Πώς να συντάξετε μια διαθήκη

Όλα τα είδη και οι λεπτομέρειες

Διαθήκη, ή "διάταξη τελευταίας βουλήσεως" ή "τελευταία διάταξη" είναι το έγγραφο εκείνο με το οποίο ο άνθρωπος προσδιορίζει ο ίδιος κληρονόμους του.  Οι κληρονόμοι του διαθέτη πρέπει να προσδιορίζονται συγκεκριμένα και εάν υφίσταται διάταξη υπέρ αόριστου προσώπου ώστε ο προσδιορισμός του είναι αδύνατος , τότε αυτή η διάταξη είναι άκυρη.

Η διαθήκη συντάσσεται αυτοπροσώπως από τον διαθέτη. Περισσότερα πρόσωπα δεν μπορούν να συντάξουν διαθήκη με την ίδια πράξη.

Τα έννομα αποτελέσματα της διαθήκης παράγονται μόνο μετά το θάνατο του διαθέτη και η διαθήκη προκειμένου να είναι έγκυρη ακολουθεί ορισμένους τύπους, δηλαδή γνωρίσματα από τα οποία διέπεται κάθε είδος διαθήκης, καθώς και μικρότερες πανηγυρικές διατυπώσεις, που αποτελούν στοιχεία του συγκεκριμένου είδους.

Για να είναι η διαθήκη έγκυρη πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με έναν από τους τύπους που ορίζονται στο νόμο. Ειδικότερα, προβλέπονται από τον Αστικό Κώδικά τρεις τακτικοί τύποι σύνταξης διαθήκης, 1) η ιδιόγραφη,  2) η δημόσια και 3) η μυστική, καθώς και τύποι έκτακτων διαθηκών.


Ιδιόγραφη Διαθήκη

Ιδιόγραφη διαθήκη είναι αυτή που γράφεται ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη, χρονολογείται και υπογράφεται από αυτόν. Δεν απαιτεί πανηγυρικές διαδικασίες, δεν μαθαίνουν τρίτοι ούτε την ύπαρξη, αλλά ούτε και το περιεχόμενό της και μπορεί να τροποποιηθεί ανά πάσα στιγμή που διαθέτης πιστεύει ότι η τελευταία του βούληση άλλαξε. Θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη οι αλλαγές του νόμου όσον αφορά τις ιδιόγραφες διαθήκες και για τις αλλαγές αυτές, μπορείτε να διαβάσετε εκ νέου για τα σημεία που αξίζει κανείς να προσέξει στις ιδιόγραφες διαθήκες.

Δημόσια Διαθήκη

Η δημόσια διαθήκη συντάσσεται με τη δήλωση της τελευταίας βούλησης του διαθέτη ενώπιον συμβολαιογράφου και τριών (3) μαρτύρων ή ενώπιον δύο συμβολαιογράφων και ενός μάρτυρα.

Με τη σύνταξη δημόσιας διαθήκης μπορούν να συντάξουν διαθήκη και πρόσωπα που δεν μπορούν να γράψουν και υπογράψουν, αποτρέπεται ο κίνδυνος κλοπής από τρίτους ή απώλειας της διαθήκης και βέβαια περιορίζεται ο κίνδυνος να ακυρωθεί η διαθήκη λόγω πλημμελών διατυπώσεων ή ελλείψεως πανηγυρικών τύπων της διαθήκης.

Η δημόσια διαθήκη, παρουσιάζει μειονεκτήματα σε  σύγκριση με την ιδιόγραφη. Συγκεκριμένα, η παράβαση κάποιας από τις  τυπικές διατυπώσεις που προϋποθέτει ο νόμος προκαλεί ακυρότητα της διαθήκης, ακόμη και αν η δήλωση βουλήσεως αυτή καθεαυτή δεν έχει κανένα ελάττωμα.

Παράλληλα, οι μάρτυρες που απαιτούνται για την διαδικασία της Δημόσιας Διαθήκης και το γεγονός ότι πληροφορούνται εκ των πραγμάτων το περιεχόμενο της διαθήκης είναι ένα στοιχείο που μπορεί να αποτρέψει πολλούς από το να επιλέξουν αυτόν τον τύπο διαθήκης. Βέβαια οι μάρτυρες ορκίζονται ότι θα τηρήσουν μυστικό το περιεχόμενο της διαθήκης, αλλά  η παράλειψη αυτής της διατυπώσεως δεν επιφέρει ακυρότητα της διαθήκης.


Μυστική Διαθήκη

Η μυστική διαθήκη αποτελεί ένα ενδιάμεσο τύπο μεταξύ της ιδιόγραφης και της δημόσιας διαθήκης. Ο διαθέτης συντάσσει έγγραφο που περιέχει την τελευταία του βούληση και  εν συνεχεία παραδίδει ο ίδιος το έγγραφο αυτό σε συμβολαιογράφο, ενώπιον τριών μαρτύρων ή ενώπιον δύο συμβολαιογράφων και ενός μάρτυρα, δηλώνοντας ότι το έγγραφο αυτό περιέχει την τελευταία του βούληση.

Η μυστική διαθήκη μπορεί να θεωρηθεί άκυρη λόγω πλημμελών ή ελλιπών διατυπώσεων. Αν η μυστική διαθήκη ακυρωθεί για κάποιο ελάττωμα της συμβολαιογραφικής πράξης,  θα ισχύει ως ιδιόγραφη, αν φυσικά είναι έγκυρη ως ιδιόγραφη διαθήκη.

