Ο Μάρτιν Σουλτς “εμπόδιο” στο δρόμο της Μέρκελ προς την επανεκλογή

Ο μέχρι πρότινος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα είναι ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών για την καγκελαρία τον ερχόμενο Σεπτέμβριο

Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) έχρισε σήμερα τον πρώην πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς υποψήφιο για την καγκελαρία της Γερμανίας, ένα αξίωμα για το οποίο θα κληθεί να αντιμετωπίσει την Άνγκελα Μέρκελ τον Σεπτέμβριο, όπως γνωστοποίησαν ο ηγέτης των σοσιαλδημοκρατών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ και ο ίδιος ο Σουλτς σήμερα.

Το κόμμα θα ψηφίσει για να εγκρίνει αυτή την απόφαση την Κυριακή, όταν ο Σουλτς θα παρουσιάσει επίσης το προεκλογικό πρόγραμμα του SPD, επισήμαναν οι ίδιοι.

Ο Γκάμπριελ διευκρίνισε ότι το κόμμα έχει συμφωνήσει πως ο ίδιος θα έπρεπε να αντικαταστήσει τον Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ στο αξίωμα του υπουργού Εξωτερικών.

Έκπληξη από τον Γκάμπριελ

Οι περισσότεροι θεωρούσαν σχεδόν βέβαιο ότι στις φετινές ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία, που θα διεξαχθούν στις 24 Σεπτεμβρίου, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ θα έβρισκε μπροστά της ως αντίπαλο τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Όμως τελικά όλοι τους διαψεύστηκαν από τη σημερινή ανακοίνωση του Γκάμπριελ.

«Αν ήμουν υποψήφιος, θα αποτύγχανα, και μαζί μ' εμένα και το SPD», δήλωσε στο περιοδικό Stern ο Γκάμπριελ, ο οποίος έχει πολύ χαμηλό ποσοστό στις δημοσκοπήσεις. Ο ίδιος πρόσθεσε πως ο Σουλτς έχει σαφώς περισσότερες πιθανότητες να εκλεγεί καγκελάριος.

Πράγματι, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Σουλτς θα κέρδιζε περισσότερες ψήφους σε μια αναμέτρηση με τη Μέρκελ από τον Γκάμπριελ, ο οποίος μάλιστα συγκεντρώνει χαμηλότερα ποσοστά δημοφιλίας από τη Γερμανίδα καγκελάριο.

Σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το Γαλλικό Πρακτορείο, στη συνάντηση των στελεχών του SPD, στην οποία ο Γκάμπριελ ανακοίνωσε την απόφασή του, ο επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών εξήγησε πως ο κόσμος τον συνδέει με τον μεγάλο συνασπισμό Xριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών και πως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο κόσμος δεν θέλει κάτι τέτοιο.

Πυρά κατά της Μέρκελ

Στη σχετική ανακοίνωσή του, ο Γκάμπριελ επέκρινε τις πολιτικές λιτότητας τις οποίες προώθησαν η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο υπουργός Οικονομικών της, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, σημειώνοντας ότι αυτές συνέβαλαν καθοριστικά στην άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων στην Ευρώπη.

Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ προειδοποίησε το κόμμα του εναντίον του σχηματισμού μιας νέας κυβέρνησης συμμαχίας κεντροδεξιάς-κεντροαριστεράς. «Οι πολιτικές της Άνγκελα Μέρκελ και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναμφίβολα συνέβαλαν στις βαθιές κρίσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2008, στην απομόνωση μιας κυριαρχικής γερμανικής κυβέρνησης και, διαμέσου της αδυσώπητης επιμονής στη λιτότητα, στην υψηλή ανεργία εντός Γερμανίας», τόνισε ο Γκάμπριελ στην ανακοίνωσή του.

Ο ίδιος επεσήμανε ότι «μια συνέπεια υπήρξε η ενίσχυση των αντιευρωπαϊκών λαϊκιστικών κομμάτων και να πληγεί όχι μόνο η δημοκρατία, αλλά και το καλό επενδυτικό κλίμα».

Για τον Γκάμπριελ, οι Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι συγκυβερνούν με τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, απέτυχαν να πείσουν τη Μέρκελ να αλλάξει γραμμή. «Η συνέχιση των σημερινών πολιτικών συνεπάγεται ότι δεν είναι δυνατή η βιώσιμη ανάπτυξη», συμπλήρωσε ο Γκάμπριελ. «Αυτό είναι επικίνδυνο και για τη Γερμανία», πρόσθεσε.

