Πρόσθετη μηνιαία αμοιβή συνιστά το μηνιαίο ειδικό ερευνητικό επίδομα που λαμβάνουν οι καθηγητές Πανεπιστημίου ως εκ τούτου υπόκειται σε φορολόγηση εισοδήματος.
Αυτό απεφάνθη το Συμβούλιο της Επικρατείας αναφορικά με το μηνιαίο επίδομα που λαμβάνουν τα μέλη κάθε βαθμίδας των ΔΕΠ των ΑΕΙ. Το επίδομα ανέρχεται σε 235 – 323 ευρώ.
Ειδικότερα, η Γενική Επίτροπος των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων Ελένη Διακομανώλη άσκησε αναίρεση “υπέρ του νόμου” επί αποφάσεως Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Με την τελευταία αυτή απόφαση αυτή του δικαστηρίου της συμπρωτεύουσας κρίθηκε ότι το ειδικό ερευνητικό επίδομα του Ν. 2530/1997 για την εκτέλεση μεταδιδακτορικής έρευνας και την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη προώθηση των ερευνητικών προγραμμάτων που είχε καταβληθεί σε επίκουρο καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης υπόκειται σε φόρο.
Να σημειωθεί ότι η αναίρεση “υπέρ του νόμου” δεν παράγει έννομα αποτελέσματα, δηλαδή δεν έχει καμία επίπτωση σε βάρος των διαδίκων, αλλά απλώς έχει σκοπό την έκδοση απόφασης η οποία θα καθιερώσει νομολογία. Η νομολογία αυτή θα χρησιμοποιηθεί ως «πιλότος» για άλλες όμοιες υποθέσεις, αφού θα έχει λυθεί ένα νομικό ζήτημα.
Η επταμελής, αυξημένη, σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με την υπ' αριθμ. 1026/2013 απόφασή του (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Φ. Αρναούτογλου και εισηγητής η πάρεδρος Όλγα Βασιλάκη), αφού ερμήνευσαν τα άρθρα 4 και 78 του Συντάγματος, καθώς και τα άρθρα 4 και 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 2238/1994), αποφάνθηκε ότι το επίμαχο επίδομα “ούτε κατά νόμο ούτε από τη φύση του καταβάλλεται για την κάλυψη δαπανών στις οποίες υποβάλλονται τα μέλη των ΔΕΠ των Πανεπιστημίων προς εκπλήρωση του λειτουργήματός τους”. Τους χορηγείται, προσθέτουν οι δικαστές, “ως ενίσχυση και ως κίνητρο για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη προώθηση της ακαδημαϊκής έρευνας, που αποτελεί ένα εκ των βασικών τους καθηκόντων”.