Έρευνα για αστυνομική βία σε βάρος συνεργού σε βιασμό του δολοφόνου της Τοπαλούδη

Έρευνα για αστυνομική βία σε βάρος συνεργού σε βιασμό του δολοφόνου της Τοπαλούδη

Διερευνάται από Πταισματοδίκη η καταγγελία του 23χρονου καταδικασμένου αθίγγανου

Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται προκαταρκτική έρευνα του Πταισματοδίκη Ρόδου, για την διαπίστωση τυχόν τελέσεως ποινικά κολάσιμων πράξεων από πλευράς αστυνομικών, που συμμετείχαν στην σύλληψη και φύλαξη του 23χρονου αθίγγανου, που καταδικάστηκε τον Ιούνιο του 2020 σε ποινή κάθειρξης 15 ετών με τον 19χρονο Αλβανό δολοφόνο της Ελένης Τοπαλούδη, για ομαδικό βιασμό από κοινού μιας 19χρονης με ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, που φοιτά σε ειδικό σχολείο.

Όπως αναφέρει η εφημερίδα της Ρόδου «Δημοκρατική», μετά την άγρια δολοφονία την 18η Νοεμβρίου 2018 της 21χρονης φοιτήτριας Ελένης Τοπαλούδη μαζί με τον 21χρονο Ροδίτη, ο 19χρονος Αλβανός βίασε την 1η Δεκεμβρίου 2018 μαζί με τον 23χρονο αθίγγανο την 19χρονη ανάπηρη κοπέλα. Και οι δύο καταδικάστηκαν πρωτοδίκως σε ποινή κάθειρξης 15 ετών από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Κω χωρίς ελαφρυντικά.

Στην απολογία του ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Κω ο 23χρονος ισχυρίστηκε, ότι βασανίστηκε από αστυνομικούς. Απολογούμενος ενώπιον της Ανακρίτριας τον Ιανουάριο του 2019 ο 23χρονος αθίγγανος, παρά την αναλυτική και λεπτομερή προανακριτική του ομολογία για τον βιασμό της 19χρονης, που συμπίπτει και με την κατάθεση του θύματος, αλλά και με τα όσα κατέθεσαν και φίλοι του για τα όσα συνέβησαν την 1η Δεκεμβρίου 2018, ενώπιον της τακτικής Ανακρίτριας αρχικώς υπέβαλε αίτηση για να υποβληθεί σε ιατροδικαστική εξέταση, ισχυριζόμενος ότι τα όσα είπε δεν απηχούν την αλήθεια, αλλά και δόθηκαν κάτω από καθεστώς άσκησης εις βάρος του αστυνομικής βίας.

Αστυνομική πηγή διέψευσε τότε στην «Δημοκρατική» τον ισχυρισμό αυτόν επισημαίνοντας ότι ο 23χρονος υπέστη πράγματι ξυλοδαρμό αλλά από συγκρατούμενούς του στα κρατητήρια του ΑΤ Ρόδου και μάλιστα ότι κινήθηκε άμεσα η διαδικασία προστασίας του και μεταφέρθηκε σε ξεχωριστό σημείο όπου φυλάσσεται. Συνοδευόμενος από τον συνήγορο που του διόρισε το Πρωτοδικείο Ρόδου, ο 23χρονος αθίγγανος είχε αρνηθεί ειδικότερα τις κατηγορίες που του αποδίδονται ως απολύτως αβάσιμες, ανυπόστατες και στηριζόμενες μόνον σε μεθοδευμένες κινήσεις.

Ο συνήγορός του είχε γνωστοποιήσει με αναφορά του, ότι την 18η Ιανουαρίου 2019 το μεσημέρι και την 19η Ιανουαρίου 2019 είχε επισκεφθεί τον εντολέα του στα κρατητήρια και διεπίστωσε, ότι έφερε εκδορές και μώλωπες στο πρόσωπό του. Τόνισε εξάλλου ότι του ανέφερε ότι του ασκήθηκαν έντονες πιέσεις και υπέστη ξυλοδαρμό από την ΕΛ.ΑΣ. Οι ισχυρισμοί του 23χρονου καταδικασμένου για βιασμό αποτελούν πλέον αντικείμενο προκαταρκτικής έρευνας από τον Πταισματοδίκη Ρόδου.

