Ξαναζεί η ιστορική βίλα Καμπά

Στις 22 Μαρτίου του 1875 ο γνωστός οινοποιός, Ανδρέας Καμπάς, μαζί με τον αδελφό του Αλέξανδρο, αγοράζουν από την Πουλχερία Αργυροπούλου ένα κτήμα Κάντζα έκτασης 5.000 στρεμμάτων περίπου, με το υπ’ αριθμόν 3755 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών, Στέφανου Κονδύλη.

Από το πρώτο έτος της αγοράς, άρχισαν να φυτεύουν αμπέλια σε εκτεταμένες εκτάσεις του κτήματος, με αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά η παραγωγή μούστου. Ταυτόχρονα οι χωρικοί που καλλιεργούσαν τις γύρω περιοχές άρχισαν να τους μιμούνται και να φυτεύουν κι αυτοί αμπέλια προσδοκώντας μια καλύτερη παραγωγή από την πενιχρή του σιταριού. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η μεγάλη αύξηση της παραγωγής μούστου, η οποία όμως δεν ήταν πρόσφορο να διοχετευτεί στην αγορά λόγω της χαμηλής τιμής. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 1879 η παραγωγή ήταν τόσο μεγάλη που ο μούστος πουλήθηκε 12 λεπτά η μπότσα, δηλ. οι δύο οκάδες. Έτσι ο Α.Π. Καμπάς αναγκάστηκε να αποθηκεύσει την παραγωγή και να αναζητήσει άλλους τρόπους διάθεσης της.

Τα πρώτα βήματα

Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Καμπάς σε χειρόγραφο του σχετικό με την ίδρυση του οίκου του, το 1869 ενοικίασε κτήματα στα Μεσόγεια και τη Λαυρεωτική. Λόγω του ότι το πετρώδες έδαφος της περιοχής δεν ευνοούσε την καλλιέργεια σιτηρών, τα κτήματα αυτά χρησίμευαν μόνο ως βοσκοτόπια. Σε ένα από τα κτήματα, αυτό της Παλαιοπαναγιάς, υπήρχαν αμπέλια τα οποία παρήγαγαν περίπου 12.000 οκάδες κρασί ετησίως. Παρατήρησε δε, ότι το έδαφος ήταν ιδανικό για την καλλιέργεια του αμπελιού. Επειδή όμως στα νοικιασμένα κτήματα δεν μπορούσε να αλλάξει τη χρήση έπρεπε να αποκτήσει ιδιόκτητη γη για να εφαρμόσει τις ιδέες του.

ΒΑΡΕΛΙΑ ΚΑΜΠΑ

Στα 1875 έρχεται από τη Γαλλία ο Αρ. Βουσάκης, χημικός, καθηγητής πανεπιστημίου, από τον οποίο ο Α. Π. Καμπάς ζήτησε να του φέρει ένα εργαλείο κατάλληλο για την απόσταξη του κρασιού. Στις αρχές του 1880 φέρνει το πρώτο μηχάνημα απόσταξης οίνων από το Bordeaux της Γαλλίας κι αρχίζει να αποστάζει τα αποθηκευμένα κρασιά των προηγούμενων ετών. Συνέχισε και τα επόμενα χρόνια να αποστάζει κρασί και να παράγει κονιάκ παρόλο που δεν υπήρχε αγορά να το διαθέσει. Τα προϊόντα τα αποθήκευε σε αχυρώνα της περιοχής.

Μόνο μετά από 8 χρόνια, το 1888, ο Α. Π. Καμπάς, έδωσε σε φίλους του γιατρούς και χημικούς δείγματα του κονιάκ οι οποίοι ενθουσιάστηκαν και τον προέτρεψαν να στείλει δείγμα στον Σούτσο που ήταν αρχίατρος του Ελληνικού Στρατού. Ο Σούτσος ενθουσιάστηκε και αυτός με το προϊόν και έδωσε την πρώτη παραγγελία 2.000 φιαλών για το Ελληνικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Η πρώτη αυτή παραγγελία ενθάρρυνε τον Α. Π. Καμπά, ο οποίος άνοιξε πρατήριο διάθεσης του προϊόντος στο σπίτι του στην οδό Φιλελλήνων. Ταυτόχρονα το Δεκέμβριο του 1889 γίνεται προμηθευτής της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλέως και αρχίζει να παίρνει μέρος σε διεθνείς εκθέσεις, όπου τα προϊόντα του διακρίνονται αποσπώντας χρυσά βραβεία.

ΕΤΙΚΕΤΑ ΚΑΜΠΑ

Το 1889 χωρίζεται το κτήμα της Κάντζας. Ο Ανδρέας Καμπάς κρατάει την περιοχή στη νότια πλευρά της Λεονταρίου και ο Αλέξανδρος την περιοχή στη βόρεια πλευρά[1]. Η διαρκής αύξηση της ζήτησης των προϊόντων αναγκάζει τον Ανδρέα Καμπά σε συνεχείς επενδύσεις τόσο για κτιριακό όσο και για μηχανολογικό εξοπλισμό. Μέχρι το 1890 λειτουργούν στο κτήμα της Κάντζας τέσσερα αποστακτήρια τύπου Mareste και άλλα τέσσερα ίδιου τύπου στις εγκαταστάσεις του κτήματος της Γιαλούς, στην περιοχή των Σπάτων.

Από το 1890 αρχίζει προσωπικά ταξίδια στην Αίγυπτο, τη Συρία, τη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, τη Ρωσία, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία με τα οποία προωθεί τα προϊόντα της εταιρείας στους Έλληνες αυτών των περιοχών. Έτσι καταφέρνει να αναπτύξει ισχυρή εξαγωγική δραστηριότητα που καθιστά τη βιομηχανία του τη μεγαλύτερη του κλάδου στην Ελλάδα και το προϊόν του το «Κονιάκ Καμπά» κατέχει την πρώτη θέση στην Ελλάδα, την Αίγυπτο και την Ανατολή[2].

Το 1904 κι ενώ η κατανάλωση του κονιάκ είχε παγιωθεί, αποφασίζει να επιδοθεί και στην οινοποιία. Τότε ιδρύει το εργοστάσιο οινοποιίας, κατασκευάζει τις κτιριακές εγκαταστάσεις που σήμερα γνωρίζουμε ως «εργοστάσιο Καμπά» και σταδιακά αναπτύσσει την επιχείρηση του με συνεχείς επενδύσεις σε κτιριακό και μηχανολογικό εξοπλισμό. Σημαντικό γεγονός αποτελεί ότι λόγω της μεγάλης ζήτησης των προϊόντων, εκτός από τη δική του παραγωγή σε σταφύλια, αγοράζει και μεγάλες ποσότητες από τους αγρότες – παραγωγούς των γύρω περιοχών, τονώνοντας έτσι την οικονομία της περιοχής.

Η ζήτηση των προϊόντων αυξάνεται συνέχεια και στην προσπάθεια εξεύρεσης νέων κεφαλαίων μεταβάλει τη εταιρεία σε ανώνυμη μετοχική, την 1η Ιουλίου 1918 και την εισάγει στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών το 1920. Το 1924 ο Ανδρέας Καμπάς πεθαίνει σε ηλικία 73 ετών και αφήνει την επιχείρηση στους δύο υιούς του Άγγελο και Παναγιώτη. Η επιχείρηση κάνει νέες επενδύσεις με σημαντικότερη την αγορά, το 1927, στη Μαντινεία Αρκαδίας, εκτάσεων και τη δημιουργία εκεί εργοστασίου παραγωγής οίνου, το οποίο λειτουργεί μέχρι σήμερα.

Μετά τον θάνατο του Α. Π. Καμπά η επιχείρηση στην ουσία χάνει τον ιθύνοντα νου που την έκανε από τις πρωτοποριακές της εποχής της. Το 1932, με αδιευκρίνιστο τρόπο, ο έλεγχος της εταιρείας περνάει στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας. Κατά τη διάρκεια της κατοχής, το εργοστάσιο στην Κάντζα επιτάσσεται αλλά σχεδόν τα πάντα μένουν άθικτα.

Ποιος ήταν ο Καμπάς

Ο Ανδρέας Καμπάς γεννήθηκε το 1851 στην Αθήνα, αλλά καταγόταν από τη Μεσσήνη. Πέντε αδέλφια μετρούσε η οικογένεια, πέντε «Α». Ανδρέας, Αλέξανδρος, Αγγελος, Αλκιβιάδης, Αφροδίτη. Ο Ανδρέας ήταν ο πιο επιχειρηματικός. Το 1875 αγόρασε 5.000 στρέμματα στην Κάντζα, από την Πουλχερία Αργυροπούλου το γένος Κατακουζηνού, και το 1878 άλλα 3.500 στη θέση Γιαλού στα Σπάτα, από τους βαρόνους Δούμπα και Μπράιν.

Η Κάντζα γίνεται το βασίλειο Καμπά. Τα αμπέλια, τα κρασιά, οι ειδικοί, οι χημικοί. Στη δεκαετία του 1880 δίπλα στα κρασιά προστίθεται το μπράντι. Και στη δεκαετία του 1890 έρχεται η εξωστρέφεια, το άνοιγμα στις αγορές του εξωτερικού, κυρίως εκεί όπου βρίσκονται οι κοινότητες της ελληνικής διασποράς. Και έπειτα η βιομηχανική ενηλικίωση με ένα νέο αποστακτήριο στον Πειραιά, στην ακτή Ξαβερίου, που λειτούργησε ως τον Απρίλιο του 1941, οπότε καταστράφηκε στον βομβαρδισμό της πόλης από τους Γερμανούς. Στην ιστορία του Καμπά εγγράφεται επίσης η κρίση της σταφίδας αλλά και μια μεγάλη εμπορική επιτυχία που δεν είναι άλλη από την ομώνυμη Ρετσίνα.

Ο Ανδρέας Καμπάς πέθανε τον Μάρτιο του 1924 αλλά άφησε έργο και παρακαταθήκες. Ο γιος του Παναγιώτης δημιούργησε ουσιαστικά τη Μαντινεία, αξιοποιώντας την τοπική ευγενή ποικιλία του μοσχοφίλερου, με το οινοποιείο και το κτήμα Καμπάς στην Αρκαδία που άρχισε να λειτουργεί στην αρχή της δεκαετίας του '30.

Η άδεια ανοικοδόμησης

Η εταιρεία - REDS A.E. - που θα αναλάβει την αναπαλαίωση του γνωστού διατηρητέου ακινήτου βίλας του οινοπαραγωγού Ανδρέα Καμπά - ανακοίνωσε σήμερα την έκδοση άδειας ανοικοδόμησης.

Η διώροφη βίλα, κτίσμα των αρχών του 20ου αιώνα, συνολικού - μετά των βοηθητικών του χώρων - εμβαδού περίπου 685 τμ, βρίσκεται σε οικόπεδο 1.325 τμ. Μετά την αναπαλαίωσή του, το κτίριο θα περιβάλλεται από καλαίσθητα σχεδιασμένο διαμορφωμένο χώρο και χώρους πρασίνου, συνολικού εμβαδού 1040 τμ, με θέσεις πάρκινγκ.

Στόχος της εταιρείας είναι η διάθεση του ακινήτου, ως έχει ή πλήρως ανακατασκευασμένο.

Με πληροφορίες από ktimakamba.wordpress.com