Κάπνισμα: Ένα…στοίχημα πολιτικής σταδιοδρομίας

“Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω, κάτω από οποιαδήποτε πίεση”. Με αυτόν τον κατηγορηματικό τρόπο, ο οποίος δεν άφηνε κανένα περιθώριο αμφισβήτησης, ο πρώην υπουργός Υγείας και νυν υπουργός Εθνικής Άμυνας, Δημήτρης Αβραμόπουλος, δηλώνε ότι ο ψηφισθείς αντικαπνιστικός νόμος θα εφαρμοστεί απαρέγκλιτα.

Όλα αυτά το 2009.

Το μέτρο στην πράξη έγινε τελικά μια μορφή ανεκδότου για τις παρέες, εν ώρα διασκέδασης, μεταξύ ενός λαϊκού άσματος ή μιας ευφάνταστης χορευτικής φιγούρας και ενός ποτηριού αλκοόλ σε κάποιο από τα αμέτρητα κέντρα διασκέδασης της χώρας.

Η προσπάθεια βέβαια για απαγόρευση του καπνίσματος στους χώρους εστίασης δεν ήταν καινούργια. Παλαιότερα, το 2002, ο υπουργός Υγείας τότε, Κώστας Στεφανής είχε προσπαθήσει να βάλει κι εκείνος όρια στη βλαβερή συνήθεια αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Με τη σειρά της η Μ. Ξενογιαννακοπούλου προσπάθησε να περιορίσει την κακή συνήθεια -επαναφέροντας το νόμο επί θητείας της.

Για κάποιους, ίσως να μοιάζει με στοίχημα επιτυχίας υπουργού Υγείας, το οποίο σίγουρα είναι ένα σοβαρό ζήτημα και απαραίτητο να αντιμετωπιστεί. Συνήθως όμως οι υπουργικές αποφάσεις και οι σχετικές εγκύκλιοι παραμένουν ανεφάρμοστες επ 'αόριστον.

Η επαναφορά του αντικαπνιστικού

Μέχρι τουλάχιστον να έρθει ο διάδοχος υπουργός και να επαναφέρει τον ισχύοντα, πλην όμως ανενεργό νόμο. Τελευταίος στη σειρά ήταν ο Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος με σχετική εγκύκλιο αποφάσισε ενόψει εορτών να επαναφέρει την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου.

Στην πράξη όμως η εφαρμογή του δείχνει να παρουσιάζει αρκετά κενά.

Ζέτα Μακρή: Ελπίζουμε στην εφαρμογή του νόμου χωρίς ακρότητες

“Ελπίζουμε ότι αυτή τη φορά θα εφαρμοστεί. Εξαρτάται από την πολιτεία η εφαρμογή του νόμου για το κάπνισμα και αυτό μας κάνει αισιόδοξους”, τονίζει στο news.gr, η υφυπουργός Υγείας, Ζέτα Μακρή.

Όπως αναφέρει η υφυπουργός, οι Έλληνες δεν είναι παράνομοι εκ πεποιθήσεως. “Δεν είμαστε παραβατικός λαός και θα προσαρμοστούμε. Ο ελληνικός λαός ξέρει να δίνει λαμπρά δείγματα - σε κάθε αφορμή”, συμπληρώνει η κυρία Μακρή.

Η υφυπουργός εκφράζει την επιθυμία της να μην χρειαστεί η επιβολή προστίμων. “Ελπίζω να μην υπάρξουν πρόστιμα, καθώς ο σκοπός μας δεν είναι να μαζέψουμε χρήματα. Οι δήμοι δεν έχουν δημοτική αστυνομία αυτή τη στιγμή και έτσι το ρόλο του ελεγκτή θα κληθούν να αναλάβουν οι επόπτες δημόσιας υγείας. Όταν ολοκληρωθεί η διαθεσιμότητα και επιστρέψουν δημοτικοί αστυνομικοί, τότε θα ανατεθεί εκ νέου στους δήμους η αρμοδιότητα ελέγχου και βεβαίωσης παραβάσεων”, σημειώνει η κυρία Μακρή.

