Η Ελλάδα έχει την έκτη ακριβότερη βενζίνη στον κόσμο

Η μέση τιμή της αμόλυβδης έχει αυξηθεί, μέσα στο τελευταίο διάστημα, λόγω των φόρων, περισσότερο από 5 λεπτά ανά λίτρο

Έκτη ακριβότερη χώρα στον κόσμο, και μία από τις ακριβότερες χώρες στην Ευρώπη, στη βενζίνη και στο πετρέλαιο θέρμανσης, καταδεικνύεται, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η χώρα μας

Χαρακτηριστικό είναι πως η μέση τιμή της αμόλυβδης έχει αυξηθεί, μέσα στο τελευταίο διάστημα, λόγω των φόρων, περισσότερο από 5 λεπτά ανά λίτρο, 10 λεπτα ανά λίτρο το πετρέλαιο κίνησης και το υγραέριο, ενώ ακραίες τιμές έως και 1,93 ευρώ ανά λίτρο βενζίνης, καταγράφονται στη νησιωτική χώρα.

Oι Έλληνες νησιώτες έχουν βρεθεί σε ακόμη χειρότερη θέση. Από την προηγούμενη Δευτέρα πληρώνουν ένα λίτρο βενζίνης 95 οκτανίων ακόμη και προς 1,93 ευρώ το λίτρο, τιμή η οποία δεν εντοπίζεται ούτε καν στην πιο ακριβή χώρα του πλανήτη, που είναι το Χονγκ Κονγκ.

Το οικονομικό επιτελείο, όπως αναφέρει η Καθημερινή της Κυριακής, προσδοκά ότι η αύξηση της φορολογίας στις τιμές των καυσίμων θα φέρει στα κρατικά ταμεία 670 εκατ. ευρώ περισσότερα μέσα στο 2017 συγκριτικά με το 2016. Ωστόσο, ενώ το κύμα ανατιμήσεων σαρώνει την αγορά από την Πρωτοχρονιά, η πτώση της κατανάλωσης είναι συνεχής κατά τη διάρκεια των τριών μνημονίων. Μόνο οι πωλήσεις της αμόλυβδης έχουν συρρικνωθεί κατά περισσότερο από ένα δισεκατομμύριο λίτρα σε ετήσια βάση.

Τα δημόσια έσοδα αναμένεται να επηρεαστούν και από τη συνεχιζόμενη στροφή στην πετρελαιοκίνηση και το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί να περιορίσει τη ζημιά αυξάνοντας περισσότερο τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο πετρέλαιο κίνησης απ’ ότι στην αμόλυβδη (10 λεπτά του ευρώ μαζί με τον ΦΠΑ στο πετρέλαιο έναντι 4 λεπτών στην αμόλυβδη).

Παρ’ όλα αυτά για κάθε λίτρο που μετατοπίζεται από το ένα καύσιμο στο άλλο, το Δημόσιο εξακολουθεί να χάνει έσοδα της τάξεως των 34 λεπτών. Και αυτό διότι για κάθε λίτρο αμόλυβδης, το Δημόσιο εισπράττει από την πρωτοχρονιά ένα ευρώ (περίπου το 67% της τιμής λιανικής), ενώ για κάθε λίτρο πετρελαίου κίνησης εισπράττει 66 λεπτά του ευρώ ή 53% της τιμής λιανικής.