Σπ. Βελληνιάτης: Ο κόουτς που ξέρει να χτίζει…Αντετοκούμπο

Ο Γιάννης κατάφερε να περάσει πρόσφατα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, προερχόμενος από ένα χωριό στις όχθες του Νίγηρα. Εκεί τον περίμενε το καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου. Ακολούθησε ο μεγάλος αδελφός, ο Θανάσης, ο οποίος μετακόμισε πρόσφατα στο NBDL, με προοπτική να μεταπηδήσει στο NBA. Tα άλλα δύο αδέλφια, ο Κώστας και ο Αλέξης ετοιμάζονται κι εκείνα με τη σειρά τους.

Στόχος τους να ακολουθήσουν τα βήματα των δύο μεγάλων.

Αδελφοί Αντετοκούμπο. Στο δρόμο τους είχαν την τύχη να βρεθεί ένας οραματιστής του αθλήματος. Ο Σπύρος Βελληνιάτης. Ο ίδιος ο Βελληνιάτης είχε κι εκείνος την τύχη να τον ανακαλύψουν, μαθητή ακόμα, ο Νίκης Σταθόπουλος και ο Θεόδωρος Κυπριώτης όταν αγωνιζόταν στον Άτλαντα Θυμαρακίων.

“Ο Γιάννης ήταν τυχερός που ήταν φτωχός γιατί είχε τη διάθεση να ακούσει. Και ήθελε να ακούσει γιατί δεν είχε άλλη επιλογή. Αυτοί που αρχικά δεν άκουσαν ήταν οι γονείς του”, περιγράφει ο προπονητής των Αντετοκούμπο, ο οποίος μίλησε στο news.gr.

"Γονείς Αντετοκούμπο: Είδαμε ότι ο...τρελός μπορεί να μας εξασφαλίσει ένα πιάτο φαγητό"

Θυμάται όταν πρόσφατα τον έπιασαν και του είπαν: “Εμείς δεν σε πιστέψαμε. Όταν είδαμε όμως ότι εσύ μπορούσες να μας εξασφαλίσεις ένα πιάτο φαγητό είπαμε ας κάνουμε ότι μας λέει ο τρελός”.

Μιλάει για τη δυσπιστία που συναντάει από τους περισσότερους γονείς - όχι μόνο τους Αντετοκούμπο - όταν τους προτείνει να αφήσουν τα παιδιά τους να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. “Όταν λέω σε ελληνόπουλα να κάνουν αθλητισμό μόνο που δεν με σκοτώνουν οι γονείς. 'Να παίξει το παιδί μου μπασκετ; Πώς τολμάς;', είναι η κουβέντα που ακούω από τους περισσότερους”.

Για το Σπύρο Βελληνιάτη σημασία δεν έχει το μπάσκετ για το μπάσκετ, αλλά το μπάσκετ για τη ζωή. Εκτός από την ανάδειξη ταλέντων, στόχος του είναι η κοινωνικοποίηση και η ομαλή ένταξη νέων ανθρώπων στο κοινωνικό σύνολο.

“Μελετώντας τον σωματότυπο ενός παιδιού, μπορείς να καταλάβεις για πιο άθλημα είναι προορισμένος ο καθένας. Με πρόσχημα το μπάσκετ όμως, με ενδιαφέρει να τους δώσω ορισμένες συμβουλές για τη ζωή τους”.

Ο ίδιος γνωρίζει ότι οι μετανάστες λαμβάνουν πιο εύκολα τα ερεθίσματα, και εκμεταλλεύονται καλύτερα τις ευκαιρίες που τους παρουσιάζονται. Έχουν περισσότερο από κάθε άλλον, ανάγκη να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής τους, επενδύοντας σε αυτό που επιλέγουν να κάνουν. “Προσπαθώ να διαλέγω μία ομάδα που να έχει μετανάστες. Επίσης, αγαπάω πολύ τα κάτω Πατήσια, όπου μεγάλωσα κι έτσι επιλέγω ταλέντα από Πατήσια και Κυψέλη, δύο περιοχές, στις οποίες κατοικούν πολλοί μετανάστες”.