Γενικότερα, θα πρέπει να προσέχουμε ιδιαίτερα τις τακτικές διαθήκες, καθότι αυτές οι διαθήκες μπορούν να ακυρωθούν είτε λόγω έλλειψης τυπικών προϋποθέσεων και πανηγυρικών διατυπώσεων είτε λόγω πλημμέλειας της συμβολαιογραφικής πράξης.


Έκτακτες Διαθήκες

Οι έκτακτες διαθήκες είναι δημόσιες διαθήκες που συντάσσονται από πρόσωπα που βρίσκονται κάτω από εξαιρετικές συνθήκες  και ως εκ τούτου δεν μπορούν να συντάξουν δημόσια ή μυστική διαθήκη. Η έκτακτη διαθήκη θεωρείται ότι δεν συντάχθηκε, εάν περάσουν τρεις μήνες αφότου έπαψαν για το διαθέτη οι συνθήκες που επιτρέπουν τη σύνταξή της και ο διαθέτης ζει ακόμη.

Αυτό συμβαίνει επειδή ο τύπος αυτών των διαθηκών έχει ορισθεί μόνο για έκτακτες περιστάσεις και ως εκ τούτου θα πρέπει η ισχύς τέτοιου τύπου διαθηκών να παύει όταν παύουν αυτές οι έκτακτες περιστάσεις.  Εκείνος που συντάσσει έκτακτη διαθήκη, υπενθυμίζει στο διαθέτη ότι η ισχύς της διαρκεί 3 μήνες, αλλά η παράλειψη αυτής της διατύπωσης, επιφέρει ακυρότητα της διαθήκης.

Τα τρία είδη εκτάκτων διαθηκών είναι:

Η διαθήκη σε πλοίο, που συντάσσεται από όποιον βρίσκεται σε ελληνικό πλοίο όσο διαρκεί το θαλασσινό ταξίδι (π.χ σε περίπτωση θαλασσοταραχής, ο ναυτικός συντάσσει έκτακτη διαθήκη). Η σύνταξη διαθήκης κατά τη διάρκεια θαλασσινού ταξιδιού αναφέρεται στο ημερολόγιο του πλοίου.

Η διαθήκη σε εκστρατεία ή στρατιωτική διαθήκη συντάσσεται σε περίπτωση εκστρατείας, αποκλεισμού, πολιορκίας ή αιχμαλωσίας. Επίσης, υπάρχει η διαθήκη των αποκλεισμένων, είτε επειδή έπεσε αρρώστια στον τόπο όπου διαμένουν, είτε επειδή συντρέχουν άλλες έκτακτες περιστάσεις.

Υπάρχει, βέβαια, και η εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή, η οποία λαμβάνει χώρα όταν ο κληρονομούμενος δεν έχει αφήσει διαθήκη. Στην Ελλάδα είναι και η συνηθέστερη μορφή κληρονομικής διαδοχής.

Σε αυτό το είδος κληρονομικής διαδοχής, έχουμε τη λεγόμενη διαδοχή τάξεων, ήτοι τις διάφορες κατηγορίες κληρονόμων που καλούνται επί της κληρονομιάς.

Η πρώτη τάξη αποτελείται από τους κατιόντες (τέκνα) του κληρονομουμένου. Τα τέκνα κληρονομούν ισομερώς.

Η δεύτερη τάξη αποτελείται από τους γονείς του κληρονομουμένου, τους αδελφούς, τέκνα και εγγονοί αδελφών που έχουν αποβιώσει πριν τον κληρονομούμενο.

Η τρίτη τάξη περιλαμβάνει παππούδες και γιαγιάδες του κληρονομουμένου και από τους κατιόντες αυτών, καλούνται στην κληρονομιά τα τέκνα και οι εγγονοί.

Η τέταρτη τάξη περιλαμβάνει τους προπαππούδες και τις προγιαγιάδες του κληρονομουμένου

Όσον αφορά την πέμπτη τάξη, αυτή έχει προβλεφθεί σε περίπτωση που δεν υπάρχουν συγγενείς της πρώτης, δεύτερης, τρίτης ή τέταρτης τάξης, οπότε τότε ο σύζυγος που επιζεί καλείται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος σε ολόκληρη την κληρονομία.

Εάν κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου δεν υπάρχει ούτε συγγενής ούτε σύζυγος, τότε καλείται  στην έκτη τάξη, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος το Δημόσιο.

Όσο για το σύζυγο που επιζεί καλείται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος με τους συγγενείς της πρώτης τάξης (ήτοι τα παιδιά του κληρονομουμένου) είτε στο ¼ της κληρονομιάς και  εφόσον δεν υπάρχουν παιδιά, καλείται με τους συγγενείς των άλλων τάξεων στο ήμισυ της κληρονομιάς.

Ανεξάρτητα από την τάξη στην οποία καλείται  ο σύζυγος, παίρνει ως εξαίρετο, έπιπλα, σκεύη, ενδύματα και άλλα οικιακά είδη που χρησιμοποιούσε είτε μόνο ο κληρονομούμενος είτε αμφότεροι οι σύζυγοι. Εφόσον υπάρχουν παιδιά, λαμβάνονται υπόψη και οι ανάγκες των παιδιών όσον αφορά τα οικιακά είδη, έπιπλα και άλλα. 

Χρύσα Τσιώτση 
 
Δικηγόρος 
 
LL.M in Information Technology and Telecommunications Law 
 
University of Strathclyde in Glasgow- U.K 

[email protected]