Αρχαιολογικό Συμβούλιο: Μένουν εκεί που βρέθηκαν τα αρχαία του μετρό

Με οριακή πλειοψηφία 8 προς 7, τα μέλη του ΚΑΣ γνωμοδότησαν χτες υπέρ της απόσπασης και της επανατοποθέτησης στο σημείο εύρεσής τους -μετά την εκπόνηση ειδικών μελετών— των σημαντικών αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στον σταθμό «Βενιζέλου». Η χτεσινή μαραθώνια συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, που διήρκεσε περισσότερο από 10 ώρες, περιλάμβανε αντιπαραθέσεις απόψεων και παρουσιάσεις λύσεων, συχνά σε κλίμα φορτισμένο, ενώ στη συνεδρίαση παραβρέθηκαν επίσης ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, με τους συμβούλους του και από πλευράς Αττικό Μετρό, ο πρόεδρος, Χρ. Τσιτούρας, κι άλλοι εκπρόσωποι της εταιρείας.

Το θέμα επέστρεψε στο ΚΑΣ, έναν χρόνο μετά την προτελευταία γνωμοδότηση του Συμβουλίου τον Ιανουάριο του 2013, που έκανε λόγο για απόσπαση και μεταφορά του μοναδικού βυζαντινού ευρήματος στο στρατόπεδο Παύλου Μελά ή σε αντίστοιχο χώρο. Έκτοτε, το γεγονός αυτό πυροδότησε έντονες συζητήσεις και αντιδράσεις αρχαιολόγων και πολιτών, εντός και εκτός πόλης, συλλογή υπογραφών, συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου της Θεσσαλονίκης και παρουσίαση μελετών από φορείς, όπως το ΑΠΘ και το ΤΕΕ, με κύριο στόχο την εξεύρεση λύσης για τη διατήρηση των αρχαιοτήτων στο σημείο εύρεσής τους. Επίσης, ο Δήμος Θεσσαλονίκης προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με αίτημα την αναστολή και την ακύρωση της παραπάνω απόφασης, ενώ τον περασμένο Δεκέμβριο, η Επιτροπή Αναστολών του ΣτΕ ζήτησε να γίνει πλήρης επιστημονική και τεκμηριωμένη διερεύνηση της δυνατότητας διατήρησης των αρχαιοτήτων στην αρχική τους θέση και, αν κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό, να εξεταστεί το ενδεχόμενο επανατοποθέτησης και ανάδειξής τους στον χώρο του σταθμού. Η τελική εκδίκαση της υπόθεσης αναμένεται να γίνει στις 5 Μαρτίου 2014.

Στη συνεδρίαση του ΚΑΣ, τα σενάρια που παρουσίασαν οι εισηγητές των αρμόδιων υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ και αφορούσαν την κατάργηση του σταθμού «Βενιζέλου» και τη διατήρηση των αρχαιοτήτων χωρίς την απόσπασή τους, κρίθηκαν από πλευράς Αττικό Μετρό ως μη υλοποιήσιμα για λόγους κόστους, λειτουργικότητας και ασφάλειας, ενώ δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσίαση υδραργύρου στην περιοχή, η απορρύπανση του οποίου απαιτεί την απόσπαση. Μάλιστα, η ύπαρξη του τοξικού μετάλλου και η ανάγκη απομάκρυνσής του, έτσι όπως παρουσιάστηκε από την εταιρεία, ήταν και ο λόγος που τα μέλη τελικά δεν γνωμοδότησαν υπέρ της αυτοψίας στην περιοχή. Μια ακόμα πρόταση που υποστηρίχτηκε από αρκετά μέλη του Συμβουλίου ήταν και η αναζήτηση «δεύτερης» γνώμης εμπειρογνωμόνων -πέρα των ειδικών που υπογράφουν τις μελέτες για λογαριασμό της Αττικό Μετρό—, η οποία όμως μειοψήφησε στην τελική ψηφοφορία.

