Παγκόσμια Τράπεζα: Βελτιώνεται η Ελλάδα στο… doing business

Τέσσερις θέσεις πιο πάνω σε σύνολο 189 χωρών βρίσκεται φέτος, σε σχέση με το 2013, η Ελλάδα στον τομέα της ανάπτυξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας (Doing Business), και συγκεκριμένα στην 61η θέση, από την 65η, σύμφωνα με μια νέα έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Όπως σημειώνεται στη νέα έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, διαπιστώνεται ότι η κατάσταση στην Ελλάδα σ' αυτό τον τομέα “συνεχίζει να βελτιώνεται”.

Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι έχουν βελτιωθεί οι διαδικασίες που αφορούν στη δημιουργία και ανάπτυξη μιας επιχείρησης, καταγράφοντας κυρίως το γεγονός ότι έγινε ευκολότερη η δήλωση περιουσιακών στοιχείων με τη μείωση του φόρου μεταβίβασης ακινήτων και την εξάλειψη της απαίτησης για δημοτικό πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας.

Εξάλλου, σημειώνεται ότι εκτός από την καταγραφή της ακίνητης περιουσίας, η Ελλάδα έκανε ευκολότερο το ξεκίνημα επιχειρήσεων κατά το παρελθόν έτος, με τη μείωση του κόστους εγγραφής, έτσι ώστε η έναρξη μιας επιχείρησης να κοστίζει πλέον 2,2% του κατά κεφαλήν εισοδήματος, κάτω από το 32,5% που βρισκόταν πριν από μια δεκαετία. Επιπλέον, η Ελλάδα ενίσχυσε το νομικό πλαίσιο, με την εισαγωγή ενός ηλεκτρονικού συστήματος.

“Η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία, όλες οι οικονομίες που επλήγησαν περισσότερο από την παγκόσμια οικονομική κρίση, έχουν διατηρήσει ένα σταθερό ρυθμό ρυθμιστικών μεταρρυθμίσεων”, δήλωσε η Λάουρα Τουκ, αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, προσθέτοντας ότι “οι μεταρρυθμίσεις αυτές μπορούν να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της οικονομικής ανάπτυξης. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, η διευκόλυνση για τη δημιουργία επιχειρήσεων κατά το παρελθόν έτος, προσφέρει περισσότερες πιθανότητες στις επιχειρηματικές ιδέες για να ανθίσουν, δημιουργώντας ευκαιρίες τοπικής απασχόλησης”.

Οι προκλήσεις παραμένουν, όπως αναφέρεται, ιδιαίτερα στον τομέα της εκτέλεσης των συμβάσεων. Μάλιστα, επισημαίνεται ότι χρειάζονται κατά μέσο όρο 1.580 ημέρες για την επίλυση μιας εμπορικής διαφοράς στην Ελλάδα, περισσότερο από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή οικονομία.