“Ο λόγος είναι ότι πήγαινα σχολείο στο 47ο και 48ο Γυμνάσιο των Πατησίων. Μεγάλωσα εκεί, και γι' αυτό με ενδιαφέρει η γειτονιά μου. Θέλω να υπάρχει μια συνέχεια σε αυτό που κάποιοι έδωσαν σ' εμένα. Επιθυμία μου είναι να επιστρέψω κάτι από αυτό που πήρα. Τώρα τυχαίνει να βρίσκονται εκεί και αρκετοί Αφρικανοί. Φέρνω και παιδιά από το Πακιστάν στην ομάδα, αλλά δεν είναι πολλά”, τονίζει ο κόουτς της Ελευθερίας Μοσχάτου.

"Παιδιά χρυσαυγιτών και μετανάστες συνυπήρξαν για χάρη του μπάσκετ"

Ο Σπύρος Βελληνιάτης έκανε στα 16 του το μεγάλο άλμα. Ταξίδεψε στην Αμερική για να κυνηγήσει, όπως λέει, το όνειρο του μπάσκετ. Μαθημένος να παίζει με Αφροαμερικανούς γνώρισε καλά την κουλτούρα του μετανάστη. Έφερε στις ακαδημίες Αφρικανούς, Αλβανούς, Πακιστανούς αλλά και Έλληνες. Παιδιά χρυσαυγιτών και μετανάστες συνυπήρξαν, κάτω από το πνεύμα συνεργασίας στην ίδια ομάδα.

“Τα παιδιά δεν ενδιαφέρονται για ιδεολογίες. Το μόνο που θέλουν είναι να παίξουν μπάσκετ. Οι ενήλικες όμως, είναι εκείνοι που συνήθως τα ποτίζουν με ιδεολογικά και πολιτικά κατάλοιπα. Επιδιώκοντας έτσι να αποκτήσουν εθελοντές στρατιώτες”, σημειώνει χαρακτηριστικά. Ο ίδιος μελέτησε ιστορία και κοινωνιολογία μόνο και μόνο για να μπορεί να προσεγγίσει ανθρώπους με διαφορετική κουλτούρα από τη δική του, ανοιχτός σε ο,τιδήποτε νέο ή ξένο προς εκείνον.

"Η μπασκετική μου ζωή ξεκίνησε από την Αμερική. Πήγα εκεί στα 16 και έμεινα δύο χρόνια. Στα 18 μου πήγα στη Γερμανία για να κάνω στο στρατιωτικό μου, έχοντας διπλή υπηκοότητα”.

Στα 21 του για πρώτη φορά προπονητής

Το μπάσκετ για τον παίκτη Βελληνιάτη, τελείωσε αρκετά σύντομα, γιατί όπως εξηγεί, μάλλον βιάστηκε να περάσει στην απέναντι όχθη. Ή απλά δεν είχε καλούς συμβούλους για να τον βοηθήσουν. “Το όνειρό μου ήταν να παίξω σε κολέγιο και δεν το πέτυχα. Στη Γερμανία το σταμάτησα εντελώς γιατί δεν είχα υποστήριξη. Τελικά, ο Μανώλης Περρής ήταν εκείνος που με έσπρωξε να ασχοληθώ με την προπονητική. Η πρώτη μου ομάδα στα 21 – 22 ήταν ο Εθνικός Κάτω Πατησίων”.

Για το παιδί του Πελοποννήσιου πατέρα και της Γερμανίδας με γαλλικές ρίζες, μητέρας, το μπάσκετ ήταν μια διέξοδος. Ο τρόπος για να αποκτήσει αυτοπεποίθηση.