Ο 23χρονος με τον 19χρονο Αλβανό δολοφόνο της Ελένης Τοπαλούδη κρίθηκαν ένοχοι για το ό,τι, στη Ρόδο την 1η Δεκεμβρίου 2018, αφού προηγουμένως είχαν μεταβεί στον υπαίθριο χώρο πίσω από την εκκλησία του Ευαγγελισμού στη Ρόδο, όπου συχνάζουν νεαρά άτομα, μεταξύ των οποίων και η παθούσα, πρότειναν στην τελευταία να τους ακολουθήσει στο όχημα, το οποίο οδηγούσε ο Αλβανός, με το πρόσχημα ότι θα πήγαιναν μία βόλτα για να ακούσουν μουσική.

Η παθούσα, η οποία πάσχει από ψυχική – πνευματική διαταραχή κι έχει ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, πειθόμενη αρχικά από τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων και μη αντιλαμβανόμενη τις εγκληματικές τους προθέσεις, δέχθηκε να τους ακολουθήσει, επιβιβαζόμενη στο αυτοκίνητο, στο οποίο επιβιβάστηκε και ο αθίγγανος.

Εν συνεχεία, αφού μετέφεραν την παθούσα με το όχημα, του οποίου τις πόρτες κλείδωσε ο Αλβανός, σε υπαίθριο χώρο πλησίον παραλίας με χαμηλό φωτισμό κοντά στο καφέ – εστιατόριο “RONDA” και βγήκαν όλοι από το όχημα σε σημείο της παραλίας με θάμνους και φυτά, ο Αλβανός παρουσία και του αθίγγανου, κάμπτοντας την αντίστασή της με τις υπέρτερες σωματικές του δυνάμεις, ασκώντας επ’ αυτής σωματική βία, ήτοι καταφέροντάς της χτυπήματα στο πρόσωπο, αλλά και απειλώντας αυτήν άμεσα και σπουδαία τη σωματική της ακεραιότητα, λέγοντάς της ότι θα την χτυπούσε, την εξανάγκασε να προβεί σε ασελγή πράξη, εν συνεχεία δε, αφού οι κατηγορούμενοι από κοινού ακινητοποίησαν την παθούσα κρατώντας της τα χέρια, επιβίβασαν βιαίως αυτήν εκ νέου στο όχημα και διανύοντας μικρή απόσταση, οδήγησαν αυτήν στην περιοχή του Ενυδρείου, πλησίον χώρου που λειτουργούν ιδιωτικές τουαλέτες.

Εκεί, εμμένοντας στο αρχικό τους σχέδιο και εκμεταλλευόμενοι τις υπέρτερες σωματικές τους δυνάμεις, έκαμψαν με την άσκηση σωματικής βίας και με τη χρήση άμεσων και σπουδαίων απειλών για τη ζωή και τη σωματική της ακεραιότητα, την αντίσταση της παθούσας, υποχρεώνοντάς την να ανεχθεί συνουσία και άλλες ασελγείς πράξεις.

Πιο συγκεκριμένα, αφού έφτασαν στο σημείο και κατέβασαν την παθούσα από το αυτοκίνητο σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα, αρχικά την απείλησαν, ενώ αμέσως μετά ο Αλβανός την χαστούκισε εκ νέου, κρατώντας της με δύναμη το χέρι προκειμένου να μην μπορέσει εκείνη να διαφύγει. Στη συνέχεια, αφού επανέλαβε την απειλή-προτροπή του προς την παθούσα να προβεί σε ασελγή πράξη και την εξανάγκασε τελικώς, ενόσω ο έτερος κατηγορούμενος, είχε κατεβάσει το παντελόνι του και αυνανιζόταν.

Λίγο αργότερα, ο αθίγγανος εξανάγκασε κι αυτός την παθούσα σε ασελγή πράξη, χτυπώντας την στο πρόσωπο, τελικώς δε, αφού κατέβασε το παντελόνι της παθούσας, σκίζοντάς το, προέβη σε συνουσία με αυτήν, αγνοώντας τις εκκλήσεις της να σταματήσει. Παράλληλα, ο Αλβανός κρατούσε με δύναμη το κεφάλι της παθούσας, εξαναγκάζοντάς την να του κάνει και πάλι στοματικό έρωτα. Κάποια στιγμή, οι κατηγορούμενοι διέκοψαν προσωρινά την εγκληματική τους συμπεριφορά σε βάρος της παθούσας και συζητούσαν για το εάν θα προέβαινε και ο Αλβανός σε συνουσία.