Ενθαρρύνοντας τη “λειτουργική επιθετικότητα” των παιδιών

Μαθητές, εκπαιδευτικοί και γονείς γίνονται καθημερινά μάρτυρες εκδήλωσης μορφών βίαιης συμπεριφοράς στο σχολείο, στο σπίτι αλλά και σε χώρους αναψυχής (π.χ. πάρκο, παιδική χαρά). Γίνεται αντιληπτό ότι ο βαθμός εκδήλωσης επιθετικότητας διαφέρει από παιδί σε παιδί, όπως προσδιορίζεται από εγγενείς παράγοντες, αλλά και από την επίδραση του περιβάλλοντος (είναι αναμενόμενο σε ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου ο πατέρας είναι βίαιος, το παιδί να είναι ιδιαιτέρως επιθετικό). Ωστόσο, σύμφωνα με τον καθηγητή Ψυχολογίας και συγγραφέα Martin Herbert, η επιθετικότητα περιλαμβάνει όχι μόνο αρνητικά στοιχεία, αλλά και θετικά, ακόμη και ιδιότητες που είναι απολύτως απαραίτητες στον άνθρωπο για την επιβίωσή του.

Αναμφισβήτητα, οι αρχές του αλληλοσεβασμού, της ανιδιοτελούς προσφοράς, της ευγενούς αντιπαράθεσης, του σεβασμού της ελευθερίας του άλλου και της τήρησης των κανόνων, πρέπει να αποτελούν τον κορμό πάνω στον οποίο τα παιδιά θα χτίσουν την προσωπικότητά τους. Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική, με την αδικία, το ψέμα, την υποκρισία και πολλές φορές τη βία να κυριαρχούν ως τυπικά γνωρίσματα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Πώς θα προετοιμάσουμε τα παιδιά μας ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν αυτά τα γνωρίσματα;

Κάθε βήμα που κάνει το παιδί για την ανεξαρτητοποίησή του, τη συλλογή γνώσεων και κυριαρχίας του περιβάλλοντός του, αποτελεί έκφραση υγιούς και επιθυμητής επιθετικότητας. Το παιδί πρέπει να ενθαρρύνεται να αυτενεργεί, να μάθει να ορίζει τα δικαιώματά του και τις υποχρεώσεις του και να οδηγείται προς την πλήρη ανεξαρτητοποίηση. Προς αυτή την κατεύθυνση οι σύγχρονοι παιδοψυχολόγοι έχουν εισαγάγει την έννοια της "λειτουργικής επιθετικότητας", η οποία ορίζεται ως υγιής, εποικοδομητική και χρήσιμη μορφή συμπεριφοράς, που δίνει στο παιδί τη δυνατότητα να ξεπερνά δυσκολίες και να αντιδρά αποτελεσματικά σε επικίνδυνες και δυσάρεστες καταστάσεις. Υιοθετώντας τέτοια συμπεριφορά το παιδί ωθείται στην επίδειξη πρωτοβουλίας και υγιούς συναγωνισμού.

Ως εκ τούτου, η "λειτουργική επιθετικότητα" δεν πρέπει να ανακόπτεται: μην εμποδίσετε το παιδί σας όταν αυτό διεκδικήσει το παιχνίδι που με βία και κυρίως χωρίς τη θέλησή του, του αποσπάστηκε από άλλο παιδί. Αν το παιδί σας εμπλακεί σε διένεξη με άλλο ή άλλα παιδιά –συνομήλικα, προσέξτε!- μη σπεύσετε να παρέμβετε, ενδεχομένως είναι σε θέση με λεκτικά μέσα να υπερασπιστεί τον εαυτό του και τα δικαιώματά του. Αφήστε το να ορίσει τις επιλογές του, με ποιους θα παίζει, πώς θα παίζει και τι θα παίζει, αφήστε το ελεύθερο να εκφραστεί και να αντιδράσει όταν αδικείται ή όταν γίνεται αντικείμενο της επιθετικότητας των άλλων. Σαφώς και θα επέμβετε όταν κρίνετε ότι αντιμετωπίζει μεγαλύτερα παιδιά ή όταν προβλέπετε σωματική βία.

Προκύπτει το εύλογο συμπέρασμα ότι η "λειτουργική επιθετικότητα" είναι μια θετική μορφή παιδικής συμπεριφοράς, που βοηθά τα παιδιά να εδραιώνουν τη δική τους ελευθερία, να λαμβάνουν το σεβασμό των συνομηλίκων τους και να προασπίζονται τα δικαιώματά τους. Ως γονείς, οφείλουμε να διδάξουμε τα παιδιά μας πώς να αμύνονται, πώς να αξιολογούν τις συμπεριφορές και πώς να αντιδρούν όταν γίνονται δέκτες "εχθρικής επιθετικότητας", σε κάθε επίπεδο της ζωής τους.