Καλύτερα λίγο αλκοόλ παρά καθόλου!

Η κατανάλωση αλκοόλ με μέτρο είναι πολύ καλύτερη από την μηδενική κατανάλωση αλκοόλ, προκύπτει από νέα επιστημονική μελέτη που έρχεται να επιβεβαιώσει πορίσματα παλαιότερων ερευνών.

Όπως διαπιστώθηκε, η ήπια κατανάλωση αλκοόλ βοηθά στην καρδιά και προλαμβάνει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.

Οι ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ευρωπαϊκό καρδιολογικό περιοδικό "European Heart Journal", όρισαν ως μερίδα ένα ποτό που περιέχει 14 γραμμάρια αλκοόλ, το οποίο ισοδυναμεί με περίπου ένα μικρό ποτήρι κρασιού (125 ml), περίπου δύο τρίτα ενός μπουκαλιού μπύρας ή λιγότερο από μια τυπική μερίδα ουίσκι ή βότκα.

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως όσοι άνδρες πίνουν έως επτά μερίδες ποτού την εβδομάδα από τη νεαρή έως την μέση ηλικία, έχουν κατά μέσο όρο 20% μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας στο μέλλον, σε σχέση με τους ανθρώπους που δεν πίνουν καθόλου. Η αντίστοιχη μείωση κινδύνου για τις γυναίκες, που πίνουν επίσης έως επτά ποτά την εβδομάδα, είναι κάπως μικρότερη (16%).

Όσοι ήταν "γερά ποτήρια" στο παρελθόν αλλά το έχουν πλέον σταματήσει εμφάνισαν τον μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας, με αύξηση κινδύνου 19% για τους άνδρες και 17% για τις γυναίκες, σε σχέση με όσους απέχουν τελείως από το αλκοόλ.

Το αξιοσημείωτο, σύμφωνα με την μελέτη, είναι ότι όσοι -άνδρες και γυναίκες- πίνουν πάνω από 14 ποτά την εβδομάδα, έχουν τον ίδιο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας με όσους δεν πίνουν καθόλου, ενώ και οι δύο αυτές κατηγορίες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο έναντι όσων πίνουν έως επτά ποτά. Όμως, όσοι πίνουν πολύ, πάνω από 21 ποτά την εβδομάδα, έχουν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από οποιαδήποτε αιτία (47% παραπάνω οι άνδρες και 89% οι γυναίκες).

Πάνω από 23 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια, μια πάθηση κατά την οποία η καρδιά δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει σωστά ως αντλία, επιτρέποντας την ομαλή κυκλοφορία του αίματος στο σώμα. Η πιο κοινή αιτία για τη νόσο είναι κάποια βλάβη στον μυ της καρδιάς, π.χ. λόγω εμφράγματος. Η υψηλή αρτηριακή πίεση, η καρδιομυοπάθεια, τα προβλήματα σε κάποια βαλβίδα, η καρδιακή αρρυθμία, η λοίμωξη από ιό, η κατανάλωση υπερβολικού αλκοόλ ή ναρκωτικών κ.α. μπορούν να συμβάλουν στην εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας.