, στον λόφο του Αρδηττού και ο τάφος του Ηρώδη Αττικού με τις κλίμακές τους να «βλέπουν» το Στάδιο. Την ίδια περίπου περίοδο (1805) ο Άγγλος περιηγητής Edward Dodwell επισκέπτεται για δεύτερη φορά την Ελλάδα. Η περιγραφή του ξαφνιάζει: «Το Στάδιο έχει κρατήσει τη μορφή του, αλλά τα εδώλια ήταν κατεστραμμένα. Σήμερα καλλιεργούν μπαμπάκι στον αγωνιστικό χώρο (!). Οι δύο πλαγιές δεν καλλιεργούνται γιατί είναι πολύ απότομες [...] Στις κορυφές των δύο λόφων του Σταδίου υπάρχουν ίχνη αρχαίων κτισμάτων [...] Στο νοτιοανατολικό άκρο του Σταδίου, μέσα στον βράχο, βρήκαμε μία υπόγεια δίοδο, η οποία προχωρεί μέσα στον λόφο και σχηματίζοντας καμπύλη βγαίνει έξω [...] θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί για την είσοδο των άγριων θηρίων στο Στάδιο την εποχή που ο Αδριανός προσέφερε στους Αθηναίους αυτό το αιματηρό θέαμα, το τόσο αγαπητό στην πρωτεύουσα των Ρωμαίων. Ο κόσμος πιστεύει σήμερα πως αυτή η δίοδος-σπηλιά κρύβει μαγικές δυνάμεις, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη σπηλιά στην Αθήνα και την Αττική. Ονομάζεται δε "Σπηλιά των Μοιρών". Έχω βρει συχνά μέσα στη σπηλιά ως προσφορές γλυκά και μέλι (!)». Λεπτομέρειες για «τελετουργίες» στη Σπηλιά των Μοιρών θα δώσει τον επόμενο χρόνο ο ζωγράφος Simone Pomardi: «Εδώ συγκεντρώνονταν οι ανύπαντρες Αθηναίες και με μαγικές τελετουργίες ήλπιζαν ότι θα έβρισκαν έναν καλό σύντροφο. Η τελετή άρχιζε με σπονδές. Κατόπιν τοποθετούσαν στο χώμα ή πάνω σε μία πέτρα ένα άσπρο ψωμάκι, από πάνω μία πίτα ψημένη στη χόβολη, ένα μικρό φλυτζάνι με μέλι και καθαρισμένα αμύγδαλα. Σε ένα σπασμένο πιάτο ή άλλο δοχείο άναβαν φωτιά και μουρμούριζαν λόγια μαγικά, παρακαλώντας τη Μοίρα να ικανοποιήσει την επιθυμία τους. Τέτοιου είδους τελετουργίες γίνονταν σε διάφορες σπηλιές της Αθήνας, αλλά η πιο επίσημη ήταν αυτή της σπηλιά του Σταδίου (!)».
Στα επόμενα χρόνια το ενδιαφέρον για το μνημείο εκλείπει παντελώς. Η σφενδόνη του Σταδίου, στο οποίο ο Αδριανός είχε δώσει σχήμα πέταλου, έχει καταστραφεί, ενώ δεν σώζεται ίχνος από τη μαρμάρινη επένδυσή του. Ελάχιστα έχουν μείνει να θυμίζουν τις παλιές καλές εποχές. Παρά ταύτα, συγκινεί τους πρώτους πολεοδόμους της Αθήνας, Κλεάνθη και Σάουμπερτ, που το εντάσσουν στον σχεδιασμό τους. Βάσει του σχεδιασμού τους, που εγκρίνεται με βασιλικό διάταγμα του 1833, ένας από τους δύο βασικούς οδικούς άξονες της πόλης θα συνδέει το κέντρο της, όπου πρόκειται να υψωθούν τα ανάκτορα, με το Στάδιο, έξω από αυτήν! Ο δε δρόμος θα βαφτιστεί «οδός Σταδίου». Το πράγμα βέβαια δεν θα εξελιχθεί ακριβώς έτσι όπως σχεδιάστηκε από τους δύο πολεοδόμους. Η Σταδίου δεν θα καταλήξει ποτέ στο σημείο για το οποίο προορίσθηκε. Θα προκύψουν αναθεωρήσεις επί αναθεωρήσεων του πολεοδομικού σχεδιασμού, θα μεσολαβήσει και ο βασιλικός αρχιτέκτονας Klenze, που θεωρεί ότι το Παναθηναϊκό Στάδιο «είναι τελείως αδιάφορο ως θέαμα και δεν έχει απομείνει ίχνος του...», αλλά, ως γνωστόν, η αρχή είναι το ήμισυ του παντός. Το ενδιαφέρον στρέφεται προς το παρατημένο Στάδιο και φουντώνει ταυτόχρονα με την ιδέα αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων, η οποία καιρό πριν είχε αναγεννηθεί στα Επτάνησα από τον διακαή πόθο για λευτεριά.