Ποιος είναι ο Μάρτιν Σουλτς

Πάντα έτοιμος να συζητήσει για την Ευρωπαϊκή Ένωση, γνωστός για τον αυθόρμητο τρόπο με τον οποίο εκφράζεται συχνά και ιδιαίτερα μισητός στους ακροδεξιούς και τους λαϊκιστές, ο 61χρονος σοσιαλδημοκράτης πολιτικός είχε αφιερωθεί για το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής του καριέρας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και έπαιξε ρόλο στην αύξηση της επιρροής του, σύμφωνα με παρατηρητές.

Για τον ίδιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ένα οχυρό απέναντι «στους δαίμονες του 20ού αιώνα»: την ξενοφοβία, τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό. Μετά την ψήφο υπέρ του Brexit τον Ιούνιο του 2016, τα λόγια του ήταν: «εάν καταστρέψουμε τα εργαλεία με τα οποία εξορκίσαμε τους δαίμονές μας, θα τους απελευθερώσουμε ξανά», μια αναφορά στην αντιευρωπαϊκή άκρα δεξιά που έχει ξαναέρθει στο προσκήνιο σχεδόν παντού στην ήπειρο.

Αφότου τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου άρχισαν να αναδεικνύονται με καθολική ψηφοφορία το 1979, ο Σουλτς είναι ο μόνος που άσκησε την προεδρία του για τόσο μακρύ χρονικό διάστημα, σχεδόν πέντε χρόνια. Υπήρξε ευρωβουλευτής για 22 χρόνια. Είχε πει πως θα ήθελε να παραμείνει στην προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά η ιδέα αντιμετωπίστηκε με ιδιαίτερη εχθρότητα από την δεξιά, η οποία διαθέτει την πλειοψηφία και ήθελε να υπάρξει εναλλαγή.

Ευχάριστος, αλλά επίσης αυταρχικός και ορισμένες φορές βάρβαρος, σύμφωνα με τους επικριτές του, αυτός ο πρώην βιβλιοπώλης απέτυχε να αναδειχθεί πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2014, όταν ηττήθηκε από τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.

Ο Σουλτς δηλώνει πως απεχθάνεται την ξύλινη γλώσσα. «Πρέπει να μιλάμε χωρίς περιστροφές ώστε να καταλαβαίνει ο κόσμος», επιμένει.

Γεννημένος την 20ή Δεκεμβρίου του 1955, ο Σουλτς μεγάλωσε στα περίχωρα του Άαχεν, στα σύνορα με το Βέλγιο και την Ολλανδία. Μαθητής σε καθολικό σχολείο, ο οπαδός της ποδοσφαιρικής ομάδας της Κολωνίας ονειρευόταν να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής πριν αφοσιωθεί στο πάθος του για τα βιβλία και γίνει βιβλιοπώλης στο Βίρσελεν. Αφιερώθηκε σε αυτό το επάγγελμα από το 1982 ως το 1994.

Όμως ο Σουλτς ήταν παράλληλα ένας ενεργός πολίτης, ενταγμένος στην οργάνωση του SPD από την ηλικία των 19 ετών. Στα 31 του, το 1987, εξελέγη δήμαρχος του Βίρσελεν, αξίωμα στο οποίο παρέμεινε για 11 χρόνια.

Το 2000, αναδείχθηκε επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και το 2000 εξελέγη επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος στο Ευρωκοινοβούλιο, στο οποίο ανήκουν το SPD, το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και το Δημοκρατικό Κόμμα της Ιταλίας, μεταξύ άλλων.

Η φήμη που συνοδεύει τον Σουλτς οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε μια σκληρή φραστική σύγκρουσή του εν έτει 2003 με τον δεξιό τότε πρωθυπουργό της Ιταλίας Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ενώ η Ρώμη ασκούσε την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παρόντος του Μπερλουσκόνι, ο Σουλτς είχε καταφερθεί εναντίον του «ιού της σύγκρουσης συμφερόντων». Έντονα ενοχλημένος ο Μπερλουσκόνι, ο εξαιρετικά αμφιλεγόμενος επιχειρηματίας και πολιτικός, απάντησε σαρκαστικά ότι στον Σουλτς θα πήγαινε τέλεια ο ρόλος του Κάπο, αναφερόμενος στους --κυρίως Εβραίους-- έγκλειστους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης που επέλεγαν οι ναζί για να επιτηρούν τους συγκρατούμενούς τους.

«Ο σεβασμός μου προς τα θύματα του εθνικοσοσιαλισμού με εμποδίζει να σας απαντήσω», είχε περιοριστεί να πει ο Σουλτς.