Γκάμπριελ: Όποιος ζητά λιτότητα στην Ελλάδα βάζει σε κίνδυνο την ανάπτυξη

Υπογράφονται δύο ελληνογερμανικές οικονομικές συμφωνίες

Για ένα νέο κεφάλαιο στη συνεργασία και στις διμερείς σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και της Γερμανίας έκανε λόγο ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον υπουργό Οικονομίας Γιώργο Σταθάκη, κατά τη διάρκεια της οποίας ανακοίνωσε ότι θα υπογραφούν δύο συμφωνίες. Όπως είπε, η μία συμφωνία θα αποβλέπει στην ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των νεωτεριστικών προϊόντων και η δεύτερη θα αφορά την ενέργεια.

Ο κ. Γκάμπριελ τόνισε ότι το σημαντικό στην επίσκεψή του είναι η παρουσία μίας ευρείας αντιπροσωπείας της γερμανικής οικονομίας στην Ελλάδα. Όπως υπογράμμισε, η εποχή που στο επίκεντρο των συζητήσεων ήταν η δημοσιονομική πολιτική έχει ήδη περάσει και, αυτή τη στιγμή, θα πρέπει να σκεφτόμαστε, κυρίως, τα θέματα της ανάπτυξης και των θέσεων εργασίας. «Τον τελευταίο χρόνο», είπε, «η Ελλάδα εξέπληξε, διότι, αντί για συρρίκνωση, σημειώθηκε ανάπτυξη, αν και μικρή. Όποιος στην Ευρώπη υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρξει περαιτέρω λιτότητα στην Ελλάδα, θέτει σε κίνδυνο και αυτή τη μικρή ανάπτυξη, η οποία διαφαίνεται», υποστήριξε.

«Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό, πρώτον, να προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε να σταθεροποιηθούν τα κοινωνικά συστήματα στην Ελλάδα και δεύτερον, να προσπαθήσουμε να δημιουργηθούν περαιτέρω θέσεις εργασίας. Και προς αυτή την κατεύθυνση, από ευρωπαϊκής πλευράς, θα γίνει ό,τι είναι δυνατόν να προωθηθούν οι επενδύσεις στις υποδομές, στην ψηφιοποίηση και στην ενέργεια και νομίζω ότι και η ελληνική κυβέρνηση κάνει ότι μπορεί για το σκοπό αυτό», δήλωσε ο κ. Γκάμπριελ.

Ανέφερε, μάλιστα, ότι μία σταθερή και μόνιμη ανάπτυξη στην Ελλάδα θα μπορέσει να επιτευχθεί, εάν υπάρξουν περαιτέρω επενδύσεις και δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

Μεταξύ άλλων, ο κ. Γκάμπριελ συμπλήρωσε ότι υπάρχει ένα πρόγραμμα, το οποίο υποστηρίζει και προωθεί την έρευνα και την ανάπτυξη σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, σε θέματα, κυρίως, νεωτερισμού. «Το πρόγραμμα αυτό θα το ανοίξουμε και για την Ελλάδα, για χρηματοδότηση και ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους σε νεωτεριστικά προγράμματα. Το πρόγραμμα αυτό, μέχρι σήμερα, το έχουμε επεκτείνει και στο Ισραήλ και στην Πολωνία και θα προσθέσουμε και την Ελλάδα, ως τρίτη χώρα. Είμαι βέβαιος ότι θα βρει μεγάλη ανταπόκριση από τις ελληνικές επιχειρήσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά.

"Ανοιξιάτικο αεράκι"

Μετά από πολλά χρόνια συζήτησης για τη λιτότητα, έχει έλθει η ώρα να συζητήσουμε για την ανάπτυξη και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, μπροστά μας βρίσκονται μόνο καλύτερες εποχές, τόνισε ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, μιλώντας απόψε σε δείπνο του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου.

Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, ανέφερε ο Γερμανός αντικαγκελάριος, έχουμε τελειώσει με κάποια θέματα και ό,τι έχει συμφωνηθεί, η κυβέρνηση θα το υλοποιήσει, ωστόσο, αυτό θα πρέπει να συμπληρωθεί με ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Υπογράμμισε δε, την ανάγκη να δημιουργηθεί θετικό επενδυτικό κλίμα, ώστε να πειστούν οι επιχειρηματίες ότι αξίζει να επενδύσουν στην Ελλάδα και ως βασικές προϋποθέσεις γι’ αυτό ανέφερε το σταθερό πλαίσιο (να μην αλλάζει, όπως είπε, ο φορολογικός νόμος κάθε εξάμηνο) και να υπάρχει διαφάνεια στην δημόσια διοίκηση.

Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ εξέφρασε το σεβασμό του για τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι σε σύγκριση με αυτές, οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν στη Γερμανία το 2000 ήταν ένα "ανοιξιάτικο αεράκι".

Απέρριψε τα στερεότυπα με τα οποία γινόταν τα τελευταία χρόνια η συζήτηση μεταξύ των δύο πλευρών, με τους Έλληνες να θεωρούν ότι οι Γερμανοί επιβάλλουν τη σκληρή λιτότητα και τους Γερμανούς να θεωρούν τους Έλληνες ως μη παραγωγικούς. Είπε ότι και τα δυο στερεότυπα είναι εσφαλμένα και επεσήμανε την ανάγκη κάθε πλευρά να κατανοεί την οπτική γωνία του απέναντι, αλλά και να παραδειγματιστούμε από το προηγούμενο της δεκαετίας του ’50, όταν το ελληνικό κράτος ήταν το πρώτο που με θάρρος, λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο και τις θηριωδίες των ναζί, αποκατέστησε τις διπλωματικές σχέσεις με τη Γερμανία.

Επεσήμανε δε, ότι το βρετανικό δημοψήφισμα αποτελεί παράδειγμα του τι συμβαίνει, όταν στην πολιτική εξεγείρουμε τα συναισθήματα των πολιτών και εξέφρασε την ελπίδα, όταν οι νέοι (που ψήφισαν υπέρ της παραμονής στην ΕΕ) αναλάβουν το τιμόνι της χώρας, η Μ. Βρετανία να γίνει και πάλι μέλος της Ένωσης.