Από τις έξι λύσεις που παρουσιάστηκαν και εκπονήθηκαν από το ΑΠΘ, το ΤΕΕ, το ΥΠΠΟΑ και την Αττικό Μετρό, οι οποίες δεν είχαν τον χαρακτήρα μελέτης ή προμελέτης, αλλά αφορούσαν «λύσεις σε σκαριφιματικό επίπεδο», όπως ειπώθηκε στο Συμβούλιο, ως οι πιο ενδεδειγμένες κρίθηκαν οι δύο, που είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό τη διατήρηση της ενότητας των αρχαιοτήτων στο μέγιστο βαθμό. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τις λύσεις που προτάθηκαν από το ΑΠΘ (καθηγητές Α. Αλεξοπούλου και Γ. Παπακώστα), καθώς και από την Αρχαιολογική Υπηρεσία (σε συνεργασία με την Αττικό Μετρό). Η πρόταση του ΑΠΘ, που παρουσιάστηκε από τους ίδιους τους μελετητές και η οποία, μεταξύ άλλων, έκανε λόγο για μια ανυψωμένη ράμπα που θα διατρέχει γύρω-γύρω τις αρχαιότητες, οι οποίες θα αντιμετωπίζονται ενιαία, είχε το μειονέκτημα της επέκτασης, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα καθίζησης, καθώς και πρόσθετες ανασκαφές με πιθανότητα να βρεθούν κι άλλες σημαντικές αρχαιότητες. Η λύση από πλευράς ΥΠΠΟΑ επικεντρώθηκε κι αυτή στο ενιαίο σύνολο των αρχαιοτήτων στο μέγιστο δυνατό, με προσέγγιση μέσω ανελκυστήρων ή σταθερών σκαλιών, οι οποίες θα ενώνουν και τα δύο επίπεδα (των αρχαιοτήτων και της διακίνησης των επιβατών). Η πρόσβαση αυτή ωστόσο θεωρήθηκε ότι μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα και ταλαιπωρία στο επιβατικό κοινό. Γι' αυτό θεωρήθηκε ως καταλληλότερη λύση ο συγκερασμός των δύο προτάσεων, φυσικά με βελτιώσεις που θα συνοδεύουν ειδικές μελέτες.

Για την ανάγκη διατήρησης των αρχαιοτήτων στον χώρο του σταθμού, ακόμα και με απόσπαση και επανατοποθέτηση αν αυτό είναι μονόδρομος, τάχθηκε ο κ. Μπουτάρης, ο οποίος εξέφρασε και το όραμά του, που αν γίνει πραγματικότητα θα δώσει άλλη πνοή στη Θεσσαλονίκη: τη δημιουργία ενός αρχαιολογικού πάρκου στο κέντρο της πόλης, με πεζοδρομήσεις και αναπλάσεις, που θα περιλαμβάνει, μαζί με τα μνημεία του σταθμού «Βενιζέλου», και τα υφιστάμενα της περιοχής, όπως το Μπεζεστένι, το Αλκαζάρ, την Πλατεία Διοικητηρίου, τον 'Αγιο Δημήτριο, την εκκλησία της Αχειροποιήτου και την Παναγία των Χαλκέων. Από πλευράς Αττικό Μετρό, έγινε σαφές ότι το έργο βρίσκεται στο «κόκκινο» λόγω της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί, προτείνοντας λύση με συνύπαρξη σταθμού και αρχαιοτήτων σε ποσοστό 81%, αλλά και με την παρουσία γυάλινου δαπέδου και κυλιόμενων κλιμάκων, που θα κόβoυν τη συνέχεια του βυζαντινού συνόλου, γι' αυτό και δεν «κέρδισε» τις εντυπώσεις. Στη συνεδρίαση παραβρέθηκε και η πρόεδρος του ΣΕΑ, Δέσποινα Κουτσούμπα, που μίλησε μεταξύ άλλων για την εξαρχής αντιμετώπιση του θέματος, με την τελική πρόταση να λαμβάνεται μετά τον αποκλεισμό όλων των υπολοίπων, καθώς και για την ανάγκη ύπαρξης μιας διεπιστημονικής επιτροπής που θα προσεγγίζει το θέμα βήμα-βήμα.

Κατά τη συνεδρίαση έγινε πολύς λόγος και για την κατάσταση έτσι όπως διαμορφώθηκε τον τελευταίο χρόνο. Κάποια μέλη μίλησαν για αναξιοπιστία της Αττικό Μετρό, επειδή δεν παρουσίασε εξαρχής στο ΚΑΣ όλα τα δεδομένα, δίνοντας την εντύπωση ότι δεν υπήρχε άλλη δυνατότητα πέρα από την απόσπαση και μεταφορά των αρχαιοτήτων, κάποια άλλα ζήτησαν δεύτερη γνώμη ειδικών ή τη διενέργεια αυτοψίας στον χώρο, ενώ υπήρξαν και μέλη που τάχθηκαν υπέρ της κατάργησης του σταθμού. Από τη μεριά της, η γενική γραμματέας του ΥΠΠΟΑ Λ. Μενδώνη αναφέρθηκε στη μεγάλη εκμετάλλευση του θέματος τόσο σε πολιτικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο, αλλά και στην ανάγκη να μην υπάρξει άλλη καθυστέρηση, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υλοποίηση του έργου.