Στο ερώτημα αν θα απασχοληθεί η αστυνομία για τον έλεγχο στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος ή στα κέντρα διασκέδασης, απαντά ότι “δεν επαρκούν οι αστυνομικοί και δεν μπορούμε να τους αποσπάσουμε από τα καθήκοντα τους. Είναι ζήτημα ενός μήνα η αποκατάσταση του έμψυχου δυναμικού στη δημοτική αστυνομία. Η αίσθηση που έχω πάντως είναι ότι θα εφαρμοστεί ο νόμος και η αστυνόμευση θα είναι μάλλον περιττή”.

Χαρακτηρίζει θέμα πολιτικής βούλησης την εφαρμογή της νομοθεσίας για το συγκεκριμένο ζήτημα, ενώ πιστεύει πως η απουσία της είναι και ο λόγος που δεν εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα. “Δούλεψαν πολύ καλά οι προκάτοχοί μας και έμεινε σε εμάς να διευθετήσουμε το θέμα του καπνίσματος. Με το καινούργιο έτος θα ξεκινήσει και ενημέρωση στα σχολεία. Στόχος μας σε κάθε περίπτωση είναι και να ενημερώσουμε τον κόσμο, αλλά και να περιορίσουμε την ανεξέλεγκτη διάσταση του φαινομένου μακριά από ακρότητες”, συμπληρώνει η υφυπουργός.

Όπως χαρακτηριστικά λέει ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ελέγχου Κοινοχρήστων Χώρων του δήμου Αθηναίων, Γρηγόρης Συριανός, “πρέπει να υπάρχει ανακριτικός υπάλληλος για να μπει ο δήμος σε κάποιο κατάστημα και να πραγματοποιήσει έλεγχο ή να επιβληθεί πρόστιμο”.

Σύμφωνα με τον προϊστάμενο της υπηρεσίας, η οποία έχει σήμερα έχει αναλάβει τα καθήκοντα, με τα οποία ήταν κάποτε επιφορτισμένη η δημοτική αστυνομία, οι υπάλληλοι που απαρτίζουν την υπηρεσία είναι διοικητικοί και δεν έχουν εκτελεστικά καθήκοντα.

“Οι αρμοδιότητες ανήκουν στην Ελληνική Αστυνομία. Υπάρχει μια αοριστία στο νόμο και στην εγκύκλιο, για την εφαρμογή της οποίας θα έπρεπε να ενδιαφερθεί το υπουργείο Εσωτερικών. 'Ηδη έχω συντάξει έγγραφο για να γίνει διάκριση αρμοδιοτήτων με βάση τα νέα δεδομένα μεταξύ δήμου και ΕΛΑΣ. Όπως αντιλαμβάνεστε, ένας διοικητικός υπάλληλος δεν μπορεί να αφαιρεί πινακίδες, να ζητήσει την άδεια σε τροχονομικό έλεγχο ή να επιβάλει πρόστιμο για το κάπνισμα, όπως έκανε κάποτε η διοικητική αστυνομία”, σημειώνει χαρακτηριστικά ο προϊστάμενος της δημοτικής υπηρεσίας.

"Οι υπάλληλοι του δήμου δεν μπορούν να επιβάλλουν πρόστιμα φορώντας πολιτικά"

Ο κύριος Συριανός υποστηρίζει ότι οι υπάλληλοι του τμήματος του δεν δικαιούνται να κάνουν κάτι τέτοιο, φορώντας πολιτικά. “Τουλάχιστον η δημοτική αστυνομία έφερε διακριτικά. Έτσι, αυτή τη στιγμή αναμένω διευκρινιστική εγκύκλιο αρμοδιοτήτων από το υπουργείο Εσωτερικών. Περί καπνίσματος πάντως δεν γνωρίζουμε τίποτα. Ζητήσαμε να επιστρέψουν 250 δημοτικοί αστυνομικοί από τα δύο συναρμόδια υπουργεία – Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Εσωτερικών - με επιστολή δημάρχου, καθώς το πλήθος καθηκόντων είναι αρκετά διευρυμένο τη στιγμή που μιλάμε για την πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους”, συμπληρώνει ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ελέγχου.

