Guardian: Οι ελληνικές οικογένειες αντιμέτωπες με την πείνα

“Καθώς η χώρα τρεκλίζει από το ένα πακέτο διάσωσης στο άλλο, ένα κλίμα σιωπηρής απελπισίας εντείνεται στην Ελλάδα. Η πολιτική της φτώχειας -που έφεραν οι αλύπητες περικοπές, οι αυξήσεις στη φορολογία και οι απώλειες θέσεων εργασίας που απαιτήθηκαν ως αντάλλαγμα για τα πακέτα διάσωσης της ΕΕ και του ΔΝΤ- έχει αφήσει συντρίμμια στο δρόμο της”.

Αυτό αναφέρει μεταξύ άλλων, σε άρθρο της που δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της η βρετανική Guardian, η ανταποκρίτρια της εφημερίδας Έλενα Σμιθ, που περιγράφει την επισιτιστική κρίση που μαίνεται στην Αθήνα, με όλο και περισσότερους πολίτες να αναγκάζονται να καταφύγουν στα συσσίτια για να εξασφαλίσουν την τροφή τους.

Όπως μάλιστα τονίζει η Σμιθ, η απόφαση της Εκκλησίας να διακόψει προσωρινά την παροχή συσσιτίων, ώστε να ξεκουραστούν οι εθελοντές, έκανε ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα για όσους εξαρτώνται από αυτά.

“Κάποτε ένας στους δέκα πήγαινε στα συσσίτια. Τώρα είναι μάλλον εννέα στους δέκα”, δηλώνει στον Guardian ένας άνεργος πολιτικός μηχανικός, που προσθέτει: “Είπαν ότι η κρίση θα τελείωνε το 2012 και τώρα, το 2013, λένε ότι θα δούμε το φως στην άκρη του τούνελ το 2014. Η πραγματικότητα είναι ότι η κατάσταση γίνεται όλο και χειρότερη. Οι Έλληνες ξόδεψαν τις αποταμιεύσεις τους, δεν έχουν άλλο λίπος”.

Από την πλευρά του, ένας 39χρονος πρώην επισκευαστής δαπέδων που σήμερα εργάζεται ως οδηγός ταξί ανησυχεί ότι μια μέρα δε θα μπορεί να ταΐσει τα παιδιά του. “Από εκεί που ήμουν το αφεντικό, τώρα είμαι τυχερός αν βγάλω 500 ευρώ το μήνα. Δεν μπορείς να ζήσεις με αυτά και να πληρώσεις τους λογαριασμούς και όλα τα χρέη σου και όλους τους φόρους που σου βάζουν, και να επιβιώσεις”, σχολιάζει.

Στο άρθρο γίνεται αναφορά και στη διανομή φαγητού μόνο για Έλληνες από τη Χρυσή Αυγή “ως ένα μέσο εξασφάλισης στήριξης”, όπως επισημαίνεται, ενώ η επικεφαλής της οργάνωσης “Μπορούμε”, Ξένια Παπασταύρου, δηλώνει: “Σε παραδοσιακές γειτονιές της μεσαίας τάξης, όπως του Ζωγράφου, ο αριθμός αυτών που χρειάζονται στήριξη αυξήθηκε  από τους 50 στους 500 από το 2011. Όπου και να πάμε είναι η ίδια ιστορία”.