Η Ελληνίδα που θα κατακτήσει το Έβερεστ!

«Δεν πιστεύω στη μετριότητα. Άρα γιατί να πιστέψω πως δεν μπορώ να φέρω εις πέρας το ύψιστο ορειβατικό γεγονός;»

Πανέτοιμη για τον τελικό στόχο, που δεν είναι άλλος από την «κατάκτηση» του Έβερεστ, δηλώνει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Κική Τσακαλδήμη, η πρώτη Ελληνίδα που επιχειρεί να βρεθεί στην υψηλότερη κορυφή του κόσμου. Η αποστολή στη οποία συμμετέχει είναι η πρώτη ελληνική γυναικεία αποστολή που πραγματοποιείται και γίνεται υπό την αιγίδα της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ορειβασίας - Αναρρίχησης (ΕΟΟΑ).

Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «δεν ξύπνησα ένα πρωί και είπα "οκ θα ανέβω στο Έβερεστ". Μπορεί μέσα σε ένα βράδυ να άλλαξε ο τρόπος σκέψης μου, όμως με την ορειβασία νομίζω πως έκανα σωστά και σταθερά βήματα, σε συμπυκνωμένο διάστημα 2 χρόνων».

Η Κική Τσακαλδήμη αναχώρησε από την Ελλάδα στις 31 Μαρτίου και πλέον από τις πλαγιές του Έβερεστ μιλάει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για την απόφασή της να βρεθεί στο υψηλότερο σημείο της Γης, τη σχέση της με την ορειβασία και την προετοιμασία της για να επιτύχει αυτόν τον δύσκολο στόχο.

Η ορειβάτης από την Αλεξανδρούπολη, βρίσκεται εδώ και λίγες ημέρες στην κατασκήνωση βάσης (base camp) όπου κάθε χρόνο συγκεντρώνονται οι καλύτεροι ορειβάτες όλων των χωρών, που έχουν ως στόχο να βρεθούν στη «στέγη του κόσμου», στα 8.848 μέτρα. Εκεί, θα μείνει για σχεδόν ενάμιση μήνα, σε αντίσκηνα πάνω στους παγετώνες, όπου και θα πραγματοποιήσει την προετοιμασία της για τη δύσκολη αποστολή που έχει μπροστά της.

Μαζί της στο δρόμο προς την κορυφή θα βρίσκεται ο ινδικής καταγωγής οδηγός της Satyabrata Dam, που έχει ανέβει επτά(!) φορές στο Έβερεστ και είναι κι αυτός που, όπως λέει η κ. Τσακαλδήμη, «βλέποντάς με πως αντιδρώ στα βουνά, αλλά και ποια είναι η φυσική μου κατάσταση, πίστεψε σε μένα από την πρώτη στιγμή που του το πρότεινα». Άλλωστε, για ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα, όπως αναφέρει, δεν χρειάζεται μόνο η φυσική κατάσταση αλλά και η «δύναμη της καρδιάς».

Μαζί της στο base camp θα υπάρχει ομάδα υποστήριξης, Σέρπα (Νεπαλέζοι οδηγοί βουνού) μάγειρας, βαστάζοι κλπ, όλοι νεπαλέζικης καταγωγής καθώς και ο προπονητής της, Αρχοντής Εξακοίδης. Ο ίδιος δεν θα ανέβει μαζί της στην κορυφή, αλλά θα βρίσκεται στην κατασκήνωση για βοηθήσει την Κική κυρίως σε ψυχολογικό επίπεδο. «Πρόκειται για μια πολύ μικρή ομάδα, αφού ουσιαστικά η αποστολή αυτή οργανώθηκε για τη δική μου ανάβαση αποκλειστικά», υπογραμμίζει.

«Σταδιακά θα ανεβαίνουμε προς τις προωθημένες κατασκηνώσεις που βρίσκονται στα 6.100 μέτρα, στα 6.400 μέτρα και στα 7.200 μέτρα, όπου και θα χρειαστεί να διανυκτερεύσουμε για 2-3 βράδια, ανάλογα με το πόσο καλά έχουμε εγκλιματιστεί», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Κική και συνεχίζει «για να φτάσουμε όμως μέχρι εκεί θα πρέπει αρχικά να διασχίσουμε μια τεράστια περιοχή με παγετώνες, το λεγόμενο Ice Fall, το οποίο θεωρείται και το πιο επικίνδυνο τμήμα της ανάβασης προς την κορυφή, καθώς εκεί γίνονται και τα περισσότερα ατύχημα».