Μιλώντας για τον τρόπο με τον οποίο ξεχωρίζει τα ταλέντα, κάνει λόγο για παιδιά πιο ανήσυχα. Με αποφασιστικότητα, προσωπικότητα και ξεχωριστό σωματότυπο. Πρόσωπα με βλέμμα που πετάει φωτιές. Όπως ο Γιάννης Αντετοκούμπο.

“Τα παιδιά που είναι πιο ανήσυχα, αυτά πρέπει και θέλεις να τα ενσωματώσεις, εκμεταλλευόμενος το παραμικρό για να μπορέσουν να γίνουν πρότυπα. Εκμεταλλεύεσαι τη δυναμική τους, δίνοντας ένα πάτημα για να είναι χρήσιμη αυτή η δυναμική”, σημειώνει ο Βελληνιάτης. “Όταν μπαίνουν σε μία ομάδα μπάσκετ πιστεύουν ότι αποκτούν έναν προορισμό. Τότε είναι που λένε: 'δεν είμαι τόσο άχρηστος'. Ακόμα και όταν δεν κάνουν για μπάσκετ τους κατευθύνω να πάνε κάπου αλλού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα μέλη των Imam Baildi που έπαιζαν μπάσκετ στην ομάδα μου και τους προέτρεψα να ασχοληθούν με τη μουσική. Παρόλ' αυτά η Ομοσπονδία δεν αντιλαμβάνεται την κοινωνική διάσταση του μπάσκετ”, εκφράζει το μικρό του παράπονο.

Βέβαια, δεν ήταν μόνο οι Αντετοκούμπο. Ήταν και Τζέσικα Ογκουνόριν, ένα ακόμα ταλέντο που ξεπήδησε από τις ακαδημίες του Σπύρου. “Δούλευε στο εστιατόριο της μητέρας της και διάβαζε μαθηματικά. Τώρα είναι στην Αμερική με υποτροφία και μαθήτρια του '20'. Είχε μάλιστα επιλεγεί ανάμεσα στις καλύτερες μαθήτριες της γενιάς της”, σημειώνει ο Βελληνιάτης.

Γιατί οι μεγάλες ομάδες δεν βγάζουν μεγάλους παίκτες

Όπως υποστηρίζει ο κόουτς των ακαδημιών της Ελευθερίας Μοσχάτου, ομάδες όπως ο Ολυμπιακός ή ο Παναθηναϊκός δεν έχουν όραμα στις ακαδημίες τους. “Κυνηγούν μόνο το αποτέλεσμα για να δικαιολογήσουν τη φανέλα. Υπάρχει ένας εντονότατος ανταγωνισμός από μικρή ηλικία, ο οποίος είναι καταστροφικός. Τα παιδιά εκεί δεν ενδιαφέρονται να κάνουν λάθη για να μάθουν μπάσκετ. Ή ακόμα πιο σωστά δεν τους επιτρέπουν να κάνουν λάθη. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ταλέντα έρχονται κυρίως από τους μικρούς συλλόγους, καθώς οι μεγάλες ομάδες προπονούν τυποποιημένα και βασισμένες σε στερεότυπα. Εγώ για παράδειγμα, δεν μπορώ στα 50 παιδιά που έχω, να περιμένω να βγάλω 50 Αντετοκούμπο. Αν μου έρθει ένας στους 200 πρέπει να είμαι ο καλύτερος προπονητής του κόσμου”, συμπληρώνει.