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ ΣΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ
Το 1856, ο αγωνιστής της επανάστασης του ΄21, εύρωστος επιχειρηματίας Ευαγγέλης Ζάππας προσφέρει στο ελληνικό Δημόσιο 40.000 χρυσές λίρες ειδικά για τη διοργάνωση αθλητικών αγώνων στην Αθήνα, κατά τα πρότυπα των Ολυμπιακών. Η πρόταση Ζάππα απορρίπτεται. «Ευχαρίστως ναι, αλλά όχι...» λένε βασιλιάς και κυβέρνηση στον εθνικό ευεργέτη, εξηγώντας του ότι το ποσό που δωρίζει είναι μεν ευπρόσδεκτο, πλην όμως θα ήταν προσφορότερο για το έθνος να διατεθεί για την ανέγερση κτηρίου, όπου θα εκτίθενται γεωργικά και βιομηχανικά προϊόντα. Στο διάστημα της έκθεσης, υπό την επωνυμία «Ολύμπια», θα μπορούσαν να οργανωθούν και αθλητικοί αγώνες («δημοτελείς γυμναστικοί αγώνες εν τω Σταδίω», αναφέρει το σχετικό βασιλικό διάταγμα, αλλά στην ιστορία θα μείνουν ως Ζάππειες Ολυμπιάδες). Ο Ζάππας δέχεται και ενισχύει τη χορηγία με ένα επιπλέον ποσόν 200.000 δραχμών. Πρόθεσή του είναι να ανακατασκευαστεί το Παναθηναϊκό Στάδιο, αλλά η δαπάνη είναι τεράστια.
Οι αθλητικοί πρώτοι αγώνες, στο πλαίσιο της αγροτο-βιομηχανικής έκθεσης, οργανώνονται το 1859 στην πλατεία Λουδοβίκου (έκταση που σήμερα περιλαμβάνει τις πλατείες Κοτζιά και Κουμουνδούρου). Η δεύτερη διοργάνωση, όμως, θα υλοποιηθεί το 1870 στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου στο μεταξύ, θα βρεθεί οικονομικότερη λύση για τις απαραίτητες εργασίες αναμόρφωσης. Ένα μεγάλο ξύλινο θεωρείο κάτω από τη σφενδόνη προορίζεται για το βασιλικό ζεύγος, τα μέλη της κυβέρνησης και τους ξένους επισήμους, ενώ στα χωμάτινα πρανή του Σταδίου λαξεύονται καθίσματα για τους θεατές. Τριάντα χιλιάδες άνθρωποι θα παρακολουθήσουν εκείνη τη Ζάππεια Ολυμπιάδα και το Παναθηναϊκό Στάδιο θα ξαναβρεί τη λάμψη του ύστερα από αιώνες σιγής και εγκατάλειψης.
Παρά την αρχική πρόβλεψη για τη διοργάνωση της έκθεσης και των αγώνων ανά τετραετία, η περιοδικότητα κλονίζεται από τα πολιτικά γεγονότα. Η έξωση των βασιλέων Όθωνα και Αμαλίας, η ενθρόνιση του Γεωργίου Α΄, οι εσωτερικές διαμάχες, ο θάνατος του ίδιου του Ζάππα κι έπειτα ο ρωσο-τουρκικός πόλεμος δεν αφήνουν περιθώρια συνέπειας. Το Στάδιο, όμως, ζει άλλες ιστορικές στιγμές... Εδώ πραγματοποιείται στις 2 Μαΐου του 1893 η πρώτη συγκέντρωση για την εργατική πρωτομαγιά, εδώ εγκρίνεται και το ψήφισμα για την καθιέρωση της Κυριακής ως αργίας, για το οκτάωρο εργασίας και για τη χορήγηση σύνταξης στους εργαζόμενους!