Όπως εξηγεί, η έλλειψη προσωπικού αυτή τη στιγμή είναι τέτοια, καθώς 14 άτομα καλούνται να βεβαιώσουν παραβάσεις για παράνομη στάθμευση στα όρια του δήμου Αθηναίων, να ελέγξουν τα όρια τοποθέτησης τραπεζοκαθισμάτων αλλά και αμέτρητων άλλων παραβάσεων στο μεγαλύτερο δήμο της χώρας. “Οι ενεργοί υπάλληλοι της υπηρεσίας αυτή τη στιγμή, δεδομένων των μακροχρόνιων και άνευ αποδοχών αδειών, είναι 62, εκ των οποίων οι 15 βρίσκονται στα γραφεία για διεκπεραιώσεις υποθέσεων, ενώ μόνο 13 - 14 άτομα είναι αυτά που κυκλοφορούν στους δρόμους - βεβαιώνοντας παραβάσεις”.

Από την πλευρά του, ο αντιδήμαρχος Καθημερινότητας με αρμοδιότητα και του Τμήματος Επικοινωνίας των Πολιτών στο δήμο Αθηναίων, Γιώργος Αποστολόπουλος, τονίζει ότι όλα είναι ζήτημα παιδείας. “Ο κόσμος δεν έχει συνείδηση του τι πρέπει να κάνει. Συμφωνώ με μία τέτοια κίνηση ως προς τη σκέψη, αλλά απορώ για τον τρόπο με τον οποίο θα εφαρμοστεί. Είναι κάτι που με τη νοοτροπία των μηχανισμών και του Έλληνα πολίτη είναι δύσκολα εφαρμόσιμο”, σχολιάζει ο κύριος Αποστολόπουλος. “Με τον ελάχιστο αριθμό ατόμων που υπάρχουν μπορούμε με το ζόρι να ελέγξουμε την παράνομη στάθμευση, πώς λοιπόν να ελέγξουμε το κάπνισμα”. Επίσης, όπως υποστηρίζει, μέχρι αυτή τη στιγμή η αρμοδιότητα ελέγχου του καπνίσματος δεν έχει ανατεθεί σε αρμόδιο αντιδήμαρχο. “Σύμφωνα με την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η οποία ορίζει τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Ελέγχου Κοινοχρήστων Χώρων που ελέγχει τραπεζοκαθίσματα και κλήσεις, δεν υπάγεται η αρμοδιότητα αυτή στη συγκεκριμένη υπηρεσία και είναι αρμοδιότητα της Αστυνομίας. Από τη στιγμή που μεταφέρθηκαν οι αρμοδιότητες της δημοτικής αστυνομίας στην ΕΛΑΣ, δεν εναπόκειται στους δήμους αυτή η υποχρέωση. Για όλα αυτά έχει συναρμοδιότητα και η αστυνομία, ενώ οι δήμοι χρειάζονται περισσότερο προσωπικό αλλά και περισσότερες αρμοδιότητες”.

Σημειώνει μάλιστα ότι με τη συγκεκριμένη εγκύκλιο φαίνεται η αντίφαση στο εσωτερικό της κυβέρνησης που ανακινεί θέματα που είναι σημαντικά, χωρίς να υπάρχει και ο αποτελεσματικός μηχανισμός για να ελέγξει την εφαρμογή τους.

“Για τη μη εφαρμογή του νόμου ευθύνεται η ολιγωρία συγκεκριμένης πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας”

Σχολιάζοντας την αποτυχία εφαρμογής της νομοθεσίας για το κάπνισμα στην Ελλάδα, ο πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για το κάπνισμα και αναπληρωτής καθηγητής του Harvard, Παναγιώτης Μπεχράκης, αναφέρει ότι “η μη εφαρμογή του νόμου στην Ελλάδα οφείλεται στην ολιγωρία συγκεκριμένης πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, που επέλεξε να παγώσει τους σχετικούς ελέγχους”. Τονίζει επίσης, ότι το ελληνικό κοινό είναι εξοργισμένο σε ποσοστό που ξεπερνά το 70% - επικαλούμενος πρόσφατη δημοσκοπική έρευνα της KAPΡA RESEARCH – για τη μη εφαρμογή του νόμου, ιδίως στους χώρους εστίασης και διασκέδασης.

