Financial Times: Αγωνία. Ο Τσίπρας θα βγει Τρότσκι ή Ολάντ;

Η Ελλάδα “πρέπει να αφήσει πίσω της τις πελατειακές σχέσεις και τη διαφθορά, αν θέλει κάποτε να ευημερήσει”, τονίζει σε άρθρο του στους Financial Times ο αναλυτής Τόνι Μπάρμπερ, κάνοντας εκτενή αναφορά στις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών.

Αναφερόμενος στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, ο Μπάρμπερ επισημαίνει πως αυτό που απασχολεί τους εταίρους της Ελλάδας στην Ευρωζώνη είναι “αν ο κ. Τσίπρας θα αντικαταστήσει τον κ. Σαμαρά στη θέση του πρωθυπουργού – και, εφόσον γίνει αυτό, αν θα τους εξοργίσει συμπεριφερόμενος σαν τον Λέοντα Τρότσκι, τον μπολσεβίκο που επέμενε στην αποκήρυξη του εξωτερικού χρέους της τσαρικής Ρωσίας, ή θα τους κατευνάσει μιμούμενος τον Φρανσουά Ολάντ, τον Γάλλο πρόεδρο του οποίου η κυβέρνηση μαζεύει τα σοσιαλιστικά της συνθήματα σαν φθινοπωρινά φύλλα”.

Και μπορεί, όπως σημειώνει ο αρθρογράφος, το σενάριο της ανάληψης της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ να δείχνει γεμάτο κινδύνους, όμως κάποια από αυτά που υποστηρίζει αντανακλούν τις απόψεις αρκετών οικονομολόγων. “Είναι κοινή λογική ότι η Αθήνα δε θα αποπληρώσει ποτέ όλα της τα χρέη”, σχολιάζει, προσθέτοντας ότι μπορεί οι δανειστές της χώρας να της παρέχουν χαμηλά επιτόκια και μεγάλη επιμήκυνση αποπληρωμής, όμως μία μερική διαγραφή χρέους θα μπορούσε να βοηθήσει στην προσέλκυση ξένων επενδυτών και θα έδινε ανάσα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Αντίθετα, το “ανόητο” (όπως το χαρακτηρίζει) μέρος του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η αύξηση των δημοσίων δαπανών και η διάλυση των προσπαθειών των δανειστών να καταστήσουν το κράτος αποδοτικό για πρώτη φορά στα 182 χρόνια ανεξαρτησίας της χώρας.

“Αυτές οι πολιτικές κάνουν τον κ. Τσίπρα να μοιάζει λιγότερο με τολμηρό εξτρεμιστή (αν και ήταν κομμουνιστής στα νιάτα του) παρά με μία εκδοχή του Ανδρέα Παπανδρέου στον 21ο αιώνα”, υποστηρίζει.

Κλείνοντας, ο Μπάρμπερ σημειώνει πως αυτό που θα πρέπει να ανησυχεί τους ηγέτες και τους επενδυτές στην Ευρώπη δεν είναι οι αριθμοί στο ελληνικό κοινοβούλιο, αλλά  το “αν η Ελλάδα έχει την επιθυμία και την ικανότητα να συνεχίσει την επιμελή εκσυγχρονιστική προσπάθεια που ξεκίνησε το 2010, ή αν θα διατηρήσει τις παλιές δομές των πελατειακών σχέσεων, της διαφθοράς και της ολιγαρχίας, υπό το μανδύα της υποταγής σε ξένους ηγεμόνες”.