Πώς αποκτάμε κυριότητα επί πράγματος με χρησικτησία;

Τακτική και έκτακτη χρησικτησία

Η κτήση κυριότητας επί κινητού ή ακινήτου μπορεί να υλοποιηθεί με σύμβαση ή με χρησικτησία. Ας δούμε όμως τα δύο είδη χρησικτησίας: Την τακτική και την έκτακτη χρησικτησία.

Εκείνος  που  έχει  στη  νομή  (φυσική εξουσία) του με καλή πίστη και με νόμιμο τίτλο, πράγμα κινητό για μια τριετία  και  ακίνητο  για  μια  δεκαετία, γίνεται κύριος του πράγματος  με τακτική χρησικτησία.

 

Πότε όμως ο νομέας βρίσκεται σε καλή πίστη; 

Ο νομέας βρίσκεται σε καλή πίστη όταν  χωρίς  βαριά αμέλεια έχει την πεποίθηση ότι απέκτησε την κυριότητα. Η καλή πίστη πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο της απόκτησης της νομής. 

 Για τη χρησικτησία αρκεί  και  ο  νομιζόμενος  τίτλος,  εφόσον δικαιολογείται η καλή πίστη του νομέα. Στα  ακίνητα  δεν  υπάρχει νομιζόμενος τίτλος χωρίς μεταγραφή, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται. 

Περισσότερο όμως ευρέως γνωστή είναι η έκτακτη χρησικτησία. 

 

Πότε λοιπόν έχουμε έκτακτη χρησικτησία ; 

Έκτακτη χρησικτησία έχουμε όταν κάποιος έχει στη νομή του για μια εικοσαετία πράγμα κινητό ή ακίνητο, οπότε και γίνεται κύριος του κινητού ή ακίνητου πράγματος, αναλόγως της περίπτωσης.

 Εκείνος δε που έχει στη νομή του το πράγμα κατά την έναρξη και τη λήξη ορισμένης χρονικής περιόδου, τεκμαίρεται ότι το νέμεται και κατά  τον ενδιάμεσο χρόνο. Δεν εξετάζεται το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και τι συμβαίνει κατά το διάστημα αυτό.

Η χρησικτησία δεν αρχίζει και αν έχει αρχίσει δεν  συνεχίζεται κατά  το  διάστημα  που  αναστέλλεται  η  παραγραφή  της διεκδικητικής  αγωγής, ή εμποδίζεται σύμφωνα με το νόμο η συμπλήρωση  της  παραγραφής αυτής.

Η  χρησικτησία  διακόπτεται  με την απώλεια της νομής.  Είναι όμως σημαντικό ότι η διακοπή λογίζεται ότι δεν επήλθε, αν αυτός που έχασε  τη  νομή  την  ανέκτησε μέσα σε ένα έτος, ή αργότερα αλλά με άσκηση σχετικής αγωγής που ασκήθηκε μέσα στο έτος.

Η  χρησικτησία  διακόπτεται  με  την έγερση της διεκδικητικής αγωγής εναντίον αυτού που χρησιδεσπόζει (που νέμεται το πράγμα στα πλαίσια χρησικτησίας) ή αυτού που κατέχει στο  όνομα εκείνου.   Η  διακοπή  της χρησικτησίας επέρχεται μόνο υπέρ του ενάγοντος.

Αν  η  χρησικτησία  διακόπηκε, ο χρόνος που πέρασε έως τη διακοπή δεν υπολογίζεται. Νέα χρησικτησία μπορεί να αρχίσει μόνο μετά  τη λήξη της διακοπής.

Εκείνος  που  απέκτησε  τη  νομή  του  πράγματος με καθολική (από κληρονομία) ή ειδική διαδοχή (π.χ γονική παροχή), μπορεί να συνυπολογίσει το δικό του χρόνο χρησικτησίας στο χρόνο χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου (αυτού δηλαδή που του μεταβιβάζει το πράγμα).

Σε περιπτώσεις κληρονομίας, ο  χρόνος χρησικτησίας που διανύθηκε υπέρ  του  νομέα  κληρονομίας υπολογίζεται υπέρ του πραγματικού κληρονόμου.

Οταν  αποκτηθεί  η  κυριότητα  του  πράγματος  με χρησικτησία, επέρχεται απόσβεση και των εμπράγματων δικαιωμάτων (δουλεία διόδου, επικαρπία, ψιλή κυριότητα) τρίτων  που  τυχόν υπάρχουν  πάνω σ` αυτό, εκτός αν αυτός που χρησιδεσπόζει κατά την κτήση της νομής  βρισκόταν σε κακή πίστη ως προς το δικαίωμα του τρίτου.

Ανεπίδεκτα χρησικτησίας, τακτικής ή έκτακτης, είναι  τα  εκτός συναλλαγής πράγματα, όπως τα κοινόχρηστα πράγματα (ήτοι ενδεικτικά αναφέρουμε τα ύδατα που ρέουν ελεύθερα και αέναα, οδοί, πλατείες, λιμένες και όρμοι).

Εξαιρούνται  επίσης από την τακτική ή έκτακτη χρησικτησία τα πράγματα που ανήκουν σε πρόσωπα, τα οποία τελούν υπό Γονική μέριμνα, επιτροπεία ή δικαστική συμπαράσταση ενόσω διαρκούν αυτές οι καταστάσεις.

 
Χρύσα Τσιώτση, Δικηγόρος 
 
LL.M in Information Technology and Telecommunications Law 
 
University of Strathclyde in Glasgow- U.K