Πως...έκλεψα τους Αντετοκούμπο

Η συμφωνία με την οικογένεια Αντετοκούμπο δεν ήταν απλή υπόθεση. Τον Γιάννη δεν τον εντόπισε όταν έπαιζε μπάσκετ, αλλά βλέποντάς τον να παίζει κυνηγητό. Κι εκεί κατάλαβε αμέσως ποια θα ήταν η συνέχεια. Με τους γονείς συμφώνησε, αφού κατάφερε με τη συγκατάθεση του Γιάννη Ξενάριου, ο οποίος προπονούσε όλα τα αδέλφια στον Τρίτωνα Σεπολίων, να φέρει στην ομάδα του τα νεότερα μέλη της οικογένειας. Στους γονείς έταξε να βρει δουλειά με αντάλλαγμα να παίξουν τα παιδιά μπάσκετ. Μια τρέλα που κανείς δεν την πίστεψε αρχικά. Ίσως μόνο ο ίδιος. Κανείς από τη μετέπειτα ομάδα των Αντετοκούμπο, τον Φιλαθλητικό, δεν γνώριζε τη συμφωνία που είχε κάνει ο προπονητής για την απόκτησή τους.

“Ήταν ένα φοβερό εγχείρημα να πω ότι έχω τρία παιδιά που παίζουν κυνηγητό και είναι αστέρες του μπάσκετ. Ο Θανάσης θα έχανε την προθεσμία για να βγάλει δελτίο λόγω ηλικίας. Τότε οι αλλοδαποί παίκτες έβγαζαν δελτίο έως τα 15”.

Παρόλ' αυτά ρίσκαρε και δικαιώθηκε...

Ο Βελληνιάτης θυμάται ότι το μπάσκετ ήταν αυτό που βοήθησε τον ίδιο να χαλιναγωγήσει τη δυναμική και κάποιες φορές επιθετική φύση του. Αν και εξαιρετικά οξύθυμος, κατάλαβε μέσα από την ενασχόλησή του με το άθλημα ότι υπάρχουν και άλλοι που έχουν άποψη και είναι σεβαστή, ακόμα και αν είναι λανθασμένη.

Ο Σπύρος θυμάται τον εαυτό του, όταν οι άλλοι δεν τον αποδέχονταν λόγω της γερμανικής υπηκοότητας και της καταγωγής της μητέρας του. “Στο χωριό του πατέρα μου δεν με δέχτηκαν σαν Σπύρο. Με φώναζαν Φρέντυ μπροστά τους ξένους για να με πειράξουν και να μην καταλάβουν οι άλλοι τι λέμε. Μεταξύ μας με φώναζαν Γερμανό. Πολλά χρόνια μετά, το 'Φρέντυ' έγινε 'Φρεντάκος' και σήμερα Σπύρος”, περιγράφει ο κόουτς.

Το στοίχημα άλλωστε, σύμφωνα με τον Βελληνιάτη, είναι να μάθει κανείς να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της ζωής, να αποδέχεται τη διαφορετικότητα και να αποκτά την ικανότητα να συνεργάζεται με τους άλλους. Όλα αυτά κρατώντας μια πορτοκαλί μπάλα στα χέρια. Ταλέντα όπως ο Αντετοκούμπο, ίσως υπάρχουν αρκετά. Χρειάζονται όμως τον κατάλληλο άνθρωπο για να τα φέρει στο προσκήνιο. Ο συγκεκριμένος προπονητής τα κατάφερε. Ελπίζει μάλιστα, ότι και τα υπόλοιπα αδέλφια θα έχουν ανάλογη εξέλιξη με τον παίκτη, σήμερα, των Mιλγουόκι Μπακς. Δεν ποντάρει στο μπάσκετ ως άθλημα, αλλά στο μπάσκετ ως ευκαιρία κάποιων ανθρώπων να γνωρίσουν τον εαυτό τους και να εκμεταλλευτούν τις δεξιότητες που διαθέτουν. Προβάλλοντας και διοχετεύοντας όλη τους την ενέργεια σε κάτι που θα τους προσφέρει κάτι μοναδικό. Την αποδοχή της διαφορετικότητάς τους σε συνδυασμό με την ικανότητα να συνεργάζονται. Τις περισσότερες φορές, μακριά από αθλητικές διακρίσεις, μετάλλια και παχυλά συμβόλαια.

*H δεύτερη και η τρίτη φωτογραφία στο εσωτερικό του κειμένου είναι της συναδέλφου Έλενας Παπαδημητρίου