Στο μεταξύ, το μνημείο έχει μπει ήδη στη λίστα ενδιαφέροντος της Γενικής Εφορίας των Αρχαιοτήτων (η κατοπινή Αρχαιολογική Υπηρεσία), που προσπαθεί να διαλευκάνει το ιδιοκτησιακό καθεστώς των οικοπέδων εντός και εκτός του χώρου. Ένας αγώνας διάσωσης του Σταδίου ξεκινά, αλλά καθώς ο χρόνος περνά χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα, ψήγματα οικίσκων εμφανίζονται μέσα στον αγωνιστικό στίβο και μάλιστα με την ανοχή του τοπικού αστυνομικού τμήματος! Η Εφορία προσπαθεί να αποτρέψει τα χειρότερα. Η πρώτη καταδίκη έρχεται τον Ιούνιο του 1867 σε βάρος κάποιου Τσιώτη, ο οποίος κατηγορείται «περί της φθοράς του εν Σταδίω λόφου και των εν αυτώ τοίχων». Κι επιτέλους, δύο χρόνια μετά, το μνημείο τίθεται υπό την... προστασία του αρχιτέκτονα Ερνστ Τσίλλερ, ο οποίος από καιρό έχει εκφράσει την επιθυμία να διενεργήσει στο σημείο ανασκαφή, τραβώντας την προσοχή του βασιλιά. Για να διευκολύνει την έρευνα του Γερμανού πανεπιστημιακού, ο Γεώργιος Α΄ του αναθέτει να αγοράσει για λογαριασμό του όλα τα οικόπεδα μέσα κι έξω από το Στάδιο, ήτοι 32.533 πήχεις. Του υπόσχεται μάλιστα ότι θα αναλάβει τα έξοδα του ανασκαφικού έργου. «Ο βασιλιάς ξοδεύει 600 δραχμές την εβδομάδα για την ανασκαφή. Ο κόσμος χαίρεται γιατί ο βασιλιάς άρχισε να ενδιαφέρεται για κάτι» θα γράψει ο Τσίλλερ τον Νοέμβριο του 1869 σε επιστολή του προς τον δάσκαλό του, Θεόφιλο Χάνσεν.
Θεμέλιοι λίθοι, ερμαϊκές στήλες με κεφαλές σε μέγεθος διπλάσιο του φυσικού, η πρώτη σειρά των εδωλίων, υπολείμματα μαρμάρινων πλακών και επιτύμβιες επιγραφές έρχονται μεταξύ άλλων στο φως με την ανασκαφή του Τσίλλερ. Στα σπλάχνα της πόλης κρύβονται διάσπαρτα πλήθος μαρτυρίων του παρελθόντος της. Ο βανδαλιστής του Παρθενώνα, λόρδος Έλγιν, θα βάλει την υπογραφή του ακόμα και στα ευρήματα του Σταδίου, απ΄ όπου θ΄ αρπάξει έναν μαρμάρινο θρόνο.
Η ΠΡΩΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ
Λίγο πριν την έναρξη των Ολυμπιακών του 1896 - Διακρίνεται η διαφορά στο υλικό των εδωλίων
Όταν η ιδέα αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων ωριμάζει στη Δύση, στην Αθήνα, ήδη από τη δεκαετία του 1850, με την οικονομική στήριξη του Σίμωνος Σίνα, έχει εκδοθεί και κυκλοφορεί το έργο του Φιλόστρατου «Περί Γυμναστικής», με πλήθος πληροφοριών για την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων και των διαφόρων αθλημάτων.
