Τι προβλέπει το αναπτυξιακό σχέδιο για τη βιωσιμότητα του χρέους

Τι προβλέπει το αναπτυξιακό σχέδιο για τη βιωσιμότητα του χρέους

Τα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που αναμένεται να εφαρμοστούν

«Η βιωσιμότητα του χρέους είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία μιας ολιστικής στρατηγικής ανάπτυξης». Αυτό τονίζεται μεταξύ άλλων στο 106σέλιδο κείμενο «Μια στρατηγική ανάπτυξης για το μέλλον», που περιγράφει το ολιστικό αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης, όσον αφορά στο ζήτημα του χρέους.

Στο κείμενο επισημαίνεται πως αυτό που οι ξένοι και Έλληνες επενδυτές χρειάζονται στην περίοδο μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος «είναι ένας σαφής διάδρομος ώστε να επενδύσουν σε ένα πλαίσιο μειωμένης αβεβαιότητας», και υπογραμμίζεται πως «η καθυστέρηση των πολιτικών αποφάσεων για ένα τέτοιο πλαίσιο μπορεί να οδηγήσει μόνο σε αναβολή των επενδυτικών αποφάσεων».

«Τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης έχουν ήδη επιδείξει την προθυμία τους να εφαρμόσουν συγκεκριμένα μέτρα για την ανακούφιση του ελληνικού χρέους προκειμένου να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά του. Ορισμένα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους ξεκίνησαν στις αρχές του 2017 και ολοκληρώθηκαν μέχρι το τέλος του έτους. Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα αναμένεται να εφαρμοστούν στο τέλος του προγράμματος, αν και το μέγεθος και το πεδίο εφαρμογής τους δεν έχουν ακόμη καθοριστεί. Παράλληλα, συζητείται μακροπρόθεσμα ένας μηχανισμός αντιμετώπισης μελλοντικών κρίσεων χρέους», αναφέρεται στο κείμενο, και τονίζεται ότι μια αποφασιστική συμφωνία για το χρέος, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η Ελλάδα επέστρεψε επιτυχώς στις αγορές και δημιουργεί ένα ταμείο ταμειακών διαθέσιμων εν αναμονή της εξόδου από το πρόγραμμα, θα διαμορφώσει το πλαίσιο για μια νέα φάση μειωμένης αβεβαιότητας.

Όσον αφορά στα μέτρα για τη βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους της Ελλάδας, σημειώνεται ότι οι αποφάσεις του Eurogroup του Μαΐου 2016 υιοθέτησαν για πρώτη φορά τον δείκτη ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών σε ΑΕΠ ως βασικό δείκτη απόδοσης για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους τόσο από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα όσο και από το ΔΝΤ. Σύμφωνα με αυτό το κριτήριο, οι ετήσιες ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης δεν πρέπει να υπερβούν το 15% του ελληνικού ΑΕΠ βραχυπρόθεσμα και το 20% μακροπρόθεσμα.

Όπως τονίζεται στο κείμενο:

«Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους ξεκίνησαν στις αρχές του 2017 και ολοκληρώθηκαν στο τέλος του έτους, περιελάμβαναν την εξομάλυνση των προθεσμιών λήξης των δανείων του ΕΤΧΣ και τη μείωση του κινδύνου επιτοκίων τους, καθώς και την άρση του περιθωρίου του 2017 για την αποπληρωμή του χρέους του 2012.

Μια πρόσθετη δέσμη μεσοπρόθεσμων μέτρων θα εφαρμοστεί για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους μέχρι το τέλος του προγράμματος, παρόλο που το μέγεθός τους και το πεδίο εφαρμογής τους δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί. Περιλαμβάνουν την πλήρη εξάλειψη του περιθωρίου αποπληρωμής του χρέους του 2012 από το 2018, τη χρήση 20% των κερδών των ελληνικών ομολόγων το 2014 - “ANFA” και “SMP” - για τη μείωση των μικτών χρηματοοικονομικών αναγκών, τη μερική εξόφληση των δανείων του ΕΤΧΣ μέσω του ΕΜΣ και την περαιτέρω εξομάλυνση των προθεσμιών λήξης των δανείων του ΕΤΧΣ με την παράταση της μέσης σταθμισμένης διάρκειάς τους, τη σταθεροποίηση των επιτοκίων τους και την αναβολή των πληρωμών τόκων.

Μακροπρόθεσμα, προβλέπεται μηχανισμός αντιμετώπισης της κρίσης χρέους, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους με πιο επιθετικά μέτρα αρωγής, εκτός από την εξομάλυνση των ληξιπρόθεσμων δανείων του ΕΤΧΣ, καθώς και την περαιτέρω σταθεροποίηση των επιτοκίων και την αναβολή των πληρωμών τόκων, ώστε να επιτευχθεί ο ετήσιος στόχος των συνολικών χρηματοδοτικών αναγκών (GFN).

Τέλος, οι αποφάσεις του Eurogroup τον Ιούνιο 2017 αναφέρουν την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές δημιουργώντας ένα αποθεματικό, όπως συνέβη με τις άλλες χώρες που ολοκλήρωσαν τα προγράμματα προσαρμογής. Η δημιουργία ταμειακών αποθεμάτων θα επιτευχθεί τόσο μέσω εκταμιεύσεων του ΕΜΣ όσο και μέσω νέων εκδόσεων ομολόγων, όπως η πρόσφατη έκδοση πενταετών ομολόγων τον Αύγουστο του 2017 και η έκδοση 7ετούς ομολόγου τον Φεβρουάριο του 2018. Όλα αυτά τα μέτρα δρώντας συμπληρωματικά θα μειώσουν την αβεβαιότητα, θα αυξήσουν τις επενδύσεις και θα βοηθήσουν σε μεγάλο βαθμό στην εφαρμογή μιας ολιστικής στρατηγικής ανάπτυξης».