Στα 5,8 δισ. ευρώ οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης της Eurobank

Η βαθιά ύφεση της ελληνικής οικονομίας, η εντεινόμενη αβεβαιότητα για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, η πολιτική αστάθεια και τα σενάρια εξόδου της χώρας από το κοινό νόμισμα παρέτειναν ένα ιδιαίτερα δυσμενές περιβάλλον για την ανάπτυξη των τραπεζικών εργασιών και επηρέασαν καθοριστικά τα λειτουργικές επιδόσεις της Eurobank το δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο του 2012.

Η Eurobank αύξησε τις προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις με στόχο την περαιτέρω θωράκιση του ισολογισμού της και την κάλυψη των δανείων σε καθυστέρηση, γεγονός που επιβάρυνε όμως αρνητικά τα λειτουργικά αποτελέσματα. Ειδικότερα, οι προβλέψεις ενισχύθηκαν σε ετήσια βάση κατά 23,3% και ανήλθαν σε 1,2 δισ. ευρώ συνολικά το 9μηνο του 2012, καλύπτοντας το 53% των μη εξυπηρετούμενων δανείων (χωρίς να λογίζονται οι πρόσθετες εξασφαλίσεις). Τα καθαρά αποτελέσματα του Ομίλου μετά την απομείωση ομολόγων του Δημοσίου και λοιπών εκτάκτων αποτελεσμάτων διαμορφώθηκαν στο 9μηνο 2012 σε 1,09 δισ. ευρώ, έναντι ζημιών 575 εκατ. ευρώ στο 9μηνο 2011. Η μείωση των εσόδων και οι αυξημένες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις οδήγησαν σε ζημιές 223 εκατ. ευρώ στο τρίτο τρίμηνο του 2012, τις οποίες περιόρισε η συνεχιζόμενη μείωση των λειτουργικών εξόδων.

Ως γνωστόν, η Eurobank συμμετείχε το Μάρτιο του 2012 στο Πρόγραμμα Ανταλλαγής Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (PSI) με αξιόγραφα ονομαστικής αξίας 7,3 δισ. ευρώ και συνολικής αξίας κτήσης 7,9 δισ. ευρώ (λαμβανομένου υπόψη και του κόστους αντιστάθμισης κινδύνου). Σε αντάλλαγμα η Τράπεζα έλαβε ομόλογα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) αξίας 1,1 δισ. ευρώ και νέα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, η τρέχουσα αξία των οποίων ήταν 577 εκατ. ευρώ στο τέλος του τρίτου τριμήνου 2012. Μετά και την πρόσφατη επαναγορά ομολόγων, στην οποία συμμετείχε πλήρως η Τράπεζα, η συνολική ζημία από το PSI και συνδεδεμένες πράξεις διαμορφώθηκε σε 6 δισ. ευρώ. Οι συνολικές ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης της Eurobank, συμπεριλαμβανομένης και της διαγνωστικής μελέτης της BlackRock, προσδιορίστηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδος σε 5,8 δισ. ευρώ, σχεδόν ισόποσες με τις ζημιές από το PSI μετά την επαναγορά των ομολόγων.

Οι καταθέσεις πελατών της Eurobank στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 3 δισ. ευρώ το δεύτερο τρίμηνο σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2012, αυξήθηκαν όμως κατά 1 δισ. ευρώ το τρίτο τρίμηνο του έτους. Στο εξωτερικό, οι καταθέσεις πελατών σημείωσαν σημαντική αύξηση κατά 570 εκατ. ευρώ το 9μηνο του 2012 και ανήλθαν σε 9,1 δισ. ευρώ. Το εμπορικό άνοιγμα (διαφορά δανείων προς τις καταθέσεις) παρέμεινε σταθερό, καθώς τα υπόλοιπα χορηγήσεων πελατών μειώθηκαν κατά 1,5 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο και διαμορφώθηκαν σε 43,8 δισ. ευρώ μετά από προβλέψεις.

Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα μειώθηκε οριακά στα 30 δισ. ευρώ. Η Τράπεζα διατηρεί επαρκή ρευστότητα, καθώς διαθέτει ενέχυρα αποδεκτά από το Ευρωσύστημα για την άντληση ρευστότητας ύψους 6 δισ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι έχει ακυρώσει 1,5 δισ. ευρώ ομόλογα με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Παράλληλα, η ολοκλήρωση της πώλησης της Polbank και της Tekfen Bank θα ενισχύσει περαιτέρω τη ρευστότητα κατά 1,7 δισ. ευρώ.

