“Με βάραγε και γέλαγε και με κλωτσούσε στο κεφάλι”

Στον ανακριτή ο κατηγορούμενος για την επίθεση σε βάρος φοιτητή στους Αμπελόκηπους το απόγευμα της Παρασκευής

"Κρατά γερά. Αίμα, τιμή, Χρυση Αυγή. Είναι σκευωρία βάστα βάστα" φώναζε ομάδα ομοϊδεατών του 42χρονο που κατηγορείται για τον άγριο ξυλοδαρμό 24χρονου φοιτητή στους Αμπελόκηπους , που συγκεντρώθηκε στα δικαστήρια της Ευελπίδων για να τον στηρίξει   . Μάλιστα, στράφηκαν και κατά των δημοσιογράφων φωνάζοντας:"Κοράκια ψοφάτε για αίμα. Έρχονται κι άλλα μνημόνια τώρα".

Ο 42χρονος οδηγήθηκε ενώπιον του 14ου τακτικού ανακριτή από τον οποιο πήρε προθεσμια για να απολογηθεί την Τετάρτη καθώς ,σύμφωνα με πληροφορίες, δεν έχουν διαβιβαστεί όλα τα έγγραφα από τις αστυνομικές αρχές. Ο42χρονος, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης καφετέριας  ενώ εργάζεται, από το 2012, και ως μετακλητός υπάλληλος στο γραφείο του προέδρου της Χρυσής Αυγής Νίκου Μιχαλολιάκου στη Βουλή, είναι αντιμέτωπος με τις κατηγορίες της ληστείας και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συναυτουργία.
Ο κατηγορούμενος φέρεται να αρνείται τη συμμετοχή του στην αιματηρή επίθεση και ισχυρίζεται ότι ο άνθρωπος ο οποίος τον αναγνώρισε έχει προσωπικές διαφορές μαζί του.

Υπενθυμίζεται ότι ο 24χρονος φοιτητής έπεσε θύμα άγριου ξυλοδαρμού στην περιοχή των Ελληνορώσων, λίγες ώρες μετά από επίθεση, με μπογιές και βαριοπούλες, που σημειώθηκε στο κατάστημα της Χρυσής Αυγής στη Λ. Μεσογείων. Οι δράστες χτύπησαν τον 24χρονο στο κεφάλι και το σώμα μέχρι λιποθυμίας. Ο νεαρός νοσηλεύεται στον Ερυθρό Σταυρό ενώ η έρευνα συνεχίζεται για τον εντοπισμό και την σύλληψη των υπολοίπων δραστών.

 

Η μαρτυρία του φοιτητή 

Την επίθεση που δέχθηκε την Παρασκευή το μεσημέρι από μέλη της Χρυσής Αυγής στη λεωφόρο Μεσογείων περιέγραψε ο 24χρονος φοιτητής Αλέξης Λάζαρης. Μάλιστα, η αγριότητα της επίθεσης που περιγράφει, συγκλονίζει.

Με δηλώσεις του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» από το νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός» στο οποίο νοσηλεύεται, ο άτυχος φοιτητής αρχιτεκτονικής, που εκείνη την ώρα περνούσε από τα γραφεία της οργάνωσης, διηγείται: «Εκεί κάποιος άνθρωπος έβρεχε τον δρόμο και στέκομαι για λίγο για να μην περάσω και βραχώ. Γυρνάω τότε, κοιτάζω απέναντι και βλέπω μια ομάδα 6-7 ατόμων έξω από τα γραφεία. Φορούσαν γυαλιά στο κεφάλι, ένας ήταν ξυρισμένος τελείως, άλλος με κουκούλα, ένας είχε στο χέρι κράνος. Μου κάνουν κάποια νεύματα κουνώντας τα κεφάλια και τα χέρια τους».

«Πέρασα από το δίπλα στενό και φτάνω στη γωνία του οικοδομικού τετραγώνου και στρίβω στα δεξιά στην Παπαδά και όταν φτάνω στο στενό τους, στην ευθεία τους, τους κοιτάζω, μου ξανακάνουν τα ίδια σηκώνω τα χέρια μου κουνώντας τα σαν να λέω "τι;" Εκεί αρχίσανε τις βρισιές: "Έλα ρε π….η, εδώ!" και κάτι τέτοια. Και τους βλέπω κατευθείαν να τρέχουν ο ένας από κάτω, ο άλλος από πάνω, από πίσω μου».

Στη συνέχεια άρχισε να τρέχει για να αποφύγει την επίθεση, όμως: «Έκανα κάποιους ελιγμούς μέσα στα στενά προσπαθώντας να πάω σπίτι. Δεν σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή να μπω κάπου αλλού, να κρυφτώ. Στέκομαι για ένα λεπτό να πάρω μια ανάσα, ένα δευτερόλεπτο, γυρνάω πίσω κι ήτανε ο ένας από αυτούς. Με κοιτάζει στα μάτια και μου λέει "χειρονομίες ρε π….η;" Και άρχισε να βαράει με μπουνιές και γέλαγε κιόλας. Με βάραγε και γέλαγε και μου 'ριχνε κλοτσιές στο κεφάλι. Και ταυτόχρονα έσκασε κι ένας από πίσω και με βάραγε από πίσω με γροθιές πάλι στο κεφάλι».

«Συνέχιζαν να με βαράνε κι έρχεται ένας περαστικός, πιάνει το χέρι του ενός που με βάραγε, του λέει “τι θες να τον σκοτώσεις”; Σταματάει αυτός, για ένα λεπτό, σηκώνεται να φύγει, σηκώνομαι κι εγώ για να μη μείνω κάτω, έχω φάει τις κλοτσιές και τις μπουνιές στο κεφάλι, είμαι ζαλισμένος», αναφέρει στη συνέχεια.

Για να ολοκληρώσει, λέγοντας: «Όταν σηκώνομαι είναι ένας τέταρτος που είναι λίγο πιο ψηλός και μου λέει ‘καλά είσαι φίλε;’ Λέω, όχι δεν είμαι καλά. "Α, δεν είσαι καλά", μου λέει και μου ρίχνει ξανά μπουνιά και δεύτερη μπουνιά, ξαναπέφτω κάτω και δίνουνε σε έναν την μπλούζα και την τσάντα μου. Μου λένε "έλα πάμε στα γραφεία". Φώναζα "άσε με ρε φίλε!" Για δύο μέτρα με έσυραν προς τα γραφεία και όπως σηκώνομαι να τραβήξω την τσάντα μου, του λέω "άσε την τσάντα, ρε φίλε" και την τραβάει, κόβει το σκοινί, την παίρνει την τσάντα και ανεβαίνει τρικάβαλο στη μηχανή και φύγανε ανάποδα στον δρόμο κατευθυνόμενοι προς τα γραφεία της Χρυσής Αυγής».