Υπέρ πάντων συμφωνία στις 15 Ιουνίου: Δε θα φτάσει στα άκρα ο Τσίπρας

Υπέρ πάντων συμφωνία στις 15 Ιουνίου: Δε θα φτάσει στα άκρα ο Τσίπρας

Σόιμπλε, ΔΝΤ και ESM έχουν ήδη στα σκαριά συμφωνία για το χρέος

Τρεις βδομάδες που θα κρίνουν αν η Ελληνική κυβέρνηση θα πάρει τώρα μια κάποια ρητή δέσμευση για συγκεκριμένη ελάφρυνση του Ελληνικού χρέους μετά το 2018 και το τέλος του προγράμματος. Οι τελευταίες εξελίξεις θέλουν τον... Κόνδορα της ακεραιότητας του χρέους, Β. Σόιμπλε να βρίσκεται πλέον κοντά στο ΔΝΤ και να κερδίζει μια λύση που θα εξασφαλίζει την ουσιαστική επικράτηση της σκληρής γραμμής του - τουλάχιστον μέχρι τις Γερμανικές εκλογές.

Σύμφωνα με την επικρατέστερη υπό συζήτηση λύση, το ΔΝΤ θα δηλώσει σύντομα ότι θα παραμείνει μεν στο τρέχον πρόγραμμα για την Ελλάδα, αλλά θα συμμετάσχει οικονομικά στο τέλος του, όταν θα υποβάλει την τελική του ανάλυση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

H λύση αυτή θα διασώσει το γόητρο τόσο του κ. Σόιμπλε όσο και του ΔΝΤ, αφού ο μεν υπουργός Οικονομικών θα μπορεί να παραπέμπει στην παραμονή του δεύτερου, ενώ το ΔΝΤ θα συμμετέχει χωρίς να καταβάλει χρήματα. Στην περίπτωση αυτή o Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ESM) θα κατέβαλε την τρίτη δόση στην Ελλάδα και τους επόμενους μήνες οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ θα προσπαθήσουν να διευθετήσουν τη διαμάχη για την ελάφρυνση του χρέους, ώστε τελικά ενδεχομένως να συμμετάσχει και οικονομικά το ΔΝΤ.

Ο Αλέξης Τσίπρας αναμένεται στο περιθώριο της συνέλευσης του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, να συναντηθεί με την Άγκελα Μέρκελ και τον Εμανουέλ Μακρόν, ενώ παράλληλα θα έχει και την πρώτη του επίσημη συνάντηση με τον Ντοναλντ Τράμπ. Ο πρωθυπουργός αναμένεται να εξαντλήσει εκεί όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης για το χρέος καθώς οι τρεις βδομάδες που απομένουν είναι λίγες και οι λύσεις που προτείνονται αυτή τη στιγμή για το Ελληνικό χρέος είναι μάλλον κακές.

Αβέβαιο πάντως παραμένει το τοπίο της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές καθώς δεν είναι ξεκάθαρο αν ο Αλέξης Τσίπρας είναι έτοιμος να υποχωρήσει στο ζήτημα του χρέους ή θα επιμείνει μέχρι τέλους ότι δε θα υλοποιήσει τα νέα  μέτρα μέχρι το 2022, αν δεν υπάρξει ρητή και πολύ συγκεκριμένη δέσμευση των πιστωτών ότι θα ελαφρύνουν το ελληνικό χρέος.

Τζανακόπουλος: Οπωσδήποτε συμφωνία στις 15 Ιουνίου

«Στις 15 Ιουνίου θα υπάρξει μία συμφωνία η οποία θα καλύπτει το σύνολο των εμπλεκόμενων πλευρών και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να πάμε σε μία κατάσταση κρίσης, καμία περίπτωση να χρειαστεί να καταφύγουμε σε πολιτικές λύσεις άλλου τύπου», δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό STAR και απαντώντας σε ερώτηση για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών.

«Ο στόχος στον οποίο δουλεύουμε όλοι είναι να υπάρξουν δοκιμαστικές έξοδοι στις αγορές, έτσι ώστε να προετοιμαστούμε διότι από τον Αύγουστο του 2018 θα πρέπει να αναχρηματοδοτούμε το χρέος μας από τις αγορές χρήματος», είπε ο κ. Τζανακόπουλος και προσέθεσε: «Αυτός είναι διακηρυγμένος στόχος και του τρέχοντος προγράμματος και του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων. Νομίζετε ότι η Ευρώπη θέλει να πάρει στις πλάτες της άλλο ένα πρόγραμμα διάσωσης; Θεωρείτε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει το πολιτικό κεφάλαιο στην Ευρώπη για να οδηγηθούμε σε μια νέα αποτυχία του ελληνικού προγράμματος; Σας λέω, λοιπόν ότι κανένας δεν δουλεύει προς αυτή τη κατεύθυνση».

