Καραμούζης: Υπερβολικές οι αντιδράσεις των αγορών

Καραμούζης: Υπερβολικές οι αντιδράσεις των αγορών

Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, έχει συντελεστεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την ευρωστία και την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος

Την εκτίμηση ότι οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, προετοιμαζόμενες για το μέλλον, θα χρειαστεί να δαπανήσουν κοντά στα 900 εκατ. με 1 δισ. ευρώ στην τεχνολογική αναβάθμιση του συνόλου των υποδομών τους την επόμενη τριετία, εξέφρασε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), Νικόλαος Καραμούζης, μιλώντας σε συνέδριο που διοργανώνει η ΕΕΤ σε συνεργασία με την Εθνική Τράπεζα και με επιμέλεια του Economist, για το πώς digital και γενικότερα οι τεχνολογικές εξελίξεις επηρεάζουν το τραπεζικό σύστημα και το επιχειρείν.

Παράλληλα, ο κ. Καραμούζης, αναφέρθηκε και στις αντιδράσεις των αγορών, τις οποίες χαρακτήρισε «υπερβολικές», αφού, όπως είπε, σήμερα έχει συντελεστεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την ευρωστία και την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος και οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιώσει όλους τους χρηματοοικονομικούς δείκτες τους, ρευστότητας και καταθέσεων, κεφαλαιακής επάρκειας, μείωσης των NPEs, πρόσβασης στις αγορές και χρηματοδότησης της οικονομίας.

«Να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη από τη νέα τεχνολογία»

Ο κ. Καραμούζης, μιλώντας για τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο, ανέφερε ότι οι επιχειρήσεις και οι τράπεζες οφείλουν σήμερα, με ολοκληρωμένες πολιτικές και σχέδιο δράσης, να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη της νέας τεχνολογίας, ελαχιστοποιώντας παράλληλα το βραχυχρόνιο κόστος, μετατρέποντας την τεχνολογία σε ηγετική αιχμή διατηρήσιμου ανταγωνιστικού και συγκριτικού πλεονεκτήματος.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ο τραπεζικός κλάδος, αλλά και ο ευρύτερος χρηματοπιστωτικός τομέας βρίσκονται στο επίκεντρο του τεχνολογικού κυκλώνα, αντιμέτωποι με ψηφιακές και τεχνολογικές αλλαγές, που μετασχηματίζουν ριζικά το επιχειρησιακό, πελατοκεντρικό και λειτουργικό πρότυπό τους, τα μέσα διαχείρισης και εξυπηρέτησης πελατών, διεκπεραίωσης συναλλαγών και πληρωμών και στήριξης των τραπεζικών εργασιών. Δεν είναι τυχαίο ότι οι τράπεζες επενδύουν ήδη σημαντικά κεφάλαια στις τεχνολογικές εφαρμογές και την ψηφιακή αναβάθμιση των υποδομών τους. Δαπανούν σε τεχνολογικές επενδύσεις περίπου 2-3 φορές περισσότερους πόρους από άλλους κλάδους της οικονομίας, ενώ εκτιμάται ότι το 15%-25% του ετησίου προϋπολογισμού των τραπεζών διεθνώς, ή περίπου το 10% των εσόδων τους, κατευθύνεται σήμερα σε αναβάθμιση της τεχνολογικής υποδομής τους.

Μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών σημείωσε ότι σήμερα επιβάλλεται οι τράπεζες να υιοθετούν μία ολοκληρωμένη στρατηγική επιχειρησιακού, πελατοκεντρικού και λειτουργικού μετασχηματισμού, με την ψηφιακή τεχνολογία στο επίκεντρο των αλλαγών, ώστε η τελευταία να μετατραπεί σε διαρκές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, σε κεντρικό όχημα επιτυχούς μετάβασης στη νέα εποχή. Διαμορφώνονται τεχνολογικά νέες δυνατότητες και εφαρμογές, που μειώνουν σημαντικά το κόστος λειτουργίας, αυξάνουν την ασφάλεια των συναλλαγών, βελτιώνουν την ποιότητα, το εύρος και την ταχύτητα των προσφερόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, διευρύνουν τα δίκτυα και μέσα εξυπηρέτησης πελατείας και καθιστούν τον πελάτη κυρίαρχο να συναλλάσσεται από όπου βρίσκεται, όποτε επιλέγει και σε όποιο προϊόν ή υπηρεσία προτιμά, χωρίς να επισκεφθεί υποκατάστημα της τράπεζας πρόσθεσε.

