Τι είναι το σύνδρομο της «γυναικείας αθλητικής τριάδας» – Ποια είναι τα συμπτώματα

Τι είναι το σύνδρομο της «γυναικείας αθλητικής τριάδας» – Ποια είναι τα συμπτώματα

Πόσο πιθανό είναι να εμφανιστεί σε άντρες

Η «γυναικεία αθλητική τριάδα», μία έννοια που άρχισε να ακούγεται περισσότερο από τους ερευνητές το 1992, έχει επίσημα οριστεί ως ένα κλινικό σύνδρομο που αποτελείται από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: χαμηλή ενέργεια (με ή χωρίς διατροφική διαταραχή), δυσλειτουργία στον έμμηνο κύκλο και οστεοπόρωση. Κάθε στοιχείο αυτής της τριάδας υφίσταται σε ένα σημείο ενός φάσματος και προκαλεί ανάλογη σοβαρότητα ή μη της κατάστασης.

Αυτός ο ορισμός αναπτύχθηκε επειδή ήταν πολυάριθμες οι μελέτες που ανέφεραν την παρουσία αυξανόμενου κινδύνου καταγμάτων και αναπαραγωγικών διαταραχών σε αθλήτριες που καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια απ’ όση λαμβάνουν από το φαγητό τους. Κάποιες έρευνες έχουν ακόμα βρει ότι το ενεργειακό έλλειμα στις αθλήτριες έχει επίσης αρνητική επίδραση στη διάθεση και στην καρδιαγγειακή λειτουργία.

Ένας λόγος που οδήγησε στην ονοματοδοσία «γυναικεία αθλητική τριάδα» ήταν για να εστιάσουν οι ερευνητές και οι προπονητές την προσοχή τους σε αυτό το ζήτημα ώστε να το προλάβουν και να το αντιμετωπίσουν έγκαιρα, βοηθώντας την αθλήτρια να φάει σύμφωνα με τις οργανικές της ανάγκες. Εντούτοις, το επίθετο «γυναικεία» έχει αποσπάσει την προσοχή από το γεγονός πως αυτό το σύνδρομο μπορεί να εμφανιστεί και στους άνδρες όπως αναφέρει το enallaktikidrasi.com.

Πράγματι, κάποιες κλινικές αναφορές ισχυρίζονται ότι δεν είναι ασυνήθιστο να παρατηρούμε άντρες αθλητές που έχουν ένα επίμονο ενεργειακό έλλειμα με ή χωρίς διατροφική διαταραχή και το οποίο συσχετίζεται με απώλεια οστικής μάζας, μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης και αδυναμία. Επίσης, σε κάποιες περιπτώσεις εντοπίζεται βραδυκαρδία, υποθερμία και κατάθλιψη.

Μέχρι σήμερα, τα ελάχιστα διαθέσιμα δεδομένα για άνδρες αθλητές προέρχονται κυρίως από διατομεακές έρευνες. Μια, για παράδειγμα, βρήκε ότι οι τζόκεϋ που επίτηδες διατηρούν χαμηλά το βάρος τους έχουν μικρότερη οστική μάζα από τους μπόξερ. Μια άλλη παρατήρησε ότι η οστική μάζα στο επίπεδο της οσφυϊκής μοίρας είναι χαμηλή σε ποδηλάτες και δρομείς. Επιπροσθέτως, έχουν αναφερθεί αρνητικές επιδράσεις στην παραγωγή σπέρματος και μείωση των επιπέδων τεστοστερόνης σε άνδρες αθλητές που εξασκούν αθλήματα ενδυνάμωσης· όμως δεν έχουν αναφερθεί περιπτώσεις καταγμάτων.

Λίγες μακροχρόνιες μελέτες επίσης αναφέρουν μείωση της τεστοστερόνης σε κάποιους αθλητές, αλλά η διάρκεια αυτών ήταν αρκετά μικρή για να εντοπιστούν πιθανά κατάγματα. Τέλος, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για την αξιολόγηση των επιδράσεων άλλων ορμονών στους άνδρες, όπως η ινσουλίνη και η IGF1.

Το ενδιαφέρον σχετικά με τις επιπλοκές που προκαλεί το ενεργειακό έλλειμα σε άνδρες αθλητές δεν είναι μόνο ακαδημαϊκό, αφού μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που οι κλινικοί και οι προπονητές αξιολογούν τους αθλητές. Πράγματι, αν δεν γνωρίζουμε ότι υπάρχει πρόβλημα, δεν μπορούμε φυσικά και να το αναζητήσουμε. Γι’ αυτό το λόγο, ίσως να είναι κατάλληλο να αφαιρέσουμε τον όρο «γυναικεία» από την αθλητική τριάδα, για να αποφύγουμε να εστιάσουμε μόνο στις γυναίκες αθλήτριες.

Και καθώς αναμένουμε μια απόφαση που θα απαλείψει το ζήτημα του φύλου στον ορισμό της αθλητικής τριάδας, η αξιολόγηση ενός άνδρα αθλητή που έχει χάσει πολύ βάρος πρέπει να εκτελείται από μια διεπιστημονική ομάδα που να περιλαμβάνει έναν ιατρό, έναν διαιτολόγο και για αθλητές που υπάρχει υποψία διατροφικής διαταραχής, επίσης έναν ψυχολόγο. Η αξιολόγηση πρέπει να περιλαμβάνει ερωτήσεις σχετικά με τη διατροφική του συμπεριφορά και στάση, αλλαγές στη διάθεση, στη λίμπιντο και στην αθλητική του επίδοση, καθώς και ιστορικό καταγμάτων.

Αν κάποια από αυτά τα χαρακτηριστικά αναφερθούν από τον αθλητή, η αξιολόγηση πρέπει να προχωρά με την μέτρηση της τεστοστερόνης της βιταμίνης D, των λευκών αιμοσφαιρίων και των επιπέδων συγκέντρωσης μεταβολισμού της γλυκόζης. Χρειάζεται να γίνεται οστεομέτρηση και ψυχολογική εκτίμηση της ψυχοπαθολογίας σε περιπτώσεις διατροφικής διαταραχής.

Στη συνέχεια, ο διαιτολόγος πρέπει να συμβουλεύει τους αθλητές για τις ανάγκες τους σε θερμίδες και θρεπτικά συστατικά ανάλογα με το άθλημα και την δαπάνη ενέργειας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η αύξηση της πρόσληψης ενέργειας και η μείωση της δαπάνης της συστήνονται αντί για τη χρήση ορμονοθεραπείας.

Βέβαια δεν είναι εύκολο κανείς να πείσει τους αθλητές να τρώνε περισσότερο, ειδικά αν πρέπει να παραμείνουν σε μια κατηγορία βάρους, όπως οι παλαιστές ή αν ωφελούνται με το να είναι λεπτότεροι, όπως οι τζόκεϋ. Μία στρατηγική που συχνά λειτουργεί είναι να δίνουμε έμφαση στο ότι η σωστή διατροφή βελτιώνει την αθλητική επίδοση. Όμως, προσοχή: αν έχει επιβεβαιωθεί η παρουσία μιας διατροφικής διαταραχής, ο αθλητής χρειάζεται να παραπεμφθεί σε ειδικούς.