Το χρονικό μιας τακτικής υποχώρησης

Το πρωί της Τετάρτης ο πρωθυπουργός άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να δεχθεί την πρόταση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που απέρριψε στο Eurogroup της 22ας Μαϊου ενώ το απόγευμα της ίδιας ημέρας επιτέθηκε στο ΔΝΤ και στους Ευρωπαίους που θέλουν και «την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο».

Το απόγευμα πάντως μιλώντας ενώπιον των μελών του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τόνισε: «Από τη δική μας μεριά κάναμε μια μεγάλη υποχώρηση. Δεχτήκαμε να νομοθετήσουμε την αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος για το 2019-2020 ώστε να καλυφθεί η μια από τις δύο προϋποθέσεις που θέτει το ΔΝΤ για τη συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα».

Και συμπλήρωσε ο κ. Τσίπρας: «Και ξέρετε βεβαίως ποια είναι η δεύτερη προϋπόθεση. Η ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Ο προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα υλοποιηθούν μετά τη λήξη του προγράμματος. Και τώρα είναι καθήκον της Ευρώπης να ικανοποιήσει αυτή τη συνθήκη. Διότι ήταν η ίδια η Ευρώπη, ή μάλλον κάποιοι από τους εταίρους μας, που απαιτούν τη συμμετοχή του Ταμείου. Και αυτή η συμμετοχή δεν μπορεί να είναι a’ la carte. Δεν μπορεί να λέμε δηλαδή ναι στις μεταρρυθμίσεις και στα μέτρα και όχι στο χρέος. Δεν γίνεται να θέλουμε και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο».

Το σενάριο που προκρίνουν Βερολίνο και ΔΝΤ για το ελληνικό ζήτημα και το οποίο φέρεται να απέρριψε η ελληνική πλευρά το βράδυ της Δευτέρας προβλέπει τα εξής: Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε δέχεται τη μερική εξειδίκευση πιθανών μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος -όπως την παράταση της ωρίμανσης των δανείων του EFSF κατά 15 χρόνια- με τη γνωστή στο μεταξύ επισήμανση ότι αυτά θα υλοποιηθούν το καλοκαίρι του 2018 και εφόσον κριθεί όντως αναγκαίο. Σε αντάλλαγμα το ΔΝΤ ανακοινώνει τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα, ικανοποιώντας έτσι το πάγιο αίτημα του Βερολίνου.

Το ΔΝΤ δέχεται μεν να συμμετάσχει, αλλά με τεχνική και όχι οικονομική υποστήριξη. Βάσει της προωθούμενης συμφωνίας (stand-by-arrangement) θα εκταμιεύσει χρήματα μόνον όταν θα έχει αποσαφηνιστεί το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους.

Δέσμευση έως το... 2060

Η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί ελάφρυνση χρέους από τις χώρες της Eυρωζώνης, εάν διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3% για 20 χρόνια, σύμφωνα με εμπιστευτικό έγγραφο του ESM, το οποίο περιήλθε στην κατοχή του πρακτορείου Reuters.

Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το πρακτορείο, το έγγραφο ετοιμάστηκε για το Eurogroup της περασμένης Δευτέρας, το οποίο ολοκληρώθηκε χωρίς συμφωνία λόγω των αποκλίσεων μεταξύ Ευρωζώνης και ΔΝΤ, στις υποθέσεις για τη μελλοντική ανάπτυξη και τα πλεονάσματα στην Ελλάδα.

Στο έγγραφο γίνεται λόγος για τρία σενάρια. Στο πρώτο σενάριο, η μελέτη του ESM υποθέτει ότι δεν θα χρειαστεί ελάφρυνση χρέους, εάν η Αθήνα διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον 3,5% έως το 2032 και πάνω από το 3% μέχρι το 2038.

Η ΕΚΤ, σύμφωνα με το Reuters, σημειώνει ότι μεγάλες περίοδοι υψηλών πλεονασμάτων δεν είναι πρωτοφανείς: Η Φινλανδία είχε πρωτογενές πλεόνασμα 5,7% την περίοδο 1998-2008 και η Δανία 5,3% από το 1983 έως το 2008.