Τα καθαρά έσοδα από τόκους υποχώρησαν κατά 4% το τρίτο τρίμηνο και διαμορφώθηκαν σε 358 εκατ. ευρώ, έναντι 373 εκατ. ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο, λόγω του υψηλού κόστους άντλησης ρευστότητας, της διεύρυνσης του euribor έναντι των επιτοκίων της ΕΚΤ, των μειωμένων εσόδων από ομόλογα εξαιτίας του PSI και της καθυστέρησης στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Σημαντικό μέρος από τα έσοδα τόκων μπορεί να ανακτηθεί αφού τα στοιχεία του ενεργητικού είναι ήδη αποδεκτά για αναχρηματοδότηση από την ΕΚΤ, καθώς και όταν θα ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και μειωθεί η διαφορά των επιτοκίων της διατραπεζικής με την ΕΚΤ.

Τα συνολικά έσοδα υποχώρησαν κατά 17,9% το τρίτο τρίμηνο σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο και διαμορφώθηκαν σε 397 εκατ. ευρώ, και λόγω χαμηλότερων μη οργανικών εσόδων. Ο περιορισμός του λειτουργικού κόστους συνεχίστηκε με επιτυχία, καθώς οι συνολικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 4,9% το τρίτο τρίμηνο έναντι του δευτέρου τριμήνου.

Οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες που βιώνουν τα νοικοκυριά, ως αποτέλεσμα της αύξησης της ανεργίας και των μέτρων λιτότητας που εφαρμόζονται, η οικονομική στενότητα που αντιμετωπίζουν πολλές επιχειρήσεις καθώς και η πολιτική αστάθεια του δευτέρου τριμήνου συνετέλεσαν στην περαιτέρω αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των δανείων σε καθυστέρηση. Ειδικότερα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξήθηκαν στο 17% των συνολικών χορηγήσεων, από 14% στο τέλος του πρώτου  τριμήνου, ενώ τα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών ανήλθαν στο 21,3% του χαρτοφυλακίου, από 17,6% στο τέλος Μαρτίου 2012. Η επιδείνωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου και η αύξηση των δανείων σε καθυστέρηση συντελέστηκε κυρίως το δεύτερο τρίμηνο του έτους, ενώ βελτίωση καταγράφηκε κατά το τρίτο τρίμηνο, με τα νέα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών να είναι μειωμένα κατά 12,1% έναντι του δευτέρου τριμήνου.

Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank κ. Νικόλαος Νανόπουλος δήλωσε για τα αποτελέσματα τα εξής:

"Η εκταμίευση της δόσης των 34,5 δισ. ευρώ ανοίγει το δρόμο για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών Τραπεζών, αναγκαία λόγω των βαρύτατων κεφαλαιακών απωλειών που υπέστησαν μετά τη συμμετοχή τους τόσο στο PSI, όσο και στις με αυτό συνδεδεμένες πράξεις.

Αναλαμβάνοντας το κόστος αυτό, τα ελληνικά τραπεζικά ιδρύματα συνέβαλαν όσο κανείς άλλος στη μείωση του δημοσίου χρέους και την αποκατάσταση της οικονομικής σταθερότητας στη χώρα. Η ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, παράλληλα με τη δρομολόγηση σημαντικών διαρθρωτικών αλλαγών και την ορατή βελτίωση του διεθνούς κλίματος το τελευταίο διάστημα, ανοίγουν ένα παράθυρο ευκαιρίας για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, και τη στήριξη της ανάπτυξης, που δεν πρέπει να αφήσουμε αναξιοποίητο.

Η Eurobank συμμετέχει στη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης, λαμβάνοντας κεφάλαια ύψους 5,8 δισ. ευρώ, τα οποία αντιστοιχούν περίπου στις απώλειες που ενέγραψε λόγω της συμμετοχής στο PSI. Η δρομολόγηση της ενοποίησης της Eurobank με την Εθνική Τράπεζα αποτελεί σημαντική πρωτοβουλία στο πλαίσιο της συνολικής ανασυγκρότησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Το νέο σχήμα, με το μεγάλο, σε ευρωπαϊκή κλίμακα, μέγεθός του, και με την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων των δύο οργανισμών, μπορεί να πρωταγωνιστήσει στη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, να παίξει κεντρικό ρόλο στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων και να συμβάλει αποφασιστικά στην ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της οικονομίας πάνω σε νέες υγιείς βάσεις".