Η μέση μηνιαία δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών υποχώρησε από τα 2.203,55 ευρώ το 2009 σε 1.509,39 ευρώ το 2013, δηλαδή στα χρόνια των Μνημονίων συρρικνώθηκε κατά 31,5%
Σύμφωνα με την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2013 που δημοσιοποίησε σήμερα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) στο διάστημα 2009 -2013 η μεγαλύτερη μείωση τόσο σε τρέχουσες όσο και σε σταθερές τιμές 2013 εμφανίζεται στα είδη ένδυσης και υπόδησης (-46,3% και -48,4% αντίστοιχα). Η μικρότερη μείωση καταγράφεται στα οινοπνευματώδη ποτά και καπνό (-8,5%), σε τρέχουσες τιμές, ενώ σε σταθερές τιμές 2013 καταγράφεται στην εκπαίδευση (-16,6%).
Την περίοδο από το 2009 έως το 2013, το σχετικά μεγαλύτερο μέρος των δαπανών επί του συνολικού οικογενειακού προϋπολογισμού αφορούσε σε είδη διατροφής. Συνεχής πάντως ήταν η μείωση των δαπανών για διαρκή αγαθά ως ποσοστό επί του οικογενειακού προϋπολογισμού, από 6,7% το 2009 σε 5,6% το 2012
Η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών, για το 2013, ανήλθε στα 1.509,39 ευρώ, καταγράφοντας μείωση κατά 7,8% ή 127,71 ευρώ, σε σύγκριση με το 2012. Σε πραγματικούς όρους, η μέση μηνιαία δαπάνη μειώθηκε, κατά 6,2% ή 99,88 ευρώ, λόγω της επίδρασης από τον πληθωρισμό.
Το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής (20,4%) και ακολουθούν η στέγαση (13,7%) και οι μεταφορές (12,5%), ενώ οι υπηρεσίες της εκπαίδευσης αποτελούν το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%).
Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία για την κατανάλωση ανά είδος νοικοκυριού. Σύμφωνα με αυτά, νοικοκυριά με ένα άτομο μόνο, ηλικίας 65 ετών και άνω, έχουν λιγότερες δαπάνες κατά 54,5% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της Χώρας. Νοικοκυριά που αποτελούνται από ένα ζευγάρι με δυο παιδιά έως και 16 ετών έχουν περισσότερες δαπάνες κατά 42,0% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της χώρας.
Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν 1.249,90 ευρώ μηνιαίως, ενώ αυτά που διαμένουν σε αστικές περιοχές 1.594,72 ευρώ. Επομένως, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν, κατά μέσο, όρο 21,6% λιγότερο από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.
Η Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2013 παρέχει νέα δεδομένα και για την ανισότητα στην Ελλάδα. Όπως προκύπτει από αυτά το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,7 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,9 για το 2012). Ο δείκτης μειώνεται στο 4,5, όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη και οι τεκμαρτές δαπάνες (τελική καταναλωτική δαπάνη) (2) (4,7 για το 2012).
Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 32,3% των δαπανών των νοικοκυριών της Χώρας, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 13,5%.
Η μέση μηνιαία δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 32,8% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών, ενώ ο κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 21,0% του πληθυσμού της χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (21,2% το 2012).