Όπως υποστηρίζει ο κύριος Μπεχράκης, ο κόσμος επιθυμεί να σταματήσει το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους. “Είναι ευτύχημα ότι ο σημερινός υπουργός Υγείας, αποφάσισε να δώσει τέλος στην παραδοσιακή εξάρτηση του ελληνικού κράτους από τα συμφέροντα του καπνεμπορίου και να σταματήσει τη θυσία της δημόσιας υγείας στα οικονομικά συμφέροντα του χώρου αυτού”.

 

Συνεχίζει λέγοντας πως ότι έχει εφαρμοστεί σε όλη την Ευρώπη, είναι εφαρμόσιμο και στην Ελλάδα, “η οποία δεν είναι δυνατόν να οδηγηθεί σε Ευρωπαϊκή Προεδρία με αναχρονιστικές πρακτικές. Είναι θέμα πολιτικής βούλησης και μόνο”.

Όπως λέει το σύστημα Υγείας επιβαρύνεται με πάνω από 1,5 δισ το χρόνο από τις συνέπειες του καπνίσματος.

“Μην ξεχνάτε ότι οι Έλληνες φοιτητές έχουν υψώσει πανευρωπαϊκά τη φωνή τους με 10.500 υπογραφές που μαζεύτηκαν σε πέντε ημέρες και ζητούν την προστασία από το παθητικό κάπνισμα ως ζήτημα εφαρμογής ανθρωπίνων δικαιωμάτων", συμπληρώνει.

Απαντώντας στις αιτιάσεις όσων υποστηρίζουν ότι υπάρχουν βραχυπρόθεσμα και ίσως πιο σοβαρά προβλήματα προς αντιμετώπιση ο αναπληρωτής καθηγητής του Harvard σημειώνει: “Αναμφίβολα υπάρχουν και άλλα προβλήματα που ταλανίζουν τη σημερινή κοινωνία, αλλά επειδή ποτέ στην Ελλάδα δεν πρόκειται να μην υπάρχουν τέτοια προβλήματα, όπως το οικονομικό σήμερα, το εκτελεστικό χθες, το σκοπιανό αύριο και οι εκλογές κάποια άλλη φορά, δεν μπορεί να υπάρχει δικαιολογία για να θυσιάζουμε τη δημόσια υγεία στο βωμό του καπνεμπορίου”.

Στις φωνές των καταστηματαρχών ο κύριος Μπεχράκης απαντάει ότι η εισήγησή τους για απελευθέρωση σημαίνει θυσία της δημόσιας υγείας υπέρ των οικονομικών συμφερόντων. “Με την ίδια λογική κι εγώ θα πρέπει να πω 'καπνίζετε για να αρρωσταίνετε', και να έχω πιο πολλούς ασθενείς, ως πνευμονολόγος. Αυτή είναι η κοινωνία που θέλουμε; Οι καταστηματάρχες έχουν επιτρέψει το κάπνισμα, καθώς θα έπρεπε να έχουν τις ταμπέλες που απαγορεύουν το κάπνισμα στα μαγαζιά τους και να αφαιρέσουν τα τασάκια”, καταλήγει ο καθηγητής.

