Αμετακίνητος ο Τόμσεν, απαιτεί μείωση συντάξεων και αφορολογήτου

Η Ελλάδα δε χρειάζεται να λάβει πρόσθετα μέτρα λιτότητας, όμως είναι αναγκαίο να προχωρήσει σε δύσκολες μεταρρυθμίσεις, τονίζει ο "σκληρός" του ΔΝΤ

Αμετακίνητος στις θέσεις του για την Ελλάδα εμφανίστηκε ο διευθυντής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πόουλ Τόμσεν, παρουσιάζοντας την έκθεση του ΔΝΤ στη διάρκεια τηλεδιάσκεψης, καθώς ζήτησε από την Αθήνα να προχωρήσει σε «επώδυνες πολιτικά και κοινωνικά μεταρρυθμίσεις» προκειμένου να κατορθώσει να επιστρέψει στο «δρόμο της διατηρήσιμης ανάπτυξης».

Ο κ. Τόμσεν, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, υποστήριξε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να μειώσει συντάξεις, καθώς και το αφορολόγητο όριο σε μισθωτούς και συνταξιούχους, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα κλίμα φιλικό στην ανάπτυξη. Παραδέχθηκε ότι υπήρξαν διαφωνίες μεταξύ των στελεχών του ΔΝΤ κατά τη συζήτηση της συγκεκριμένης έκθεσης στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και αναγνώρισε ότι έχει γίνει πρόοδος και σύγκλιση των Ευρωπαίων με τις θέσεις του Ταμείου σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις βιωσιμότητας του χρέους, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «έχει περιοριστεί το χάσμα» καθώς οι «Ευρωπαίοι δέχθηκαν να μειωθούν τα χρόνια που η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό της». Ωστόσο, υπογράμμισε ότι στο ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους παραμένουν διαφορές, καθώς το Ταμείο επιμένει ότι πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% δεν μπορεί να διατηρηθεί για πολλά χρόνια.

Ο κ. Τόμσεν επανέλαβε ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται να λάβει πρόσθετα μέτρα λιτότητας, ισχυρίστηκε όμως πως είναι αναγκαίο να προχωρήσει σε δύσκολες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα της επιτρέψουν να επιτύχει μία πιο δίκαιη κατανομή των κοινωνικών δαπανών, δημιουργώντας ένα πιο φιλικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της οικονομίας. Ωστόσο, ακόμη και με τις μεταρρυθμίσεις αυτές (συντάξεις, αφορολόγητο, άνοιγμα αγορών και ενίσχυση του ανταγωνισμού), όπως υποστήριξε, η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά αν δεν προχωρήσει μία γενναία ρύθμιση του χρέους, προκειμένου αυτό να καταστεί διαχειρίσιμο - βιώσιμο (sustainable).

Στο σημείο αυτό, ο κ. Τόμσεν παραδέχθηκε ότι κατά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ, στην οποία συζητήθηκε η έκθεση του άρθρου 4 για την Ελλάδα, ορισμένα στελέχη εξέφρασαν τη διαφωνία τους στα ζητήματα που σχετίζονται με το δημόσιο χρέος. Συγκεκριμένα, σημείωσε πως κάποιοι χαρακτήρισαν ιδιαιτέρως συντηρητικές τις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους. Ωστόσο, όπως έσπευσε να διευκρινίσει, αυτό δεν είναι ασυνήθιστο, καθώς έχει συμβεί σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν.

Αναφορικά με τις προϋποθέσεις βιωσιμότητας του χρέους, ο κ. Τόμσεν υποστήριξε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα δεν είναι ρεαλιστικό να παραμείνει στο 3,5% του ΑΕΠ για πολλά χρόνια και τούτο διότι, όπως υποστήριξε, η επίτευξη του στόχου αυτού δεν στηρίζεται σε διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά στη συμπίεση των κρατικών δαπανών, επιφέροντας αντι-αναπτυξιακές συνέπειες. Ο ίδιος είπε ότι όσο το χρέος της Ελλάδος δεν είναι βιώσιμο είναι πιθανός ο κίνδυνος να προκύψει μία νέα κρίση. Ωστόσο, όπως διευκρίνισε, τούτο δεν είναι κάτι που αφορά το μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.