Αν δεν υπάρξει ολοκληρωμένο σχέδιο μετάβασης της τράπεζας στην νέα ψηφιακή εποχή, με την ενεργό συμμετοχή των στελεχών και των εργαζομένων, αν τα στελέχη και οι εργαζόμενοι δεν αναλάβουν την ιδιοκτησία των αλλαγών, αν τις αλλαγές δεν τις οδηγούν οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής, με εμπορικό προσανατολισμό και κριτήρια, σε συνεργασία με τους τεχνολόγους και τους προγραμματιστές, η σύγκρουση του νέου με το παλιό, η σύγκρουση του ψηφιακού προτύπου με τη legacy bank σε όλα τα εσωτερικά επίπεδα λειτουργίας, η σύγκρουση μεταξύ εμπορικής εφαρμογής της τεχνολογίας και τεχνολογικής πρωτοπορίας, πιθανόν να δημιουργήσει σοβαρούς κλυδωνισμούς στον τραπεζικό οργανισμό. Αν φοβηθούμε να υλοποιήσουμε σήμερα τις αναγκαίες αλλαγές, είναι βέβαιο ότι θα χάσουμε το τραίνο του ανταγωνισμού, τόνισε ο κ. Καραμούζης.

«Λιγότερα υποκαταστήματα, λιγότερο προσωπικό»

Σύμφωνα με τον ίδιο, στη νέα εποχή θα απαιτείται να έχουμε λιγότερα υποκαταστήματα, λιγότερο προσωπικό, μικρότερες αλλά αποτελεσματικότερες κεντρικές υπηρεσίες εντάσεως κεφαλαίου, σημαντική κινητικότητα, μετεκπαίδευση και ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, σημαντικές επενδύσεις στην τεχνολογία και τα e-δίκτυα, νέας γενιάς software σχεδόν παντού, προϊόντα και υπηρεσίες συμβατές με την ψηφιακή τεχνολογία, σημαντική τεχνολογική αναβάθμιση του front and back office. Επίσης, κεντρικά διαχειρίσιμα συστήματα στήριξης και διαχείρισης εργασιών και ενοποιημένα λειτουργικά δίκτυα πελατείας.

Ο πρόεδρος της ΕΕΤ επισήμανε ότι σήμερα οι τράπεζες δεν μπορούν να αγνοήσουν ή να υποτιμήσουν: Τις επιπτώσεις από τη σοβαρή μετακίνηση της πελατείας προς το e-banking, mobile και e-money και τα λοιπά εναλλακτικά δίκτυα συναλλαγών, τον ανταγωνισμό από τις νέες ψηφιακές τραπεζικές πλατφόρμες, τα ψηφιακά νομίσματα και τις εταιρείες fintech, τον ανταγωνισμό από τους θεσμικούς διαχειριστές και τις αγορές χρήματος και κεφαλαίου, τις νέες διευρυμένες δυνατότητες που προσφέρουν η τεχνητή νοημοσύνη, τα big data analytics, ο αυτοματισμός με χρήση ρομποτικής, η κεντροποίηση και τεχνολογική αναβάθμιση των μονάδων υποστήριξης, την εμπορική αξιοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπως το facebook, το twitter, το instagram, το linkedIn, το google, αλλά κυρίως των πλατφόρμων συναλλαγών, όπως το Αmazon και το ebay για τις τραπεζικές συναλλαγές και την ανάγκη για ριζική αναβάθμιση και προσαρμογή των λειτουργιών, διαδικασιών και των μονάδων ελέγχου, διαχείρισης κινδύνων και κανονιστικής συμμόρφωσης.

«Τα ψηφιακά κανάλια κερδίζουν σημαντικό έδαφος στην Ελλάδα»

Τα ψηφιακά κανάλια κερδίζουν, ήδη, σημαντικό έδαφος στην Ελλάδα, εις βάρος του ρόλου του παραδοσιακού τραπεζικού καταστήματος και οι εξελίξεις είναι εντυπωσιακές, υπογράμμισε ο κ. Καραμούζης. Με βάση πρόσφατα στοιχεία, διαφαίνεται κατ' εκτίμηση ότι οι εγχρήματες συναλλαγές στην Ελλάδα πραγματοποιούνται μόνο το 23% μέσω των τραπεζικών καταστημάτων, ενώ το 2014 το ποσοστό αυτό ήταν κοντά στο 40%, το 37% μέσω internet (e-banking ή mobile banking), έναντι 19% στο 2014, το 33% μέσω ATM, έναντι 35% στο 2014, και 7% μέσω APS - σταθερό τα τελευταία χρόνια, συμπλήρωσε.