Οι καταστηματάρχες στυλώνουν τα πόδια

Παρόλ' αυτά η πλευρά των επιχειρηματιών της εστίασης φαίνεται να στυλώνει για μία ακόμα φορά τα πόδια στη συγκεκριμένη απαγόρευση. “Το μόνο καλό είναι τα πρόστιμα που έβαλε η κυβέρνηση. Εμείς πεθαίνουμε και αυτοί μας ρίχνουν πρόστιμα. Ξαφνικά εκεί που κοιμάται ο υπουργός, ξυπνάει και αποφασίζει να επαναφέρει το νόμο για το κάπνισμα”, λέει ο  πρόεδρος της ΄Ενωσης Εστιατόρων και Συναφών Επαγγελμάτων, Γιάννης Τσάκος. Εμφανίζεται έντονα επικριτικός λέγοντας ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να μεταφέρει στους επαγγελματίες την ευθύνη να προστατέψουν την υγεία του κόσμου

“Όταν μπαίνει ο κόσμος επιθυμεί να είναι ανενόχλητος. Δεν μπορώ να διαπληκτιστώ μαζί του. Αρκεί να σας πω ότι μέσα στο 2011 4.000 καταστήματα έβαλαν λουκέτο στο λεκανοπέδιο”, συνεχίζει.

“Παλαιότερα είχα πει ότι αν συνεχίσουν αυτή την τακτική εναντίον του εστιατορίου, στην επόμενη πενταετία δεν θα υπάρχουν ούτε τα μισά εστιατόρια, κάτι που είναι πολύ κοντά στο να συμβεί”, αναφέρει μεταξύ άλλων ο πρόεδρος των εστιατόρων.

“Όταν μια επιχείρηση πνίγεται λόγω έλλειψης πελατών, η κυβέρνηση επιβάλλει πρόστιμα. Πρόστιμα από το υπουργείο εργασίας, το ΤΕΒΕ, το ΙΚΑ, το δήμο, τον αντικαπνιστικό νόμο. Πώς θα μας βοηθήσουν όταν είμαστε συνυφασμένοι με τον τουρισμό και προσπαθούμε να επιβιώσουμε; Οι τουρίστες λένε ότι έχουμε την πιο γευστική κουζίνα, αλλά ουδείς το υπολογίζει αυτό”.

Ο ίδιος προτείνει να έχει την απόλυτη ευθύνη ο πελάτης που καπνίζει. Αυτός, στον οποίο κάνει την οποιαδήποτε δυνατή προσφορά για να ξαναέρθει, όπως λέει. “Οι κυβερνώντες δεν κατεβαίνουν στην κοινωνία για να δουν τι γίνεται. Χθες στην Πειραϊκή πάνω από 30 μαγαζιά που βρίσκονται στην περιοχή δεν μετρούσαν πάνω από 10 πελάτες. (10 τραπέζια), κάτι που συμβαίνει σε καθημερινή βάση”.

Ο κύριος Τσάκος εκφράζει την πεποίθηση ότι για μία ακόμα φορά ο νόμος δεν θα εφαρμοστεί. “Δεν μπορώ εγώ να βγάλω τον πελάτη στην πόρτα, να καπνίσει μέσα στο κρύο. Θα μπορούσε όμως, το αρμόδιο υπουργείο να επιβάλει την τοποθέτηση σύγχρονου εξαερισμού στα καταστήματα, οι οποίοι είναι άκρως αποτελεσματικοί”. 

Αυτό που μένει είναι να αποδειχθεί ότι η πρόθεση ενός ακόμα υπουργού Υγείας να βάλει φρένο στην ενοχλητική συνήθεια, απαλλάσσοντας τους παθητικούς καπνιστές από την υποχρέωση να καπνίζουν κι εκείνοι, μπορεί να εφαρμοστεί και στην πράξη. Με δεδομένες τις παλαιότερες αποτυχημένες προσπάθειες, θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για το στοίχημα πολιτικής σταδιοδρομίας του εκάστοτε υπουργού Υγείας. Ένα στοίχημα, το οποίο εν μέσω αντιδράσεων από τους ενδιαφερόμενους, προσπαθειών επιβολής από τους ιθύνοντες της Υγείας και αμέτρητων ωρών επιχειρηματολογίας εκατέρωθεν, συνεχίζει μέχρι και σήμερα να παραμένει μια διάταξη ενταγμένη στα όρια της ανεκδοτολογίας.