Ταχύτερο βηματισμό στις διαρθρωτικές αλλαγές ζήτησε ο Προβόπουλος

Ταχύτερο βηματισμό στην προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών, μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης και αλλαγή της παραγωγικής διάρθρωσης της οικονομίας  ζήτησε μεταξύ άλλων ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλος στην ομιλία που εκφώνησε σήμερα στην 80η Ετήσια Γενική Συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος.

Ο κ. Προβόπουλος εκτίμησε πως ο κίνδυνος της κατάρρευσης αποφεύχθηκε, το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ απομακρύνθηκε και η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται σταδιακά, ωστόσο τόνισε πως η ελληνική οικονομία βρίσκεται ακόμη σε βαθιά κρίση και οι κίνδυνοι εκτροχιασμού δεν έχουν εξαλειφθεί.

Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος απέδωσε τη μεταστροφή του κλίματος στις εκλογές του Ιουνίου και στην "θετική απάντηση του ελληνικού λαού όσον αφορά το ιστορικό διακύβευμα της παραμονής στο ευρώ", στην πρόοδο στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής, στην αντιμετώπιση των του δημοσιονομικού και του εξωτερικού ελλείμματος, στη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, στη συνέχιση της χρηματοδοτικής στήριξης που παρέχουν οι επίσημοι δανειστές και στα βήματα προόδου που πραγματοποιούνται στη ζώνη του ευρώ στο πεδίο της συμπλήρωσης του θεσμικού οικοδομήματος.

Όπως τόνισε ο ίδιος στο δημοσιονομικό τομέα, η συρρίκνωση των ελλειμμάτων ήταν εντυπωσιακή. Από το 2009 μέχρι το 2012 τόσο το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης όσο και το αντίστοιχο πρωτογενές ως ποσοστά του ΑΕΠ μειώθηκαν κατά 9%, ενώ η  υποχώρηση του διαρθρωτικού ελλείμματος ήταν ακόμη πιο μεγάλη και ανήλθε στο 15%. Στον εξωτερικό τομέα το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που το 2008 είχε προσεγγίσει το 15% του ΑΕΠ, το 2012 περιορίστηκε στο 2,9%.

Ο κ. Προβόπουλος υπογράμμισε πως στο διάστημα 2010-2012 η Ελλάδα ανέκτησε περισσότερο από το 75% της ανταγωνιστικότητας που είχε απολέσει την περίοδο 2001-2009 και εκτίμησε περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους, η οποία το 2013 θα υπερκαλύψει το σύνολο των απωλειών της περιόδου 2001-2009.

Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σημείωσε το 2012 το ΑΕΠ υποχώρησε για πέμπτο κατά σειρά έτος, με αποτέλεσμα η σωρευτική μείωση στην πενταετία 2008-2012 να ανέλθει στο 20,1%. Εκτίμησε δε πως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το 2013 θα είναι μια δύσκολη χρονιά, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης ύφεσης και της υψηλής ανεργίας. Είπε ακόμη πως η ύφεση προκάλεσε αισθητή πτώση της απασχόλησης και ώθησε το ποσοστό ανεργίας σε ιστορικά υψηλό επίπεδο, 24,5% περίπου κατά μέσο όρο το 2012, ενώ ανέφερε πως προβλέπεται περαιτέρω άνοδος το 2013.

"Η μεγαλύτερη από την αρχικά προβλεπόμενη ύφεση επιτάσσει ταχύτερο βηματισμό στην προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών", δήλωσε ο κ. Προβόπουλος ο οποίος επεσήμανε πως το γεγονός ότι η ύφεση των τελευταίων ετών ήταν πράγματι βαθύτερη από ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί πρέπει να αναζητηθεί στον τρόπο που εφαρμόστηκε το πρόγραμμα προσαρμογής. "Εάν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είχαν εφαρμοστεί με συνέπεια από την αρχή του προγράμματος, σήμερα θα είχαν ήδη γίνει αισθητές οι ευνοϊκές επιδράσεις τους στην οικονομική δραστηριότητα", είπε ο κ. Προβόπουλος.