Ο Γάλλος βαρόνος de Coubertin, θερμός υποστηρικτής της αρχαιοελληνικής παιδείας και του ιδεώδους του κλασικού αθλητισμού, οργανώνει Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο που διεξάγεται στο Παρίσι τον Ιούνιο του 1894. Την Ελλάδα εκπροσωπεί ο Δημήτριος Βικέλας, πρόσωπο γνωστό στους φιλολογικούς κύκλους της γαλλικής πρωτεύουσας, ο οποίος μάλιστα, στο Συνέδριο, εκλέγεται και πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, που θα αποφασίζει για τον τόπο και τον ακριβή χρόνο διεξαγωγής των Αγώνων, ανά τετραετία. Είναι ο ίδιος που πείθει τους πάντες ότι οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες πρέπει να γίνουν στην Αθήνα, στο Παναθηναϊκό Στάδιο και όχι στο Παρίσι, όπως αρχικά είχε αποφασιστεί. Ως έτος έναρξης της διοργάνωσης ορίζεται αρχικά το 1897, αλλά επειδή θεωρήθηκε ότι για ιστορικούς λόγους θα ήταν καλό τουλάχιστον η δεύτερη διοργάνωση να συμπέσει με την αλλαγή της χιλιετίας (δηλ. το 1900), αποφασίζεται η πρώτη Ολυμπιάδα να διεξαχθεί το 1896. Μόνο που η Ελλάδα βρίσκεται σε βαθύ οικονομικό τέλμα. Μόλις το 1893 ο Τρικούπης έχει κηρύξει την πτώχευση της χώρας και ο Δηλιγιάννης που τον διαδέχεται, είναι μεν θερμός υποστηρικτής της διοργάνωσης, πλην όμως, τα ταμεία του κράτους είναι άδεια. Την κατάσταση καλούνται να σώσουν ομογενείς. Ολόκληρος ο ελληνισμός, μέσα κι έξω από τα σύνορα, κινητοποιείται. Πρέπει να συγκεντρωθούν τα χρήματα, που θα καταστήσουν το Παναθηναϊκό Στάδιο σύμβολο μιας παγκόσμιας καταξίωσης του ελληνικού πνεύματος, ικανό να φιλοξενήσει Ολυμπιακούς Αγώνες αντίστοιχους προς την αίγλη και το μεγαλείο των αρχαίων.
Έρανοι και Δημόσιο συγκεντρώνουν περί τις 800.000 δραχμές, ποσό που δεν επαρκεί για την κάλυψη το έργων υποδομής σε μία πρωτεύουσα μόλις 120.000 κατοίκων, χωρίς ικανοποιητικό αριθμό καταλυμάτων για φιλοξενία. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος απευθύνεται με επιστολές του προς τον πρόεδρο της ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο, τον βαθύπλουτο επιχειρηματία Γεώργιο Αβέρωφ, του οποίου η ανταπόκριση είναι άμεση: Σας αποστέλλω 585.000 χρυσές δραχμές και αναλαμβάνω ολόκληρη τη δαπάνη της ανακατασκευής του Παναθηναϊκού Σταδίου.
Στο εργοτάξιο απασχολούνται 550 άτομα. Καθημερινά από τα λατομεία της Πεντέλης μεταφέρονται με κάρα τεράστιοι όγκοι μαρμάρου, που υπόκειται σε επεξεργασία μέσα στο πεδίο του Σταδίου, αλλά ο χρόνος πιέζει και ο καιρός δεν ευνοεί. Το χιόνι που σκεπάζει την Πεντέλη τον πρώτο μήνα του 1896 καθιστά αδύνατη την εξόρυξη υλικού. Έτσι, η Επιτροπή αποφασίζει να καλύψει με μάρμαρο ένα μόνο τμήμα των καθισμάτων. Τα υπόλοιπα θα κατασκευαστούν από πωρόλιθο και ξύλο.
Κάνουν ό,τι μπορούν για να προλάβουν. Ό,τι μπορούν κι ακόμα παραπάνω... Ο Βικέλας υποσχέθηκε υποδειγματική διοργάνωση και πράγματι, στις 25 Μαρτίου του 1896, ανήμερα του Ευαγγελισμού, όλα είναι έτοιμα. Η τελετή έναρξης έχει πανηγυρικό χαρακτήρα. Η προσέλευση του κόσμου είναι εντυπωσιακή. Τα εδώλια γεμίζουν. Το πλήθος περιβάλλεται από τη φωτεινή αύρα της ιστορίας του πεδίου. Το Παναθηναϊκό Στάδιο εγκαινιάζει τη σύγχρονη σελίδα του...