Μια δεύτερη επιλογή, στο πλαίσιο του σεναρίου Α, θέλει την Ελλάδα να διασφαλίζει την ανώτατη δυνατή ελάφρυνση χρέους με βάση τη συμφωνία του Μαΐου του 2016.

Η Ελλάδα, συνεχίζει το Reuters, θα έπρεπε σε αυτήν την περίπτωση να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022, αλλά μετά θα μπορούσε να το μειώσει περίπου στο 2% μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και στο 1,5% έως το 2048, με το μέσο πλεόνασμα της περιόδου 2023-2060 να διαμορφώνεται στο 2,2%.

Το έγγραφο του ESM  αναφέρει ότι η ανώτατη δυνατή ελάφρυνση χρέους η οποία εξετάζεται, είναι μια επέκταση της μέσης σταθμισμένης ωρίμανσης των δανείων κατά 17,5 χρόνια από τα τρέχοντα 32,5 χρόνια, με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080.

Ο ESM θα μπορούσε επίσης να περιορίσει τις αποπληρωμές δανείων από την Αθήνα στο 0,4% του ελληνικού ΑΕΠ εώς το 2050, βάζοντας μέχρι την ίδια χρονιά ανώτατο όριο 1% στο επιτόκιο των δανείων.

Επιπλέον, ο ESM θα αγόραζε το 2019 τα 13 δισ. ευρώ που οφείλει η Ελλάδα στο ΔΝΤ, καθώς τα συγκεκριμένα δάνεια είναι πολύ ακριβότερα από εκείνα της Ευρωζώνης.

Βάσει του εγγράφου, οι παρεμβάσεις αυτές θα περιόριζαν τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας στο 13% έως το 2060, μειώνοντας τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ στο 65,4% το 2060, από περίπου 180% σήμερα.

Το δεύτερο σενάριο βασίζεται στις προβλέψεις του ΔΝΤ για μέση ανάπτυξη 1% και πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% από το 2023, μετά από πέντε χρόνια με πλεονάσματα 3,5%. Το σενάριο αυτό προβλέπει ότι το ελληνικό χρέος θα αυξάνεται από το 2022 και έπειτα, αγγίζοντας το 226% το 2060.

Οι ελληνικές τράπεζες θα έπρεπε σε αυτή την περίπτωση να ανακεφαλαιοποιηθούν και οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα διαμορφώνονταν, στα τέλη της δεκαετίας του 2020, πάνω από το «ταβάνι» του 15% του ΑΕΠ, -που έχουν υποσχεθεί οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης-, φθάνοντας άνω του 50% του ΑΕΠ το 2060.

Για να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ θα πρέπει η ευρωζώνη να δώσει στην Ελλάδα ελάφρυνση χρέους μεγαλύτερη από αυτή που προσφέρθηκε το 2016, κάτι όμως που απορρίπτουν οι υπουργοί οικονομικών της ευρωζώνης.

Τον Μάιο του 2016 η ευρωζώνη υποσχέθηκε στην Ελλάδα να επεκτείνει τις λήξεις των δανείων και την περίοδο χάριτος ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ μετά το 2018 για μεσοπρόθεσμο διάστημα και κάτω από 20% του ΑΕΠ από εκεί και έπειτα.

Δεσμεύτηκε επίσης ότι θα εξέταζε την αγορά των υπολειπόμενων δανείων του ΔΝΤ από τον ESM και την επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από την διακράτηση ελληνικών ομολόγων.

Αλλά όλα αυτά θα μπορούσαν να συμβούν μόνο αν η Ελλάδα εφάρμοζε τις μεταρρυθμίσεις ως τα μέσα του 2018 και μόνο αν η ανάλυση χρέους έδειχνε πως είναι αναγκαία μια ελάφρυνση χρέους για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του.

Ένα τρίτο σενάριο, είναι αυτό ενός συμβιβασμού ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο, προβλέποντας μέση οικονομική ανάπτυξη 1,25% και πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022, το οποίο θα υποχωρήσει στη συνέχεια στο 1,8%, αντί για 2,2%, την περίοδο 2023-2060.

Βάσει του τρίτου σεναρίου, το ελληνικό χρέος μπορεί να γίνει βιώσιμο με επέκταση των μέσων ωριμάνσεων των ευρωπαϊκών δανείων κατά 15 έτη, με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080, ταυτόχρονο «κλείδωμα» του επιτοκίου στο 1% ως το 2050, και ταβάνι αποπληρωμής στο 0,4% του ΑΕΠ.