Ο ίδιος ξεκαθάρισε πως η ύφεση δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για τη μη εφαρμογή των συμφωνηθέντων και ιδίως για χαλάρωση της προσπάθειας στην προώθηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. "Εάν συμβεί αυτό, η εμπιστοσύνη που κερδήθηκε με επώδυνες θυσίες θα κλονιστεί καίρια", τόνισε.

Ο ίδιος εκτίμησε ότι στη διάρκεια του 2014 θα αρχίσουν να καταγράφονται θετικοί ρυθμοί μεταβολής του ΑΕΠ, λόγω της τόνωσης της ρευστότητας και της εμπιστοσύνης που αναμένονται ως αποτέλεσμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και της επιστροφής καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα, της περαιτέρω βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους, λόγω της επιτάχυνσης των αποκρατικοποιήσεων, της προόδους στην απελευθέρωση των αγορών, της επανεκκίνησης σημαντικών έργων υποδομών, όπως οι αυτοκινητόδρομοι, της υλοποίησης ιδιωτικών επενδυτικών σχεδίων με στήριξη από πόρους του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, αλλά και της προγραμματισμένης αποπληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου. Ακόμη, αναφέρθηκε στην πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η συνολική χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία για την Ελλάδα την περίοδο 2014-2020 φθάνει τα 18,3 δισ. ευρώ.

Ο κ. Προβόπουλος στάθηκε και στην ανάγκη αναμόρφωσης του τραπεζικού συστήματος και κεφαλαιακής ενίσχυσης των τραπεζών, ενώ τόνισε πως παρά την μεγάλη αβεβαιότητα το πρώτο εξάμηνο του 2012 που δημιούργησε σοβαρούς κινδύνους για το  τραπεζικό σύστημα, οι ενέργειες της Πολιτείας και της Τράπεζας της Ελλάδος εξασφάλισαν ότι το τραπεζικό σύστημα στάθηκε όρθιο και κανένας καταθέτης δεν έχασε έστω και ένα ευρώ από τις αποταμιεύσεις του.

"Ο τομέας ανασυντάσσεται μέσω της συνένωσης δυνάμεων. Το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας, αλλά και οι συνθήκες υπερβάλλουσας δυναμικότητας, που έχουν διαμορφωθεί στον τραπεζικό κλάδο, απαιτούν λιγότερες και ισχυρότερες μονάδες, ώστε αυτές να είναι και σε βάθος χρόνου ανθεκτικές σε απροσδόκητες εξωγενείς διαταραχές", δήλωσε προσθέτοντας πως από τη διαδικασία αυτή θα ωφεληθούν τόσο οι καταθέτες όσο και οι δανειολήπτες. "Οι πιο εύρωστες τράπεζες έχουν αφενός μεγαλύτερη ευχέρεια πρόσβασης στις διεθνείς αγορές και αφετέρου, λόγω υψηλότερης αποτελεσματικότητας, έχουν μικρότερο κίνητρο να προσφεύγουν σε τοποθετήσεις υψηλού κινδύνου", σημείωσε. Προσέθεσε πως τα επόμενα στάδια της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης περιλαμβάνουν την έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων χρηματοδοτικών μέσων και την ολοκλήρωση των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου έως το τέλος Απριλίου του 2013. Οι ιδιώτες μέτοχοι θα έχουν τον έλεγχο των τραπεζών που λαμβάνουν κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, εφόσον καταβάλουν ποσό τουλάχιστον ίσο με το 10% της αξίας των νεοεκδοθησομένων κοινών μετοχών.

Τέλος, ο κ. Προβόπουλος αναφέρθηκε στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των φορολογουμένων, λέγοντας πως η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος θα πρέπει να τεθεί ως κεντρική επιδίωξη η διεύρυνση της φορολογικής βάσης και ο περιορισμός της φοροδιαφυγής, ώστε να δημιουργηθούν περιθώρια για μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη φορολογουμένων, η οποία έχει αυξηθεί υπέρμετρα τα τελευταία χρόνια.