Το συγκεκριμένο κομμάτι είναι τόσο επικίνδυνο, που κάποιες αποστολές προτείνουν να αλλάξουν εντελώς τη διαδρομή προς τις προωθημένες κατασκηνώσεις, προκειμένου να αποφύγουν τη διάσχιση αυτών των παγετώνων με τα τεράστια ρήγματα. Όμως η ίδια και η αποστολή της θα τον διασχίσουν κανονικά καθώς όπως λέει «εκεί είναι όλη η ουσία στην ανάβαση αυτή. Η περιπέτεια».

Μεγάλο εμπόδιο στο δρόμο προς την κορυφή, πέρα από το πολικό ψύχος, το μεγάλο υψόμετρο και τον ασταθή καιρό, είναι και ο ύπνος. «Θα είναι λίγο δύσκολο θέμα, αλλά θα πρέπει να μάθουμε να το διαχειριζόμαστε. Αρχικά λόγω του υψομέτρου υπάρχουν διαταραχές στον ύπνο με αποτέλεσμα να μην ξεκουράζεσαι όσο θα έπρεπε και επίσης οι αναβάσεις προς την κορυφή γίνονται βράδυ οπότε θα πρέπει να συνηθίσεις να ξεκουράζεσαι οπότε και όσο σου δίνεται η ευκαιρία» τονίζει.

Σε ότι έχει να κάνει με το φαγητό, όσο καιρό θα βρίσκεται στη κατασκήνωση βάσης, τα πράγματα θα είναι πάρα πολύ καλά αφού εκεί θα έχει μαζί της προσωπικό που θα μαγειρεύει και θα της παρέχει όσο το δυνατόν πιο θρεπτικές και δυναμωτικές τροφές, για να διατηρήσει το σώμα της στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Όπως σημειώνει η κ. Τσακαλδήμη, «πάνω από τα 5.000 μέτρα η κατανάλωση θερμίδων είναι τρομακτική και προσπαθούμε να τρεφόμαστε όσο το δυνατόν περισσότερο. Στο τέλος κάθε αποστολής οι περισσότεροι ορειβάτες επιστρέφουν σπίτια τους 10 κιλά λιγότερο».

Σύμφωνα με την ίδια οι δυσκολίες αυτής της αποστολής είναι ίδιες για έναν άνδρα και μια γυναίκα «αν αποδεχθείς το γεγονός ότι όσο βρίσκεσαι στο βουνό θα πρέπει να ξεχάσουμε εμείς οι γυναίκες την λίγο πιο ντελικάτη φύση μας και τις αναστολές μας. Από σωματικής άποψης θεωρώ ότι είμαστε εξίσου δυνατές κι αυτό το έχει δείξει και η ιστορία. Το γεγονός ότι ποσοτικά οι γυναίκες υστερούμε σε αναβάσεις τέτοιου βεληνεκούς, πιστεύω πως έχει να κάνει με το μυαλό και τον τρόπο που σκέφτονται οι γυναίκες. Από τη φύση μας είμαστε πιο συντηρητικές ειδικά όταν εμπλέκεται το θέμα οικογένεια με παιδιά».

Λυπηρό σύμφωνα με την ίδια είναι να ξέρει πως «σε όλη την ορειβατική ιστορία της Ελλάδας οι μόνοι άνδρες που κατάφεραν να βρεθούν στην κορυφή του Έβερεστ είναι αυτοί του 2004, οι οποίοι αποτέλεσαν ομάδα τριών παράλληλων αποστολών και που τελικά, κάποιοι ολοκλήρωσαν επιτυχώς την αποστολή τους». Στη βάση του Έβερεστ, βρίσκονται ακόμη δύο Έλληνες, οι οποίοι θα ενσωματωθούν σε άλλη, ανεξάρτητη διεθνή αποστολή και θα επιχειρήσουν και αυτοί να βρεθούν στην κορυφή.

Κίνητρο για αυτό το εγχείρημα είναι η πίστη της ότι «είμαστε ικανοί να φέρουμε εις πέρας και τα πιο δύσκολα και μεγάλα πράγματα στη ζωή μας από αυτά που θέλει η κοινωνία να μας επιβάλει».

Όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Δεν πιστεύω στη μετριότητα. Άρα γιατί να πιστέψω πως δεν μπορώ να φέρω εις πέρας το ύψιστο ορειβατικό γεγονός; Αν μπορώ να ανέβω εγώ στο Έβερεστ, τότε μπορεί ο καθένας να πετύχει στη ζωή του οτιδήποτε, αρκεί να το θέλει πραγματικά και να δουλέψει σκληρά για να το πετύχει. Αυτό όμως που με κάνει να συνεχίζω και να μην τα παρατάω είναι κάτι άλλο, είναι η φωτιά που έχω μέσα μου και δεν με αφήνει να ησυχάσω αν δεν δω ως που μπορώ να φτάσω. Όταν ξεκινάω κάτι που πραγματικά θέλω, όσο δύσκολο κι αν είναι δεν υπάρχει περίπτωση να τα παρατήσω και να μην το πάω ως το τέλος».

Αυτό που έχει μάθει η ίδια από την ορειβασία είναι πως «όσο πιο μεγάλες είναι οι δυσκολίες και οι κακουχίες, τόσο πιο έντονα είναι στο τέλος τα συναισθήματα» και «αξίζει να ταλαιπωρηθείς για να βρεις στο τέλος την αληθινή ευτυχία. Όταν βλέπεις πως ίσως ένας και μόνο άνθρωπος εμπνευστεί από τις πράξεις σου, τότε πιστεύω πως αξίζει να συνεχίζεις να προσπαθείς να γίνεσαι η καλύτερη εκδοχή σου. Γιατί και εμένα ένας άνθρωπος με ενέπνευσε με τα λόγια του και τις πράξεις του και από τότε άλλαξε άρδην η ζωή μου. Αισθάνομαι την ανάγκη να δώσω πίσω ό,τι έχω εισπράξει μέχρι σήμερα και να μοιραστώ με τον κόσμο όλα όσα με βοήθησαν στο να γίνω καλύτερος άνθρωπος».

Τα τελευταία δύο χρόνια η 37χρονη ορειβάτης έχει ολοκληρώσει σχολές αναρρίχησης και χειμερινού βουνού, πρώτου επιπέδου, στον ΕΟΣ Κομοτηνής, με εκπαιδευτή τον Αρχοντή Εξακοίδη, ο οποίος μέχρι σήμερα παραμένει και προπονητής της. Πραγματοποίησε αναβάσεις σε χειμερινές συνθήκες στα βουνά της Ελλάδας αλλά και των Βαλκανίων. Η συνέχεια ήταν πιο δύσκολη, καθώς τον περασμένο Αύγουστο, μαζί με τον οδηγό της Satyabrata Dam, ανέβηκε στο όρος Κάζμπεκ (5.047 μέτρα) της Γεωργίας, ενώ το Δεκέμβριο του 2016 βρέθηκε για σχεδόν 40 μέρες στη Λατινική Αμερική ορειβατώντας σχεδόν σε όλα τα βουνά του Εκουαδόρ. «Αποκορύφωμα», όπως αναφέρει η ίδια ήταν η ανάβασή της «στο όρος Chimboraso (6.310 μέτρα) το οποίο θεωρείται το υψηλότερο βουνό του πλανήτη μας, μετρημένο από το κέντρο της γης. Αυτό είναι και κάτι ενδιαφέρον γιατί οι Εκουαδοριανοί διεκδικούν τα πρωτεία από το Έβερεστ».

Τέλος Ιανουαρίου βρέθηκε στους παγετώνες της Νορβηγίας, όπου πραγματοποίησε εκπαίδευσης σε συνθήκες ψύχους χωρίς ωστόσο «να έχουν καμία σχέση με αυτό που θα αντιμετωπίσω στο Έβερεστ» όπως υπογραμμίζει.

Η τελική ανάβαση όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «υπολογίζεται μεταξύ 16 και 23 Μαΐου», ωστόσο «αυτό είναι κάτι που θα το αποφασίσουμε επί τόπου, παρακολουθώντας τον καιρό αλλά και έχοντας τις μετεωρολογικές προβλέψεις από τα συνεργεία που βρίσκονται εκεί. Εκεί όμως που βασίζομαι περισσότερο είναι στην εμπειρία του οδηγού μου και των Σέρπα, που γνωρίζουν το βουνό καλύτερο από όλους μας και η εμπειρία τους κάνει τη διαφορά».