Το ελληνικό σχολείο στο Μόναχο που δεν χτίστηκε ποτέ

Zημιά εκατομμυρίων ευρώ καλείται να αντιμετωπίσει η Ελλάδα

Zημιά εκατομμυρίων ευρώ καλείται να αντιμετωπίσει η Ελλάδα λόγω της ολιγωρίας που επέδειξαν οι κυβερνήσεις τα τελευταία 15 χρόνια στην υπόθεση ανέγερσης κτιριακού σχολικού συγκροτήματος με την επωνυμία "Σχολείο του Γενικού Προξενείου της Ελλάδος στο Μόναχο". 

Πρόκειται για ακίνητο έκτασης 15.000 τετραγωνικών μέτρων στην περιοχή Berg-Am-Laim του Μονάχου της Γερμανίας, το οποίο αγοράστηκε έναντι 2.454.201,04 ευρώ από την Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου για λογαριασμό του υπουργείου Παιδείας. Όπως αναφέρει η Real News, η υποχρέωση του ελληνικού κράτους ήταν να οικοδομήσει το συγκρότημα εντός τεσσάρων ετών από την έκδοση της οικοδομικής άδειας, ενώ η βαυαρική κυβέρνηση δεσμευόταν με επιστολή της να χρηματοδοτήσει το έργο κατά 80% αρχικά και κατά 70% στη συνέχεια, λόγω τροποποίησης των σχετικών νομοθετικών προβλέψεων. 

Σε συμβόλαιο που υπογράφηκε το 2001, προβλεπόταν μεταξύ άλλων και δυνατότητα αναστροφής της πώλησης. 

Χαρακτηριστικό είναι ότι η άδεια εκδόθηκε τον Αύγουστο του 2008 και ήδη από το Νοέμβριο του 2011 είχε ληφθεί απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της πόλης να αξιώσει ο δήμος την επιστροφή του οικοπέδου. 

Το Μάρτιο του 2014 υπογράφηκε σύμβαση των Κτιριακών Υποδομών Α.Ε. με την ανάδοχο κατασκευαστική εταιρεία ΑΡΧΙΚΟΝ Α.Ε.. Οι εργασίας εκσκαφών ολοκληρώθηκαν ένα μήνα μετά την προβλεφθείσα προθεσμία, αλλά στη συνέχεια σημειώθηκε καθυστέρηση και οι εργασίες θεμελίωσης ξεκίνησαν το Δεκέμβριο του 2014. 

Η αγωγή του δήμου Μονάχου για επιστροφή του ακινήτου εκδικάστηκε στις 30 Απριλίου 2015. Παρόλ' αυτά το δικαστήριο κάλεσε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να έρθουν σε συνεννόηση και τον Αύγουστο του 2015 υπογράφηκε τροποποιητική σύμβαση, σύμφωνα με την οποία θα έπρεπε στις 30 Δεκεμβρίου του 2016 να έχει ολοκληρωθεί το σύνολο της κατασκευής. 

Δικαίωμα παράτασης είχε η ελληνική πλευρά για έξι μήνες, το οποίο και άσκησε. Ωστόσο δεν είχε το δικαίωμα περαιτέρω παράτασης σε περίπτωση μη τήρησης των προθεσμιών. Τελικά στις 21 Ιουνίου η διεύθυνση δημοτικών υποθέσεων συνεδρίασε και αποφάσισε ομόφωνα να αναθέσει σε συμβολαιογράφο την υπόθεση επιστροφής μεταβίβασης της κυριότητας του οικοπέδου.