Goodhart: Ρήξη και δραχμή θα φέρουν περισσότερη λιτότητα

Υπήρξε ο βασικός οικονομικός σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης, επί πρωθυπουργίας Θάτσερ. Νωρίτερα, τη δεκαετία του ’70, είχε καθιερώσει το νόμο Goodhart. Πρόκειται για τον καθηγητή οικονομικών, Charles Goodhart, που έχει διατελέσει σύμβουλος κεντρικών τραπεζών και σήμερα εργάζεται για τη Morgan Stanley. Μάλιστα, μαζί με τον Έλληνα συνεργάτη του, καθηγητή στην Οξφόρδη, Δημήτρη Τσομώκο, ανέπτυξε τη θεωρία του διπλού νομίσματος. Με αφορμή επίσκεψή του στην Αθήνα, ο κ. Goodhart μίλησε στο news.gr για το αν η ελληνική οικονομία πρέπει να υιοθετήσει το διπλό νόμισμα, αλλά και για τη δραχμή, τις διαπραγματεύσεις και τις επιλογές, που έχει η ελληνική κυβέρνηση.    

Συνέντευξη στο Νεκτάριο Β. Νώτη

ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΠΛΟ ΝΟΜΙΣΜΑ

Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να αναληφθεί οποιοδήποτε νομισματικό μέτρο, το οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν εγκρίνει, διότι η ΕΚΤ μπορεί πάντα να αποσύρει τη χρηματοδότηση από τις ελληνικές τράπεζες… κάτι, που θα σας ανάγκαζε να υιοθετήσετε ένα διαφορετικό νόμισμα, τη δραχμή.

“Η ΔΡΑΧΜΗ ΘΑ ΦΕΡΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑ”

Η δραχμή είναι δυνητικά βιώσιμη. Η δυσκολία είναι ότι, για να κάνετε υποτίμηση, ώστε η στροφή σε νέο νόμισμα να επιτύχει, πρέπει στην πραγματικότητα να είστε ακόμα πιο αυστηροί με τη δημοσιονομική σας κατάσταση, με ακόμα περισσότερη λιτότητα από αυτή, που θα επιφέρει μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, χωρίς καμία εξωτερική χρηματοδότηση, θα υπάρχει ο πειρασμός να πληρώνετε τις υποχρεώσεις σας στρεφόμενοι στην εκτύπωση χρήματος. Αλλά, σε αυτό το περιβάλλον, αυτή η λύση αποτελεί τη συνταγή του υπερ-πληθωρισμού, πολύ γρήγορα, και αυτό θα καταστρέψει την ελληνική οικονομία, την ελληνική κοινωνία και θα κάνει το σύστημα να μην μπορεί να λειτουργήσει.  

Έτσι, στην πραγματικότητα, πιστεύω ότι αυτό θα είναι πολύ επικίνδυνο, με μια κυβέρνηση, που μπορεί να είναι απροετοίμαστη να αναλάβει αυτό τον επαρκή βαθμό ελέγχου των δημόσιων δαπανών, να αυξήσει επαρκώς τα φορολογικά έσοδα, ώστε να καταστήσει την κίνηση σε ένα άλλο νόμισμα βιώσιμη και δυνητικά επιτυχή.

Χρειάζεστε, συνεπώς, μια πολύ σκληρή κυβέρνηση, αν πρόκειται να προχωρήσετε με το δικό σας, ευέλικτο νόμισμα, και η ερώτηση είναι αν η παρούσα κυβέρνηση είναι αρκετά σκληρή.

Είναι κατανοητή η συμπόνιά της για τους φτωχούς και μη προνομιούχους,  και θέλει να αυξήσει τις δαπάνες, την απασχόληση και ούτω καθεξής… αλλά, αν μπορεί να πληρώσει για αυτά μόνο μέσω της εκτύπωσης χρήματος, το αποτέλεσμα θα είναι φρικτή καταστροφή.

“ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΛΗ Ή ΤΕΛΕΙΑ ΛΥΣΗ”

Δεν υπάρχει κάτι να ορίσουμε ως καλή ή τέλεια λύση.

Στην πραγματικότητα, πρόκειται για την επιλογή της λιγότερο κακής εναλλακτικής, που σας δίνει τη μεγαλύτερη ευκαιρία, αν τα πράγματα πάνε καλά με την ανάκαμψη και την ανάπτυξη, και, αυτή τη στιγμή, η λιγότερο κακή επιλογή είναι να πάρετε την προσφορά της Τρόικας.  

Αυτό, που έχει συμβεί στην Ελλάδα, είναι μια τραγωδία.

Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν πολλοί βαθμοί ελευθερίας στο τι μπορεί να κάνει η ελληνική κυβέρνηση, διότι είναι υπερχρεωμένη, δεν έχει χρήματα για να αποπληρώσει τα χρέη της, και συνεπώς είναι σε μια πολύ αδύναμη θέση. Μακάρι η δομή της Ευρωζώνης να ήραν τέτοια, ώστε να υπήρχε μια αυτόματη δημοσιονομική μεταφορά, αλλά αυτή δεν είναι διαθέσιμη. Οι Έλληνες, δυστυχώς, θα πρέπει να κάνουν την οποιαδήποτε επιλογή είναι ανοιχτή προς αυτούς.

“ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΕΙΤΕ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ”

Οι Βρυξέλλες και η Φρανκφούρτη λένε δύο πράγματα :

Πρώτον, το οποίο θεωρώ σωστό, ότι κανείς δεν πρόκειται να δανείσει πολλά χρήματα στην ελληνική οικονομία. Στην πραγματικότητα, πρέπει να έχετε πλεονάσματα. Πρόκειται για αυτό, που είναι γνωστό ως σκληρή περιοριστική πολιτική : μπορείς να πληρώνεις μόνο με όσα εισπράττεις, και αυτή – φοβάμαι – είναι η αλήθεια. Πρέπει να το αποδεχθείτε αυτό. Υπάρχει ένα θέμα γύρω από το ύψος των πλεονασμάτων. Σε αυτό το σημείο, υπάρχει χώρος για συμβιβασμό. Αλλά, ακόμα και αν πετύχετε συμφωνία για μικρά πλεονάσματα, πάλι θα πρέπει να έχετε πλεονάσματα.

Πέραν αυτού, πιστεύω ότι το θέμα είναι πως οι Ευρωπαίοι, με τους οποίους διαπραγματεύεστε, δεν σας εμπιστεύονται πια. Αισθάνονται ότι αναλαμβάνετε δεσμεύσεις και μετά τις εγκαταλείπετε, ότι λέτε πως θα αυξήσετε έσοδα και θα μειώσετε δαπάνες και μετά κάνετε πολύ λίγα, θέλουν να έχουν αναλυτικές εκτιμήσεις για το ποιο θα είναι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα των πολιτικών, που θέλετε να αναλάβετε. Αισθάνονται ότι όλα αυτά δεν τα παίρνουν από εσάς.