Η «ακτινογραφία» των απασχολούμενων και των ανέργων
Πάνω από το όριο του 10% επανήλθε το α' τρίμηνο του έτους η ανεργία στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας εργατικού δυναμικού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ).
Ειδικότερα, το ποσοστό της ανεργίας για τους τρεις πρώτους μήνες του έτους αυξήθηκε στο 10,4% από το 9,5% που ήταν στο δ' τρίμηνο του 2024, παραμένοντας ωστόσο αρκετά χαμηλότερα από το 12,1% όπου βρισκόταν κατά το α' τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Πιο αναλυτικά, ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 4.216.757 άτομα παρουσιάζοντας μείωση κατά 1,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αύξηση κατά 1,0%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Το ίδιο διάστημα, ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 488.085 άτομα, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 8,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση κατά 15,0%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024.
Τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, ή «άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού», δηλαδή τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 4.301.807. Ειδικότερα, τα άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού κάτω των 75 ετών, ανήλθαν σε 3.065.957, με τον αριθμό του να έχει αυξηθεί κατά 0,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 0,6% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας παρατηρούνται στις γυναίκες, στα άτομα ηλικίας έως 15-19 ετών, στην Περιφέρεια Ιονίων Νήσων και στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει έως λίγες τάξεις Δημοτικού. Το μεγαλύτερο ποσοστό εργατικού δυναμικού παρατηρείται στους άνδρες, στα άτομα ηλικίας 30-44 ετών, στην Περιφέρεια Αττικής, στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση και στα άτομα ξένης ιθαγένειας.
Τα χαρακτηριστικά απασχολούμενων
Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των απασχολούμενων, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, κατά το α' τρίμηνο του 2025, το μεγαλύτερο εργάζονται ως μισθωτοί (71,3%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (18,6%).
Ενδιαφέρον ωστόσο αποτελεί το γεγονός ότι το ποσοστό μερικής απασχόλησης σημείωσε άνοδο στο 5,9%, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 4,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους βέβαια, παρουσιάζει μείωση κατά 23,6%.
Όσον αφορά το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία διαμορφώθηκε στο 7,7%, καταγράφοντας μείωση κατά 4,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση κατά 1,8% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι επαγγελματίες (23,8%) και οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (22,0%).
Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, αύξηση παρατηρείται στους τεχνικούς και ασκούντες συναφή επαγγέλματα (4,2%) και στους επαγγελματίες (2,9%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους ειδικευμένους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (-8,2%).
Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στους επαγγελματίες (8,7%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση στους ειδικευμένους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (-14,2%).
Από την άποψη της εξέλιξης της κατανομής του πλήθους των απασχολουμένων σε ευρείες ομάδες επαγγελμάτων, παρατηρείται ότι από το α΄ τρίμηνο του 2014 αυξανόταν το ποσοστό των απασχολουμένων σε μη χειρωνακτικά επαγγέλματα χαμηλής εξειδίκευσης – τάση που αντιστρέφεται σε κάποιο βαθμό από το 2021, με το ποσοστό των απασχολουμένων σε χειρωνακτικά επαγγέλματα με εξειδίκευση να καταγράφει ελαφρά αύξηση από τότε και μετά.
Αντίστοιχα, το ποσοστό στα μη χειρωνακτικά επαγγέλματα υψηλής εξειδίκευσης ακολουθεί αυξητική πορεία μετά το 2017, με αυξομειώσεις, ενώ το ποσοστό των απασχολουμένων σε στοιχειώδη επαγγέλματα παραμένει σταθερό. Το ποσοστό των απασχολούμενων στη γεωργία, δασοκομία, κτηνοτροφία και αλιεία εμφανίζει πτωτική πορεία από το 2014.
Από την εξέλιξη του ποσοστού των απασχολουμένων σε ευρείς τομείς οικονομικής δραστηριότητας κατά την περίοδο α΄ τρίμηνο 2014 - α΄ τρίμηνο 2025, παρατηρούνται μεγάλες διακυμάνσεις στο ποσοστό όσων εργάζονται στον τομέα που περιλαμβάνει το εμπόριο, τις μεταφορές και τις επικοινωνίες, τα ξενοδοχεία και την εστίαση. Μετά το 2022, επίσης, παρατηρείται μείωση στο κλάδο της γεωργίας, δασοκομίας και αλιείας, αύξηση στο ποσοστό όσων εργάζονται στους τομείς των κατασκευών, ενώ σταθεροποιητικές τάσεις παρατηρούνται στους τομείς της βιομηχανίας-ενέργειας και των χρηματοπιστωτικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Όσον αφορά τις ώρες εργασίας, το 48,0% των απασχολουμένων δηλώνει ότι εργάστηκε 40 - 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (14,7%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (69,8%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες κατά την εβδομάδα αναφοράς.
Το 6,9% των απασχολουμένων δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες, το 2,0% είναι υποαπασχολούμενοι μερικής απασχόλησης οι οποίοι θα ήθελαν να εργάζονται περισσότερο και θα μπορούσαν να αρχίσουν να εργάζονται περισσότερο μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, ενώ το 1,4% έχει παραπάνω από μία εργασία.
Η ακτινογραφία των ανέργων
Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των ανέργων, από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι ο βασικός λόγος που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (37,3%).
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) ανέρχεται σε 19,6% και είναι μειωμένο κατά 27,2% σε ετήσια βάση, ενώ το ποσοστό των ανέργων που αναζητούν εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι) ανέρχεται σε 50,7%.
H πλειονότητα των ανέργων έχει ολοκληρώσει μέχρι δευτεροβάθμια εκπαίδευση (63,1%).
Τέλος, το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στη ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ) ανέρχεται σε 22,1%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τη ΔΥΠΑ ανέρχεται σε 17,4%. Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας δε παρατηρούνται στην Περιφέρεια Ιονίων Νήσων και στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, ενώ το χαμηλότερο στην Περιφέρεια Θεσσαλίας.
Οι εκτός αγοράς εργασίας
Τέλος, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού, η πλειονότητά τους, ηλικίας 15-74 ετών, είτε δεν έχει εργαστεί ποτέ στο παρελθόν (46,2%) ή έχουν περάσει περισσότερα από 8 έτη από τότε που σταμάτησε την τελευταία του εργασία (28,5%).
Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία 8 έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται επειδή συνταξιοδοτήθηκε (54,4%) ή επειδή η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (21,1%).
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον παρουσιάζει το στοιχείο ότι το 91,0% των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού δηλώνει ότι δεν θέλει να εργαστεί, ενώ μόλις το 2,3% δηλώνει ότι αναζητά εργασία αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμο να την αναλάβει και μόλις 3,5% δηλώνει ότι είναι διαθέσιμο για να αναλάβει εργασία άμεσα αλλά δεν αναζητά.