Από το τέλος του 2014 μέχρι τον Ιούνιο του 2018, οι ενεργοί πελάτες στο internet banking αυξήθηκαν 131% φτάνοντας τα 2,6 εκατ., ο αριθμός των συναλλαγών ετησίως αυξήθηκε κατά 147% στα 150 εκατ., ενώ η αξία των συναλλαγών αυξήθηκε κατά 84% σε ετησιοποιημένη βάση 240 δισ. ευρώ, Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η αύξηση του mobile banking. Από το τέλος του 2014 μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2018, οι ενεργοί πελάτες αυξήθηκαν κατά 465% σε 1,2 εκατ., οι ετήσιες συναλλαγές εκτοξεύτηκαν κατά 1,270% (20,8 εκατ. συναλλαγές), ενώ η αξία τους αυξήθηκε σε ετησιοποιημένη βάση κατά 785% (6.1δισ.ευρώ).

Τέλος, τα εγκατεστημένα στην Ελλάδα POS ξεπέρασαν τις 700.000 τον Ιούλιο του 2018, έναντι μόλις 130.000 στο τέλος του 2014, αποτυπώνοντας σε έναν βαθμό και την επίδραση των capital controls, παρότι αρκετά POS παραμένουν ανενεργά, στοιχείο επιβεβαιωτικό προσπάθειας φοροδιαφυγής κυρίως από μικρο-επαγγελματίες, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

Σύμφωνα με τον κ. Καραμούζη, η μάχη του ανταγωνισμού στην Ελλάδα θα κριθεί τελικά από τρεις σημαντικούς παράγοντες που αποτελούν και τις κρίσιμες προκλήσεις μπροστά μας για όλους:

Πρώτον, από την ικανότητά μας να διαχειριστούμε αποτελεσματικά και να μειώσουμε ταχύτατα το σημαντικό ύψος των NPEs, διατηρώντας παράλληλα τη χρηματοοικονομική ευρωστία μας, την πρόσβαση στις αγορές και την εμπιστοσύνη πελατών και εποπτικών αρχών.

Δεύτερον, από την ταχύτητα και αποτελεσματικότητα της τεχνολογικής αναβάθμισής μας, καθώς και της λειτουργικής και επιχειρησιακής προσαρμογής μας, κυρίως, την επιτυχή εμπορευματοποίηση των νέων front and back office ψηφιακών εφαρμογών με ανταγωνιστικό κόστος.

Τρίτον, από την ικανότητα της κάθε τράπεζας να ενισχύει καθημερινά τα άυλα και ποιοτικά στοιχεία του ανταγωνισμού, που -κατά τη γνώμη μου- αποτελούν και το διαρκές και μονιμότερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

«Υπερβολικές οι αντιδράσεις των αγορών»

Όπως τόνισε ο κ. Καραμούζης, σήμερα έχει συντελεστεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την ευρωστία και την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος και οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιώσει όλους τους χρηματοοικονομικούς δείκτες τους, ρευστότητας και καταθέσεων, κεφαλαιακής επάρκειας, μείωσης των NPEs, πρόσβασης στις αγορές και χρηματοδότησης της οικονομίας.

Σύμφωνα με τον κ. Καραμούζη, οι τράπεζες πέρασαν όλες με επιτυχία τα stress tests, ακόμα και κάτω από τις υποθέσεις του δυσμενούς σεναρίου και είναι υπερβολικές οι αντιδράσεις των αγορών που βιώνουμε. «Πολλά κρίσιμα ζητήματα έχουν επιλυθεί, το νέο θεσμικό πλαίσιο μας λύνει τα χέρια, αρκετές όμως προκλήσεις τις έχουμε ακόμη μπροστά μας και πρέπει να τις χειριστούμε με αποφασιστικότητα, σχέδιο, συνεργασία και υπομονή. Ιδιαίτερα επιμέρους μικρά θέματα ανά τράπεζα πρέπει να επιλύονται ταχύτατα, δεν πρέπει να αφήνονται να μετατρέπονται αναίτια σε ευρύτερο συστημικό πρόβλημα».

Σε κάθε περίπτωση, η βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών, το καλό επενδυτικό, οικονομικό και επιχειρηματικό κλίμα και η εμπέδωση της εμπιστοσύνης των αγορών, είναι κρίσιμες μεταβλητές για να συμβάλουν στην επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων χωρίς υπέρμετρο οικονομικό κόστος, σημείωσε ο πρόεδρος της ΕΕΤ.